Παρασκευή, Οκτωβρίου 27

Φτάνουμε στο τέλος της πολιτικής ή έχουμε φετιχισμό με τις «αφηγήσεις»;

FreeSpeech

Γράφει ο Ceteris Paribus
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η παγκοσμιοποίηση* δέχεται σοβαρά πλήγματα, δίνοντας τροφή για πυκνή αρθρογραφία επί του θέματος. Η μοίρα της Πολιτικής δεν είναι ωστόσο καλύτερη – μάλιστα, από πολλές απόψεις είναι ακόμη χειρότερη. Μια έρπουσα πολιτική κρίση απλώνεται σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο. Δεν είναι κρίση του ενός ή άλλου πολιτικού ρεύματος ειδικά, αλλά της Πολιτικής ως τέτοιας γενικά.

Η πρόσφατη ανάδυση των «αφηγήσεων», που ανεπαισθήτως κατέλαβαν το χώρο που κάποτε κατείχαν τα πολιτικά προγράμματα, είναι σύμπτωμα αυτής ακριβώς της κρίσης της Πολιτικής, που εξελίσσεται από κρίση ταυτοτική σε κρίση υπαρξιακή. Στη διεθνή αρθρογραφία, με αφορμή τα κινήματα αυτονομίας της μετανεωτερικής εποχής (όπως στην Καταλωνία) βρίσκει κανείς άρθρα προβληματισμού για το αν, ως σύμπτωμα κρίσης της παγκοσμιοποίησης, βιώνουμε μια διαδικασία επιστροφής στο κράτος-πόλη! Μήπως αρχίσουν και πληθαίνουν οι πολιτικές «μαύρες τρύπες» στο «σύμπαν» της παγκοσμιοποίησης. Η σταδιακή επανεθνικοποίηση των πολιτικών, δηλαδή η ενίσχυση των πολιτικών εθνικής προτεραιότητας, είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό σύμπτωμα. Στα δεξιά αυτού του main streem ρεύματος, μια «στρεβλή» επαναπολιτικοποίηση, με τη μορφή μιας νέας εθνικιστικής και ρατσιστικής ακροδεξιάς, προκαλεί γενικευμένη πολιτική ανασφάλεια. Πέρα όμως από τις καταγγελίες και «κατάρες» για «λαϊκισμό», η αδυναμία να αντιμετωπιστεί αυτού του τύπου ο «λαϊκισμός» με πραγματικές πολιτικές κι όχι με κατάρες είναι εκκωφαντική.
Είναι φυσικό: αν έχει εφευρεθεί ο ύστατος και τέλειος τύπος πολιτικής, ο ένας και μοναδικός που ανταποκρίνεται στους «καταναγκασμούς» της οικονομίας, τότε καμία ουσιαστική αλλαγή δεν «επιτρέπεται» – το μέλλον της πολιτικής είναι η αέναη επανάληψη, με θανάσιμα βαρετό τρόπο, του τέλειου υποδείγματος.
«Μακροπρόθεσμα είμαστε όλοι νεκροί»…
Υπάρχουν οι πραγματικές μετρήσεις, τα αποτελέσματα των εκλογών, που ήδη αποκαλύπτουν το πρόβλημα. Όταν το Λευκό Οίκο καταλαμβάνει ένας κατεξοχήν εκπρόσωπος του «αντισυστημικού» ρεύματος, κι όταν η διαμάχη για το μέλλον της παγκοσμιοποίησης προκαλεί έναν οιονεί εμφύλιο στους κόλπους της αμερικανικής πολιτικής και οικονομικής ελίτ, ποίαν χρείαν μαρτύρων έχομεν;.. Όταν στην υποτίθεται αλώβητη Γερμανία, το ξενοφοβικό και ακροδεξιό AfD προκαλεί, για πρώτη φορά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ένα σημαδιακό ρήγμα στο πολιτικό σύστημα, ποιος μπορεί να ελπίζει ότι θα μείνει αλώβητος από την έρπουσα πολιτική κρίση; Το γερμανικό παράδειγμα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι και η νίκη του Εμάνουελ Μακρόν στη Γαλλία, δεν πρέπει να υπερεκτιμηθεί: ο Μακρόν, τυπικός εκπρόσωπος του συστήματος της παγκοσμιοποίησης, παρουσιάστηκε σαν αντισυστημικός, καλύπτοντας το κενό μιας φιλελεύθερης επανάστασης και έχοντας αντίπαλο ένα πολιτικό σύστημα που, εκ του αποτελέσματος, είναι φανερό πως ήταν ετοιμόρροπο. Όταν, αργά ή γρήγορα, αλλά με μαθηματική ακρίβεια, ταυτιστεί με τη «μισητή» παγκοσμιοποίηση, τότε τι θα καλύψει το κενό που δημιούργησε η ακαριαία αχρήστευση του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος;
Ποια είναι η ρίζα του προβλήματος; Όλες οι έρευνες κοινής γνώμης δείχνουν μια διαρκώς διευρυνόμενη απόσυρση εμπιστοσύνης προς το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα, που στη συνείδηση των πολιτών ταυτίζεται με την παγκοσμιοποίηση. Πρόσφατη έρευνα του Pew Research Center για την Ελλάδα και άλλες 37 χώρες εμπεριέχει ενδιαφέροντα ευρήματα: η εμπιστοσύνη προς το πολιτικό σύστημα παραμένει πλειοψηφική, αλλά αυξάνονται σε επίπεδα «πολιτικής επικινδυνότητας» τα ποσοστά των πολιτών που θα ήθελαν είτε μια αποτελεσματική τεχνοκρατική διαχείριση των δημόσιων ζητημάτων δίκην επιχείρησης είτε μια «πεφωτισμένη ηγεσία» (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό…) είτε να αναλάβει ο ίδιος ο στρατός την εξουσία (η τελευταία κατηγορία είναι μειοψηφική). Αυτές οι τάσεις σχετίζονται με τα δύο βασικά συμπεράσματα των πολιτών: Ότι η πολιτική και κρατική γραφειοκρατία είναι είτε αναποτελεσματική είτε διεφθαρμένη είτε και τα δύο – και άρα πρέπει να παραμεριστεί…
Αυτά τα πολιτικά ανακλαστικά είναι αναμφίβολα πρωτόλεια, παραπέμποντας μάλιστα σε ένα ιδιότυπο «σύνδρομο Στοκχόλμης»: αν το πρόβλημα είναι το «σύστημα» της παγκοσμιοποίησης και η μέχρις εξευτελισμού υποταγή της πολιτικής στην «οικονομία», τότε η λύση ενός πολιτικού και κυβερνητικού συστήματος τύπου επιχείρησης όχι μόνο δεν θα λύσει αλλά θα απογειώσει το πρόβλημα. Οι άλλες δύο «λύσεις», η «πεφωτισμένη» ηγεσία και ο στρατός, έχουν μια κοινή κεντρική ιδέα, εντελώς αντίθετη από την προηγούμενη: την επιστροφή της πολιτικής προικισμένης με πυγμή ικανή να δώσει λύσεις. Είναι φανερό ότι εδώ υπάρχει, πολύ θολή και ανεπεξέργαστη, η συναίσθηση ότι η πολιτική έχει καταστεί πλήρως ανίσχυρη να κάνει οτιδήποτε καλό για τους πολίτες πέρα από το να υπηρετεί την «οικονομία» – και τα συμφέροντα που ταυτίζονται με αυτήν.
Το αποτέλεσμα είναι ένα «μίγμα» διαθέσεων που ενισχύει ή και δημιουργεί εκ του μηδενός πολιτικά ρεύματα με εθνικιστικό, ρατσιστικό και ακροδεξιό πρόσημο, αφού σε τέτοια ρεύματα θα βρούμε συγκεντρωμένες τις τρεις «αρετές»: επανεθνικοποίηση στον ύψιστο δυνατό βαθμό (ενάντια στην παγκοσμιοποίηση), πολιτική με πυγμή (επιστροφή της πραγματικής πολιτικής) και αποδυνάμωση του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος και του κράτους του (που συμβολίζει όλα τα δεινά).
Η έρπουσα πολιτική κρίση προκαλείται λοιπόν από μια έρπουσα κοινωνική ανταρσία. Χωρίς να το ξέρει, εμπνέεται από την… ατάκα του Τζον Μέιναρντ Κέινς ότι «μακροπρόθεσμα είμαστε όλοι νεκροί». Που θα πει πως όλο και μεγαλύτερα τμήματα των πολιτών απεχθάνονται τη λογική ότι θα πρέπει να θυσιάζουν την πραγματική ζωή του σήμερα στο όνομα (πολύ) μελλοντικών ωφελειών. Που εξεγείρονται στη σκέψη ότι το μέλλον προδιαγράφεται ζοφερό και ότι τα παιδιά τους θα ζήσουν χειρότερα απ’ αυτούς – που ήδη ζουν άσχημα.
Η σκέψη ότι τέτοια αισθήματα θα «καταπραϋνθούν» στη φάση της συντονισμένης ανάκαμψης που έχει μπει η παγκόσμια οικονομία είναι λαθεμένη γιατί είναι σχηματική: ίσα-ίσα που, αν στη φάση της ανάκαμψης, ως φαίνεται, η κοινωνική ανισότητα παραμείνει ακλόνητη και η μείωση της ανεργίας δεν είναι μεγάλη και στην ουσία στηρίζεται σε υποκατάσταση ανεργίας από εκτεταμένες ελαστικές σχέσεις εργασίας (επέκταση του στρώματος των «εργαζόμενων φτωχών»), η αντίφαση ανάμεσα σε αυτή την πραγματικότητα και την οικονομική ανάκαμψη θα είναι κραυγαλέα.
 Οι αφηγήσεις: λύση στο πρόβλημα ή παράγωγο της κρίσης;
Η «ενιαία σκέψη» και η πλήρης υποταγή της πολιτικής στην «οικονομία» έχει ένα ακόμη αποτέλεσμα: κατέστρεψε το «μηχανισμό» παραγωγής και αναπαραγωγής μαζικών κομμάτων «γειωμένων» στην κοινωνία, καθώς αυτή η «γείωση» θεωρήθηκε» ιμάντας μεταβίβασης πιέσεων των «συντεχνιών». Στη θέση των παλιών, «πραγματικών» πολιτικών κομμάτων τώρα έχουμε κατ’ ουσίαν επικοινωνιακά ρεύματα που έχουν μεν ιστορικές αναφορές αλλά συναγωνίζονται σε προσπάθεια πολιτικού αποχρωματισμού, αφού όλα συμπεριφέρονται σαν μνηστήρες του στέμματος του… πολιτικού κέντρου – συνωστισμός στο κέντρο είναι στην ουσία η άλλη εκδοχή της έκπτωσης της πολιτικής.
Ωστόσο, τα κόμματα-επιτελεία επικοινωνίας που εκπονούν επικοινωνιακές στρατηγικές για την κατάληψη της κυβέρνησης, έχουν πολιτικά προβλήματα: ελάχιστα μπορούν να ελέγξουν ή να επηρεάσουν υλικά σε επίπεδο κοινωνίας, διαθέτουν ατροφικό μηχανισμό αναπαραγωγής που τα κάνει να συμφύονται όλο καιν περισσότερο απευθείας με τον επιχειρηματικό κόσμο και τη δημοσιογραφία και, εξαιτίας όλων αυτών, είναι εξαιρετικά ασταθή. Το αποτέλεσμα είναι πως αποτελούν το ύστατο προϊόν της έκπτωσης της πολιτικής, το ύστατο σύμπτωμα της κρίσης της – και σε καμία περίπτωση βέβαια τη λύση σε αυτή την κρίση.
Ακριβώς γι’ αυτό, η πολιτική από προγραμματικός λόγος εκπίπτει σε αφήγηση: όσο περισσότερο απουσιάζει η πραγματική πολιτική, τόσο θριαμβεύουν οι αφηγήσεις. Και μαζί τους, αναπόφευκτα, και ο κυνισμός, αφού οι αφηγήσεις δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα καλογραμμένο σενάριο που επιδιώκει να αποπλανήσει (ή να παραπλανήσει) τους πολίτες-αποδέκτες.
Ο γράφων συμφωνεί ότι η βάση όλων είναι η οικονομία. Μόνο που οι επιλογές αναφορικά με την οικονομία δεν έχουν τίποτε το αντικειμενικό. Και η κεντρική επιλογή είναι μία: η κατανομή του παραγόμενου προϊόντος. Τα δύο θεμελιώδη μεγέθη που περιγράφουν αυτή την κατανομή, το Μερίδιο της εργασίας στο προϊόν και το Μερίδιο των κερδών στο προϊόν, υπάρχουν στις επίσημες στατιστικές βάσεις δεδομένων, αλλά απουσιάζουν επιδεικτικά από τη δημοσιογραφία και τη δημόσια συζήτηση. Κι όμως, αυτά παραπέμπουν κατεξοχήν στο πραγματικό περιεχόμενο της πολιτικής: τους κοινωνικούς σκοπούς της οικονομίας. Η «οικονομία» και η οικονομική αποσκοπούν σε κοινωνικούς σκοπούς και κρίνονται από το αν επιτυγχάνουν τέτοιους σκοπούς; Είναι η κοινωνικά δίκαιη κατανομή του πλούτου, η πλήρης απασχόληση, η ύπαρξη κοινωνικού κράτους κ.λπ. σκοποί της οικονομικής πολιτικής; Το γεγονός ότι επί δεκαετίες αποτυγχάνουν να τους εκπληρώσουν, είναι αυτονόητα λόγος για να τεθούν υπό τον έλεγχο της πολιτικής τα δόγματα και οι παραδοχές που ταυτίζονται με αυτή την αποτυχία;
Η πολιτική, την οποία οι υποτιθέμενοι «καταναγκασμοί της οικονομίας» και η «ενιαία σκέψη» έδιωξαν κλοτσηδόν από την πόρτα, μπορεί να επιστρέψει ξανά από την πόρτα για να παλινορθώσει τον απολεσθέντα έλεγχο πάνω στις «τυφλές» δυνάμεις της οικονομίας. Αν πάντως δεν γίνει έτσι, κανείς δεν δικαιούται να κλαψουρίζει που θα επιστρέφει με τη μορφή της εθνικιστικής και ρατσιστικής άκρας δεξιάς μαζί με τα φαντάσματα του πολέμου…
Για όσο διάστημα η «οικονομία», στην παγκοσμιοποιημένη της διάσταση, δεν τιθασσεύεται, για όσο διάστημα η πολιτική θα παραμένει ανάπηρη θεραπαινίδα της «οικονομίας», η παγκοσμιοποιημένη αυτοκρατορία θα αντιμετωπίζει διαρκείς πολιτικές ανταρσίες, οι οποίες θα φυτρώνουν στο έδαφος μιας υπόκωφης και ιδιότυπης μεν, εντεινόμενης δε, πολιτικής ανυπακοής. Που θα πληθύνονται αγγίζοντας τα πάντα: μέχρι και το άβατο του νομίσματος – τι άλλο είναι τα bitcoin, πέρα από προθέσεις, παρά μια «ανταρσία» ενάντια στο νομισματικό μονοπώλιο των κεντρικών τραπεζών;
Από τον Τραμπ ως το… bitcoin, από το Brexit ως τη Λεπέν, από το AfD ως τη Χρυσή Αυγή, από την Καταλωνία ως τη Λομβαρδία, από την Αυστρία ως την Τσεχία, όλα βοούν πως μια ταυτόχρονη -και σε μεγάλο βαθμό ταυτόσημη- κρίση της παγκοσμιοποίησης και της επίσημης πολιτικής είναι σε πλήρη εξέλιξη. Και η λύση δεν είναι η επίθεση στα συμπτώματα της ασθένειας, αλλά η αναίρεση των αιτίων της…

 http://www.rizopoulospost.com