Σάββατο, Μαρτίου 28

Η ΧΗΡΑ ΕΣΒΗΣΕ ΤΗ ΔΙΨΑ ΤΗΣ ΓΙΑ ΣΕΞ


Αληθινή ιστορία με την υπογραφή του αποδυτηριάκια.-
Τηλεφώνησε στην χήρα ότι μόλις έφθασε στην Ελλάδα. Θα την επισκέπτονταν το βράδυ της επόμενης. Έλειπε χρόνια στο εξωτερικό και δεν βίωσε από κοντά την πολύμηνη βασανιστική περιπέτεια της υγείας του φίλου του, που τελικά πέθανε πριν από ενάμισυ μήνα. Το τηλεφώνημα στην 40χρονη ήταν μια έκπληξη.

Αμηχανία, αλήθεια γιατί(!), πλημμύρισε και τους δυο όταν η μαυροντυμένη άνοιξε την πόρτα. Η φιγούρα του έμοιαζε πέτρινη, κέρινη, όμως σε λιγώτερο από μισό δευτερόλεπτο αυτός, ο φίλος, που είχε να τον συναντήσει κοντά στα πέντε χρόνια, της φάνηκε πιο νεανικός, πιο ζωτικός.
Δεν πρόλαβε να κλείσει την πόρτα και έπεσε στην αγκαλιά του. Ήταν αυθόρμητο. Χρειαζόταν και τη δική του παρηγοριά. Δεν ήταν ξένος, και γι’ αυτόν είναι απώλεια ο θάνατος του άντρα της. Κουρνιασμένη ανάμεσα στα μπράτσα του 50χρονου η χήρα αργεί να αντιληφθεί ότι η θαλπωρή που της προκαλεί η επαφή με τον επισκέπτη είναι ύπουλη. Αστραπιαία αισθάνεται πια απανωτά ερεθίσματα, μηνύματα από τον εγκέφαλο της.
Είναι ακόμα όρθιοι, ακίνητοι, σα να μη θέλουν να ξεκολλήσουν δυο κορμιά που έγιναν ένα, αυθόρμητα και απονήρευτα, κι αυτή είναι η αμόλυντη απόδειξη ότι αυτό που τους συνδέει είναι ο μακαρίτης, το φευγιό του το παντοτινό.
Ο άντρας, την κρατά σφιχτά επάνω του, την κυττά στα μάτια. Όλα συντελούνται με ταχύτητα φωτός. Το σύννεφο της μελαγχολίας στο πρόσωπο της, μόλις πριν μια στιγμή, αρχίζει να υποχωρεί. Η μυρωδιά της είναι εντολή στο όργανο του που πριν σκληρύνει τόσο όσο να το αισθανθεί στην κοιλιά της, ο άντρας απομακρύνεται, βαδίζει προς το σαλόνι.
Δεν μιλάνε. Δεν θέλουν να «φύγουν» από τις αδιόρατες ακόμα επιθυμίες τους με λόγια ξένα στην περίσταση, προτιμούν τη σιωπή, σα να τους διευκολύνει περισσότερο.
Της έκανε νόημα να καθίσει δίπλα του, στον καναπέ. Την αγκάλιασε προστατευτικά, φιλικά, κι αυτή έγειρε επάνω του, ξαφνικά ήταν ένα λουλούδι ξωτικό που άνοιξε τα πέταλα του, ένα κορμί γυναικείο που εκείνος το ένοιωθε τρυφερό, πλάνο, όχι σκληρό, όχι πένθιμο, όπως πριν ενάμισυ λεπτό.
Δεν μιλάνε τα στόματα, παρά μονάχα τα χέρια του άνδρα, που αργά, έντονα, βολτάρουν στο κορμί της, χωρίς να τα οδηγεί ο ίδιος, αλλά τούτη η στιγμή. Όταν έβαλε την παλάμη του στο πρόσωπό της η γυναίκα είχε κλείσει τα μάτια. Πρώτα τα χείλη του άνδρα ακούμπησαν το μέτωπό της, μετά τα μάτια της κι όταν έφθασαν στο στόμα της η γυναίκα θυμήθηκε ότι ήταν γυναίκα.

apodytiriakias.gr