Σάββατο, Οκτωβρίου 14

Έρευνα: Γιατί δεν θα αυξηθούν οι μισθοί τα επόμενα χρόνια

Δεν βλέπει ανάκαμψη των μισθών στο άμεσο μέλλον η Alpha Bank σε ανάλυσή της για την αγορά εργασίας σύμφωνα με τα όσα διαβάζουμε στο newpost.gr.
Όπως σχολιάζουν οι αναλυτές της τράπεζας, παρότι η ανεργία έχει πέσει από το 2013 και μετά στο 21%, το γεγονός αυτό δεν αποκαθιστά το πρόβλημα των μισθολογικών απωλειών ανά εργαζόμενο κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.


Οι αποδοχές στην Ελλάδα δεν φαίνεται να ανακάμπτουν σε αξιοπρόσεκτο βαθμό στο άμεσο μέλλον, τονίζουν οι αναλυτές της Alpha Bank. Οι παράγοντες που υπαγορεύουν την πορεία των αποδοχών στην τρέχουσα συγκυρία έχουν ως ακολούθως:

1) Υπερβάλλουσα προσφορά εργασίας: Η διατήρηση διψήφιου ποσοστού ανεργίας σε συνδυασμό με την υποαπασχόληση των εργαζομένων, περιορίζει την δυνατότητα ανάκαμψης των αμοιβών. Το ποσοστό ανεργίας την περίοδο της έντονης κρίσης ανήλθε κατά 19,2 εκατοστιαίες μονάδες, ενώ την περίοδο 2013-2017 (στοιχείο Ιουλίου 2017) ακολουθεί πτωτική πορεία (κατά 6,5 εκατοστιαίες μονάδες). Η αύξηση του ποσοστού ανεργίας την περίοδο 2007-2013, όπως ήταν αναμενόμενο συνοδεύθηκε από μείωση του δείκτη αμοιβών εξαρτημένης εργασίας ανά εργαζόμενο κατά 14,4%. Η μεγάλη μείωση των μισθών είναι απότοκος τόσο της οικονομικής ύφεσης, όσο και τηςεσωτερικής υποτίμησης που ακολουθήθηκε κατά την προσπάθεια αποκατάστασης τηςανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Την περίοδο μετά το 2013, παρά την υποχώρηση του ποσοστού ανεργίας, η μεταβολή του δείκτη αμοιβών εξακολουθεί να είναι αρνητική. Τα σημάδια ανάκαμψης της οικονομίας που παρατηρούνται από την αρχή του 2017 δεν αναμένεται να οδηγήσουν ακόμη σε σημαντική αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων στη χώρα, καθώς το ποσοστό ανεργίαςδιατηρείται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.

2) Πτωτική πορεία της παραγωγικότητας της εργασίας: Η παραγωγικότητα της εργασίας εξακολουθεί να μειώνεται στην περίοδο 2013-2017, που η ανεργία αποκλιμακώνεται σταδιακά. Ο χαμηλός σχηματισμός παγίου κεφαλαίου μηχανολογικού εξοπλισμού την τελευταία οκταετία έχει επηρεάσει αρνητικά την προοπτική αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας και κατά συνέπεια την άνοδο των αποδοχών.

3) Αύξηση του αριθμού των συμβάσεων μερικής απασχόλησης: H σύνθεση της αγοράς εργασίας, με την αύξηση του ποσοστού συμβολαίων προσωρινής και εκ περιτροπής απασχόλησης, και ιδιαίτερα η αύξηση του ποσοστού των απασχολουμένων που ενώ εργάζονται με μερική απασχόληση θα ήθελαν να εργασθούν περισσότερες ώρες (ακούσια μερική απασχόληση) αποτρέπει την αύξηση τηςμέσης μισθολογικής αμοιβής.

Σε επιλεγμένες χώρες της Ευρώπης όπως Κύπρος, Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε αλλά μειώθηκε και ο δείκτης αμοιβών εξαρτημένης εργασίας ανά εργαζόμενο. Ειδικότερα στην περίπτωση της Ιταλίας παρατηρήθηκε ακόμη μεγαλύτερη μείωση του δείκτη αμοιβών σε σχέση με την μεταβολή του ποσοστού ανεργίας. Στο σύνολο της Ευρωζώνης όπου παρατηρείται επίσης μείωση του ποσοστού ανεργίας, η αύξηση του δείκτη αμοιβών εξαρτημένης εργασίας είναι πολύ περιορισμένη. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι όπως στην Ελλάδα, έτσι και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε μεν αλλά αυξήθηκε το ποσοστό μερικής απασχόλησης και κυρίως το ποσοστό της ακούσιας μερικής απασχόλησης.

Οι παράγοντες που οδήγησαν στην αύξηση των συμβάσεων μερικής απασχόλησης είναι:
Η αβεβαιότητα του οικονομικού περιβάλλοντος οδηγεί τις επιχειρήσεις στην αποφυγή της σύναψης συμβάσεων πλήρους απασχόλησης ώστε να διατηρήσουν την ευχέρεια αντίδρασης σε τυχόν οικονομικές διακυμάνσεις της δραστηριότητάς τους στο μέλλον.
Η παραμονή του πραγματικού ΑΕΠ σε επίπεδο σημαντικά χαμηλότερο από εκείνο του δυνητικού ΑΕΠ δεν δίδει ακόμη τη δυνατότητα σε επιχειρήσεις να προβούν σε ενίσχυση των θέσεων πλήρους απασχολήσεως.

4) Αύξηση του Δείκτη Οικονομικής Εξάρτησης, ο οποίος μετρά σε πόσους άνεργους και μη οικονομικά ενεργά άτομα αντιστοιχεί ο κάθε απασχολούμενος στην Ελλάδα και σε επιλεγμένες χώρες της Ευρωζώνης. Ο δείκτης αυτός έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο στην Ελλάδα κατά το 2013 και έκτοτε εμφανίζει μεν καθοδική τάση, ωστόσο παραμένει σε πολύ υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες.