Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 22

Τέσσερα πρόσωπα «υπόσχονται» πολιτικό Αρμαγεδδώνα

poli_armag

Αναδημοσίευση από το fortuno.gr
Προσώρας, μοιάζει με ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Ένα πολιτικό θρίλερ που έχει ελάχιστες πιθανότητες να γίνει πραγματικότητα. Κι αυτό είναι ακριβές. Διότι, σε αντίθετη περίπτωση περιγράφουμε τον πολιτικό Αρμαγεδδώνα, ένα πολιτικό «2012″ που μπορεί να προκαλέσει παγκόσμια αναταραχή με ανυπολόγιστες συνέπειες.
Ο συνδυασμός αυτού του σεναρίου, ή έστω μέρους του, με το Brexit, την κατάσταση στην παγκόσμια οικονομία, τον πόλεμο στη Συρία, την τρομοκρατία και την αδυναμία της Ευρώπης να δράσει σταθεροποιητικά, είναι αναμφίβολα καταστροφικός.

Το σενάριο έχει πρόσωπα. Σύμφωνα με διεθνείς αναλυτές τέσσερα είναι αυτά τα πρόσωπα που μέσα στους επόμενους δώδεκα μήνες ίσως μεταβάλλουν το κέντρο βάρους των ευρωπαϊκών και παγκόσμιων ισορροπιών…
Τι θα συμβεί εάν εκλεγεί ο Ντόναλντ Τραμπ;
Η σεναριολογία των τελευταίων ημερών περί πιθανής ασθένειας της Χίλαρι Κλίντον δείχνει να επηρεάζει την τελική φάση της κούρσας για τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου.
Παρά τη διάσπαση στο Ρεμπουπλικανικό κόμμα και τις κατηγορίες ότι ο Ντόναλντ Τραμπ «φλερτάρει» πολιτικά ακόμα και με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, ο δισεκατομμυριούχος υποψήφιος δίνει σκληρή μάχη όπως προμηνύει δημοσκόπηση του πρακτορείου Reuters, η οποία συνδυάζει τις μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις με μία ανάλυση υπό διαφορετικά εκλογικά σενάρια.
Σύμφωνα με την έρευνα, μια σειρά αμερικανικών πολιτειών όπως η Φλόριντα και το Οχάιο δε θεωρούνται πλέον ότι θα δώσουν ποσοστό νίκης στη Χίλαρι Κλίντον, και μολονότι η υποψήφια των Δημοκρατικών φαίνεται να έχει τις μεγαλύτερες πιθανότητες να κερδίσει τις εκλογές, εάν αυτές πραγματοποιούνταν σήμερα, ο Ντόναλντ Τραμπ συγκεντρώνει το ίδιο ποσοστό υποστήριξης που λαμβάνει η προεδρική υποψήφια των Δημοκρατικών, σε αρκετές αμερικανικές πολιτείες.
Η Κλίντον έχει σήμερα ποσοστό εκλογικής νίκης στο 83%, με ένα μέσο ποσοστό 47 ψήφων στο Κολέγιο των Επιτρόπων, το εκλογικό όργανο που εκλέγει τον πρόεδρο. Στα τέλη Αυγούστου, το ίδιο προεκλογικό πρόγραμμα δημοσκοπήσεων έδινε ποσοστό εκλογικής νίκης 95% στην Κλίντον, με μέσο όρο 108 ψήφων στο Κολέγιο των Επιτρόπων.
Ξεχωριστές δημοσκοπήσεις (Reuters/Ipsos) δείχνουν ότι το προβάδισμα των οκτώ ποσοστιαίων μονάδων που είχε η Κλίντον έναντι του Τραμπ, έχει χαθεί από την τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου και μετά.
Το ζήτημα στις ΗΠΑ δεν είναι, ωστόσο, μόνο εάν κερδίσει η Χίλαρι Κλίντον. Όλοι συμφωνούν πως το δίδυμο Κλίντον- Τραμπ είναι το ασθενέστερο που υπήρξε εδώ και αρκετές δεκαετίες στις αμερικανικές εκλογές. Ακόμα κι αν όλα εξελιχθούν ομαλά και εκλεγεί η Χίλαρι Κλίντον το «σπέρμα» της ακραίας πολιτικής ταυτότητας του Ντόναλντ Τραμπ θα παραμείνει στην αμερικανική ύπαιθρο και θα διχάζει την αμερικανική κοινωνία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δύσκολα θα είναι ίδιες μετά το Νοέμβριο. Το γυαλί, λένε πολλοί, έχει ραγίσει. Και φυσικά δεν θέλουν ούτε να σκεφθούν τι θα συμβεί εάν στο Οβάλ Γραφείο βρεθεί την 1η Ιανουαρίου του 2017 ο Ντόναλντ Τραμπ…
Όπως εξηγεί ο συντάκτης Jamelle Bouie του Slate και περιγράφει το thehuffingtonpost.gr, ο Τραμπ έχει δείξει την λατρεία του στο παρελθόν όχι μόνο σε απόλυτους ηγέτες. Το 1990 είχε δηλώσει στο Playboy ότι θαυμάζει τον τρόπο με τον οποίο η κινεζική κυβέρνηση είχε διαχειριστεί τις διαδηλώσεις φοιτητών στην πλατεία Tiananmen Square, κάνοντας λόγο για «ένδειξη δύναμης». Να σημειώσουμε ότι οι διαδηλωτές που είχαν χάσει την ζωή τους ξεπερνούσαν τους 100.
Ο μεγιστάνας δεν είχε διστάσει ακόμα να δείξει τον θαυμασμό του και προς τον πρώην ηγέτη του Ιράκ, Σαντάμ Χουσείν, τονίζοντας ωστόσο ότι «ήταν ένας κακός τύπος, ένας πολύ κακός τύπος». «Όμως ξέρεις τι έκανε σωστά; Σκότωσε τρομοκράτες. Το έκανε τόσο καλά», είχε δηλώσει ο Τραμπ για τον Χουσείν.
Τον Ιανουάριο, ο υποψήφιος πρόεδρος είχε εκφράσει και την εκτίμησή του για τον απόλυτο εχθρό των Ηνωμένων Πολιτειών, τον ηγέτη που φέρεται να έχει το «κόκκινο κουμπί» που θα σημάνει το τέλος μας, τον ένα και μοναδικό Κιμ Γιονγκ Ουν. Ο Τραμπ είχε πει πως πρέπει να εκτιμήσει κανείς όσα κατάφερε ο ηγέτης της Βόρειας Κορέας, όπως το να εξοντώσει τους αντιπάλους του και να γίνει «το αφεντικό», όπως είπε χαρακτηριστικά.
Επίσης, όλοι ξέρουμε επίσης την λατρεία που τρέφει ο Ντόναλντ Τραμπ για τον Ρώσο πρόεδρο, Βλάντιμιρ Πούτιν, λέγοντας πως ο ηγέτης είναι πιο δυναμικός από όσο θα μπορούσε να γίνει ποτέ ο Μπάρακ Ομπάμα.
Η «παράφρων μεταβλητή» Frauke Petry
Μονοψήφιο ποσοστό πήρε το κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AFD) στις δημοτικές εκλογές της Κυριακής στο κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας, οι οποίες αποτελούν ένα είδος πολιτικού βαρόμετρου, μη επαληθεύοντας τις εκτιμήσεις αλλά και τους φόβους για μεγαλύτερο ποσοστό.
Πρώτο στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων στη Γερμανία παρέμεινε το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU), λαμβάνοντας 34,4%, το οποίο ωστόσο κατέγραψε απώλειες, αφού το 2011 είχε λάβει 37%.
Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) με ποσοστό 31,2 % παρέμεινε δεύτερο κόμμα καταγράφοντας όμως και αυτό απώλειες, δεδομένου ότι το 2011 είχε λάβει το 34,9%.
Ακολουθούν οι Πράσινοι με 10,9%, οι οποίοι μείωσαν επίσης το ποσοστό τους (14,3% το 2011) και το AfD με 7,8% (δεν συμμετείχε το 2011), το οποίο όμως αναδεικνύεται πλέον σε υπολογίσμο πολιτικό παράγοντα και στην Κάτω Σαξονία.
Στις εκλογές της Σαξωνίας οι Χριστιανοδημοκράτες της Άγκελα Μέρκελ πήραν, είναι αλήθεια, μια ανάσα, μετά τη συντριπτική ήττα του Μεκλεμβούργου-Πομερανίας. Εκεί το AfD αναδείχθηκε δεύτερο κόμμα, τώρα, στη Σαξωνία, κατέγραψε μονοψήφιο νούμερο (7,8%), όμως αναδεικνύεται σε υπολογίσιμο πολιτικό παράγοντα.
Με τη Μέρκελ σε δημοσκοπική κατιούσα και ένας στους δύο Γερμανούς να μην την θέλουν ξανά υποψήφια για την Καγκελαρία, εν μέσω αντιδράσεων για την προσφυγική πολιτική της, η Frauke Petry είναι αναμφίβολα μια «παράφρων μεταβλητή» για τις πολιτικές εξελίξεις, όχι μόνο στη Γερμανία αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Με τις παρούσες δημοσκοπήσεις, το εν λόγω κίνημα μπορεί να εισέλθει στην Μπούντεσταγκ, τη γερμανική βουλή, στις βουλευτικές εκλογές του 2017 και αυτό θα αποτελούσε ένα πραγματικό σοκ για την σύγχρονη Γερμανία. Ας σημειωθεί ότι ο γερμανός ΥΠΟΙΚ έχει αποκαλέσει το AfD «ντροπή για τη Γερμανία».
«Ως σήμερα τα λαϊκιστικά κόμματα της δεξιάς ή της ακροδεξιάς αποτελούσαν ταμπού και θεωρούνταν σαν ξένο σώμα στην πολιτική σφαίρα» σημειώνει ο αναλυτής Wolfgang Merkel στην καθημερινή εφημερίδα Tagesspiegel.
Εκτιμά ότι αυτό το ταμπού μπορεί τώρα να καταρρεύσει. «Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να ζήσουμε με το AfD όπως η Γαλλία ζει με το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο ή η Ελβετία με το UDC και να αντιμετωπίσουμε την ξενοφοβία καθημερινά στον πολιτικό διάλογο», προσθέτει.
Το κίνημα AfD αφού ξεκίνησε ως ευρωσκεπτικιστικό κόμμα και κατήγγειλε την οικονομική στήριξη της Γερμανίας στις υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης, τώρα γνωρίζει άνοδο εξαιτίας των μεταναστών που έφτασαν στη Γερμανία και «παίζει» με τον φόβο του ξένου.
Αρχικά, το εν λόγω κίνημα ήταν περιορισμένα στην ανατολική Γερμανία αλλά σήμερα «γίνεται ένα γερμανικό εθνικό κόμμα», όπως αναφέρει η Frankfurter Allgemeine Zeitung. Αυτή η εκρηκτική άνοδος του ακραίου και ξενοφοβικού κόμματος θεωρείται από πολλούς ως άμεση συνέπεια της πολιτικής στρατηγικής της Ανγκελα Μέρκελ η οποία έφερε το κόμμα της CDU περισσότερο στο κέντρο, τα τελευταία δέκα χρόνια. Το αποτέλεσμα είναι ότι με την άνοδο του AfD οι σοσιαλδημοκράτες του SPD χάνουν έδαφος ενώ η δεξιά πτέρυγα του κόμματος της Μέρκελ νοιώθει προδομένη.
«Το κόμμα της Ανγκελα Μέρκελ, το CDU, γλίστρησε προοδευτικά προς τις αρχές της σοσιαλδημοκρατίας και προς τα αριστερά, επί ηγεσίας της Μέρκελ» επισημαίνει ο καθηγητής Bernhard Wessels του πανεπιστημίου Humbold του Βερολίνου, μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η συντηρητική καθημερινή εφημερίδα Die Welt πάει, μάλιστα, πιο μακριά: «Το AfD είναι ένα παιδί της Μέρκελ γιατι το CDU εγκατέλειψε την ταυτότητά του».
Ο Χέερτ Βίλντερς και ο εφιάλτης της τουλίπας…
Αρκετοί υποτιμούν την πρώτη στη σειρά εκλογική αναμέτρηση του 2017. Τα βλέμματα όλων στρέφονται εκ των πραγμάτων στις Γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου και στις Γαλλικές και δεν εστιάζουν στις Ολλανδικές εκλογές. Εκεί θα στηθούν κάλπες για την κάτω βουλή της Ολλανδίας στις 15 Μαρτίου 2017.
Η δεύτερη κυβέρνηση του Μαρκ Ρούτε συνεργάζεται αυτή τη φορά με τους σοσιαλδημοκράτες στη θέση του κυβερνητικού εταίρου και τον πιο προβεβλημένο πολιτικό των τελευταίων, Γερούν Ντάισελμπλουμ (Jeroen Dijsselbloem), στο κρίσιμο χαρτοφυλάκιο των Οικονομικών. Η αυστηρή λιτότητα φαίνεται να αποδίδει ως προς τις στατιστικές για την 6η οικονομία της Ευρώπης αλλά όχι στην κοινωνία, καθώς η υψηλή για τα ολλανδικά δεδομένα ανεργία της τάξης του 6-7% και άνω του 11% στους νέους προκαλεί δυσαρέσκεια. Επιπλέον, πολλοί είναι αυτοί που κάνουν λόγο για συγκυριακή βελτίωση των οικονομικών δεικτών από την υποχώρηση του ευρώ και των τιμών του πετρελαίου και όχι ουσιαστική επάνοδο της ολλανδικής οικονομίας σε βιώσιμη ανάπτυξη.
O αρχηγός της ολλανδικής ακροδεξιάς Χέερτ Βίλντερς (Geert Wilders), ηγέτης από το 2006 του PVV (Κόμμα Ελευθερίας) είναι το πρόσωπο που μπορεί να ανατρέψει τα δεδομένα. Ένας πολιτικός που εκμεταλλεύεται το προσφυγικό ζήτημα και τις πολιτικές λιτότητας αλλά και το αίσθημα ανωτερότητας έναντι των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου και της Ανατολής που διέπει ένα σημαντικό τμήμα της Ολλανδικής κοινωνίας.
Όπως αναφέρει σε πρόσφατο άρθρο του το Cnn.gr, οι πιο πρόσφατες εκλογές στην Ολλανδία ήταν αυτές για τα περιφερειακά συμβούλια της χώρας, απ’ όπου προκύπτει εκλεκτορικό σώμα που εκλέγει τους γερουσιαστές, και πραγματοποιήθηκαν στις 18 Μαρτίου 2015. Οι δύο κυβερνητικοί εταίροι δέχθηκαν ισχυρό ράπισμα με τους σοσιαλδημοκράτες να καταποντίζονται, ενώ τις δυνάμεις τους αύξησαν εντυπωσιακά οι σοσιαλφιλελεύθεροι του D66 και οι σοσιαλιστές, λιγότερο οι χριστιανοδημοκράτες, ενώ στον αντίποδα μαζί με την κυβέρνηση βρέθηκε το ακροδεξιό PVV που είδε τις δυνάμεις του να υποχωρούν παρά τη δημοσκοπική του υπεροχή. Οι νέοι συσχετισμοί επιβεβαιώθηκαν στις εκλογές για τη Γερουσία τον Μάιο και αποτυπώνουν τον κατακερματισμό στο πολιτικό σκηνικό της έκτης μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας.
Έκτοτε, όμως, ο Βίλντερς είδε τις δυνάμεις του να παίρνουν την ανιούσα και τώρα οι δημοσκοπήσεις τον φέρνουν πρώτο εν όψει των εκλογών του Μαρτίου. Εάν θα καταφέρει να σπάσει το δικομματισμό μεταξύ κεντροδεξιάς και κεντροαριστεράς είναι αμφίβολο, ωστόσο ο Βίλντερς κάνει ότι μπορεί για να αξιοποιήσει το κοινωνικό κλίμα αλλά και τους λανθασμένους ευρωπαϊκούς χειρισμούς στο προσφυγικό.
Η Ολλανδία δεν είναι άλλωστε μια τυχαία χώρα. Μπορεί να ανήκει στον ευρύτερο γερμανικό «αστερισμό», οι πολιτικές εξελίξεις εκεί, όμως, επηρεάζουν τον ευρύτερο γεωπολιτικό περίγυρο της Σκανδιναβίας, ακόμα και την ίδια τη Γερμανία. Μια νίκη, ακόμα και εάν δεν κατορθώσει να σχηματίσει κυβέρνηση, του Βίλντερς, λένε αρκετοί αναλυτές, είναι βέβαιο πως θα έχει αντίκτυπο στη δυναμική που θα αναπτύξει το ευρωφοβικό AfD στις εκλογές της Γερμανίας, λίγους μήνες αργότερα.
Αν γίνονταν σήμερα εκλογές, το PVV θα καταλάμβανε 32 έδρες στην κάτω βουλή, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση της Ipsos, που φέρνει τους ακροδεξιούς πρώτους με δεύτερους τους φιλελεύθερους του πρωθυπουργού Ρούτε, οι οποίοι υποχωρούν από τις 41 στις 26 έδρες.
Ο διόλου εκλεπτυσμένος φόβος της Γαλλικής ακροδεξιάς
Στη Γαλλία, ο φόβος -υπαρκτός ή υπερβολικός μένει να αποδειχθεί- του Εθνικού Μετώπου και της Μαρί Λεπέν αναγκάζει τους μεν Σοσιαλιστές του Φρανσουά Ολάντ να υπόσχονται μειώσεις φόρων, το δε ανακάμπτοντα πολιτικά Νικολά Σαρκοζί να δηλώνει πως θα καταργήσει το μπουργκίνι.
Σε αντίθεση με τον ανορθόδοξο πατέρα της, η Μαρίν δεν αρκείται στην προσέλκυση της ψήφου διαμαρτυρίας αλλά στοχεύει στη δύναμη. Μετά από μια στρατηγική «αποδαιμονοποίησης», προσπάθησε να μετατρέψει το ΕΜ σε πιο συμβατικό κόμμα με πολιτικό κύρος, κάτι το οποίο ο πατέρας της θεωρεί λανθασμένη τακτική.
Η ανερχόμενη δημοτικότητά της δεν ζημιώθηκε από την διαγραφή του πατέρα της. Ενώ όμως οι δημοσκοπήσεις τη δείχνουν να ηγείται στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών τον Απρίλιο του 2017, την δείχνουν επίσης και να χάνει στο δεύτερο γύρο από τον πρώην πρωθυπουργό Αλέν Ζιπέ, του κεντροδεξιού κόμματος των Ρεπουμπλικανών. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, ο σοσιαλιστής πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ δεν φαίνεται να φτάνει στον δεύτερο γύρο.
Παρά την βελτίωση των ποσοστώσεων του από εκλογή σε εκλογή, το ΕΜ δυσκολεύεται να τα μετατρέψει σε νίκες. Η πιο πρόσφατη ανατροπή του ήταν στις περιφερειακές εκλογές τον Δεκέμβριο, όταν δεν κέρδισε καμία έδρα παρά το γεγονός ότι προηγούνταν στον πρώτο γύρο.
Η κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS) στη Γαλλία μελετά το ενδεχόμενο να μειώσει τους φόρους εισοδήματος κατά συνολικά 1 δισεκατομμύριο ευρώ, επτά μήνες πριν διεξαχθούν οι προεδρικές εκλογές στη χώρα, σύμφωνα με την οικονομική εφημερίδα Les Échos.
Οι μειώσεις φόρων που εξετάζονται είναι μικρότερες από εκείνες που είχε εξαγγείλει ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ το καλοκαίρι, γεγονός το οποίο πιθανόν αντανακλά τον βραδύ ρυθμό της ανάκαμψης της γαλλικής οικονομίας και τις συνέπειες των προσπαθειών να μειωθεί το γαλλικό δημόσιο έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ – το όριο που προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας – ως τα τέλη του 2017.