Τετάρτη, Δεκεμβρίου 13

Η μοναδική διέξοδος από το αδιέξοδο

Η λύση που απομένει σήμερα στην Ελλάδα είναι η αναβολή της πληρωμής των χρεών της, έως ότου εξυγιανθεί η οικονομία της και αυξηθούν οι τιμές των περιουσιακών της στοιχείων, η πτώση των οποίων υπερβαίνει το 1 τρις € – διαφορετικά κινδυνεύει να μετατραπεί σε ένα αποτυχημένο κράτος, στο οποίο θα βασιλεύει η εγκληματικότητα.

(Το άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)
.
«Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να παράγει πλούτο, αντί να μοιράζει «αριστερά» τη φτώχεια με την πολιτική των μνημονίων που της έχει επιβληθεί – οπότε είναι απαραίτητη η άμεση κατάργηση τους και η διεξαγωγή δημοσίων επενδύσεων, παράλληλα με τις ορθολογικές μεταρρυθμίσεις της οικονομίας της και την αλλαγή του παραγωγικού της μοντέλου, για να καταφέρει να επιστρέψει σε πορεία ανάπτυξης«.
.

Ανάλυση

Σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, το σημαντικότερο που πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι επιπτώσεις μία κρίσης είναι το ότι, οι κρίσεις δεν καταστρέφουν τα υφιστάμενα περιουσιακά στοιχεία μίας χώρας. Με απλά λόγια τράπεζες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά μπορεί να χρεοκοπούν, αλλά όλα τα περιουσιακά στοιχεία παραμένουν τα ίδια με προηγουμένως: το ίδιο ανθρώπινο, υλικό και φυσικό κεφάλαιο. Τα ίδια σπίτια, οι ίδιες βιομηχανικές εγκαταστάσεις, οι ίδιοι εργαζόμενοι.
Φυσικά πλήττονται τόσο η εμπιστοσύνη, όσο και η πίστη – ενώ εξασθενεί ο θεσμικός ιστός της κοινωνίας όταν οι επιχειρήσεις πτωχεύουν ή αδυνατούν να ανταπεξέλθουν με τις υποχρεώσεις τους, οι άνθρωποι χάνουν τις θέσεις εργασίας τους και δεν είναι πια σαφές ποιός έχει τον έλεγχο ή την ιδιοκτησία των συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων (στο παράδειγμα της Ελλάδας, πολλά ιδιωτικά ακίνητα ανήκουν μεν ακόμη στους ιδιοκτήτες τους, αλλά την κυριότητα τους την είχαν οι τράπεζες, ενώ σήμερα τα κερδοσκοπικά κεφάλαια).
Στο δρόμο τώρα προς την κρίση γίνεται μεγάλη σπατάλη πόρων – όπως συμβαίνει για παράδειγμα με τις κατασκευές κατοικιών, όπου συχνά επενδύονται υπερβολικά πολλά χρήματα, τα οποία δεν είναι παραγωγικά. Όλα αυτά δεν διαπιστώνονται φυσικά μόνο σε χώρες όπως η Ελλάδα, στην οποία σπαταλήθηκαν μετά την υιοθέτηση του ευρώ πολλά χρήματα, επειδή ήταν τόσο εύκολος, όσο και φθηνός ο δανεισμός – αλλά σχεδόν παντού στον πλανήτη.
Στο πρόσφατο παρελθόν οι Η.Π.Α., η Ισπανία και η Ιρλανδία ήταν τα κυριότερα κράτη, στα οποία υπήρξαν μεγάλες φούσκες ακινήτων που προκάλεσαν την κατάρρευση των τραπεζών – ενώ σήμερα παρατηρείται κάτι ανάλογο σε πολλές άλλες χώρες, όπως η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Κίνα κοκ. Όσον αφορά δε την πολιτική διαφθορά, τη διαπλοκή, την αναποτελεσματικότητα του δημοσίου τομέα, την απώλεια της ανταγωνιστικότητας κοκ., η Ελλάδα δεν έχει επίσης το «μονοπώλιο» – αφού ανάλογες «διαστρεβλώσεις» υπάρχουν σε πολλά άλλα κράτη, πριν από όλα στην Ιταλία (για παράδειγμα η φοροδιαφυγή, η παραοικονομία καλύτερα σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ είναι 24% του ΑΕΠ στην Ελλάδα και 17% στη Γερμανία – στην οποία βέβαια η φοροαποφυγή μέσω των φορολογικών παραδείσων είναι απείρως μεγαλύτερη) .
Ως εκ τούτου είναι ανόητο να κατηγορούμε μόνο τη χώρα μας, σε σχέση με την υπερχρέωση της, τις εσφαλμένες επενδύσεις σε ακίνητα που ασφαλώς δεν είναι παραγωγικά, τα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της κοκ. – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Αντίθετα, πρέπει να κατηγορούμε τη λανθασμένη πολιτική που μας επέβαλλε η Τρόικα μετά το 2010, αφού αυτή κατέστρεψε τελικά την Οικονομία μας – γνωρίζοντας πως σχεδόν νομοτελειακά οι περισσότερες ζημίες σημειώνονται μετά το ξέσπασμα της εκάστοτε κρίσης, όταν οι πόροι δεν χρησιμοποιούνται πλήρως, ούτε αποτελεσματικά, η ανεργία εκτινάσσεται στα ύψη και οι χρεοκοπίες πολλαπλασιάζονται.
Έτσι, αντί τα προβλήματα που είχαμε πριν από την κρίση οδηγώντας την Ελλάδα στην υπερχρέωση να αντιμετωπισθούν, προσαυξήθηκαν μετά το ξέσπασμα της – παρά το ότι ήταν πολύ μικρότερα, συγκριτικά με άλλες χώρες, αφού η Ελλάδα δεν είχε μεγάλη φούσκα ακινήτων, ούτε τραπεζικά προβλήματα, ενώ το ιδιωτικό της χρέος ήταν εξαιρετικά χαμηλό.
Όλα αυτά όμως αποτελούν πλέον παρελθόν, ενώ ότι συνέβη δεν αλλάζει. Αυτό που πρέπει λοιπόν να μας απασχολεί σήμερα είναι το μέλλον – το οποίο δεν πρόκειται να είναι θετικό για όλους εμάς τους Έλληνες, εάν δεν υιοθετηθούν άμεσα οι κατάλληλες πολιτικές. Στα πλαίσια αυτά υπάρχουν δύο διαφορετικές απόψεις: αυτή της Τρόικας, η οποία είχε στόχο να ισοσκελίσει τα δίδυμα ελλείμματα της χώρας μας (έχοντας τον τελικά πετύχει, αλλά καταστρέφοντας παράλληλα εντελώς την οικονομία μας), καθώς επίσης η μέθοδος του Keynes – σύμφωνα με την οποία ο μοναδικός τρόπος για να ξεφύγει μία χώρα από μία βαθιά ύφεση είναι οι δημόσιες επενδύσεις.
Εδώ οφείλουμε να σημειώσουμε πως η μεγάλη διαφορά με την πολιτική που πρότεινε ο Keynes, οπαδός της ελεύθερης οικονομίας, όσον αφορά την εφαρμογή της είναι το ότι, το κράτος πρέπει μεν να επεμβαίνει σε εποχές μεγάλων κρίσεων επενδύοντας, αφού μόνο έτσι αυξάνεται η ζήτηση (το νούμερο ένα πρόβλημα της Ελλάδας) και μειώνεται η ανεργία, αλλά αμέσως μετά, όταν η κατάσταση της οικονομίας σταθεροποιείται και ανακτάται η εμπιστοσύνη, το κράτος οφείλει να αποχωρεί – αφήνοντας πλέον τους ιδιώτες να επιχειρήσουν, στους οποίους μεταξύ άλλων πουλάει τις επενδύσεις του. Δυστυχώς το δεύτερο μέρος της πρότασης του δεν δρομολογήθηκε – με αποτέλεσμα μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο να διογκωθεί υπερβολικά το δημόσιο, διευκολύνοντας την άνοδο και την κυριαρχία του ακραίου νεοφιλελευθερισμού αργότερα (ανάλυση).
Η ορθολογική αντιμετώπιση των κρίσεων
Περαιτέρω, αυτό που χρειαζόταν η Ελλάδα σύμφωνα με τη θεωρία του Keynes, ήταν ένα πακέτο τόνωσης της οικονομίας της – παράλληλα με τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, καθώς επίσης με την αλλαγή του λανθασμένου παραγωγικού της μοντέλου. Με βάση τώρα τον κ. Siglitz, ένα καλά σχεδιασμένο πακέτο αντιμετώπισης της κρίσης πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν του τις εξής επτά αρχές:
(α)  Πρέπει να λειτουργεί άμεσα – με την έννοια πως κάθε οικονομική πολιτική χρειάζεται αρκετούς μήνες για να αποδώσει, οπότε είναι επιτακτική η ανάγκη διοχέτευσης χρήματος στην οικονομία γρήγορα (πόσο μάλλον πριν χρεοκοπήσουν οι πάντες, οπότε ακόμη και αν διατίθενται χρήματα, δεν υπάρχουν αξιόχρεοι δανειολήπτες). Στην Ελλάδα βέβαια έγινε ακριβώς το αντίθετο, το οποίο επιδεινώθηκε από τη μαζική εκροή κεφαλαίων στο εξωτερικό που διευκολύνθηκε από τις δανειακές συμβάσεις – κάτι που έχει συμβεί στο παρελθόν σε πολλές άλλες χώρες, προκαλώντας την ασιατική κρίση που πυροδότησε τη Ρωσική, την κρίση της Αργεντινής κοκ.
(β)  Πρέπει να είναι αποτελεσματικό – γεγονός που σημαίνει ότι, κάθε ευρώ που δαπανάται οφείλει να οδηγεί σε μία μεγαλύτερη αύξηση της απασχόλησης και του ΑΕΠ. Εν προκειμένω αναφερόμαστε στον πολλαπλασιαστή, σύμφωνα με τον οποίο 1 € κρατικής δαπάνης αυξάνει το ΑΕΠ περισσότερο από 1 € – ενώ ο μακροπρόθεσμος πολλαπλασιαστής είναι συνήθως μεγαλύτερος από το βραχυπρόθεσμο, αρκεί οι δαπάνες να διενεργούνται σωστά. Σε πλήρη αντίθεση, στην Ελλάδα μειώθηκαν ακαριαία οι κρατικές δαπάνες, ενώ ταυτόχρονα αυξήθηκαν οι φόροι – με αποτέλεσμα ο αρνητικός πολλαπλασιαστής να εκτοξευθεί στα ύψη (ανάλυση), πολύ περισσότερο από ότι ανόητα υπολόγιζε η Τρόικα.
(γ)  Πρέπει να αντιμετωπίζει τα μακροπρόθεσμα προβλήματα της χώρας: Εδώ πρόκειται για τα τεράστια εμπορικά ελλείμματα που είχε η Ελλάδα λόγω του λανθασμένου παραγωγικού της μοντέλου, για τις εσφαλμένες επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα στα ακίνητα αντί σε κερδοφόρους παραγωγικούς κλάδους, για το ασφαλιστικό, για το μεγάλο δείκτη εξάρτησης, για τη χαμηλή παραγωγικότητα, για τη μειωμένη ανταγωνιστικότητα της κοκ. – τα οποία θα έπρεπε να καταπολεμηθούν σταδιακά, χωρίς να καταστραφεί εντελώς η χώρα με βίαιες προσαρμογές, όπως συνέβη.
Στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία, στην Κύπρο, στην Ισπανία και στην Ιταλία  δεν εφαρμόσθηκαν βέβαια τα ίδια βίαια μέτρα – οπότε είχαν καλύτερα αποτελέσματα. Εδώ, παρά το ότι δεν είμαστε οπαδοί θεωριών συνωμοσίας, απορούμε για τη διαφορετική, τη ρατσιστική κατά κάποιον τρόπο συμπεριφορά της Τρόικας απέναντι στην Ελλάδα – η οποία θα αιτιολογούταν μόνο από το ότι, η τότε κυβέρνηση της έθεσε σε κίνδυνο με τις ανόητες ενέργειες της τόσο το ευρώ, όσο και το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
(δ)  Πρέπει να επικεντρώνεται στις επενδύσεις – με την έννοια πως το πακέτο τόνωσης της οικονομίας αυξάνει μεν τα ελλείμματα, το «παθητικό» του ισολογισμού της χώρας δηλαδή, αλλά αυξάνει ανάλογα το ενεργητικό της, καθώς επίσης μακροπρόθεσμα την παραγωγικότητα της. Μπορεί λοιπόν να αυξάνεται το δημόσιο χρέος λόγω των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού σε απόλυτο μέγεθος, αλλά ταυτόχρονα αυξάνεται το ΑΕΠ – οπότε διατηρείται σταθερός ή μειώνεται ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ.
Από τότε πάντως γράφαμε πως η Ελλάδα θα έπρεπε να καταρτίσει άμεσα έναν κρατικό Ισολογισμό, έτσι ώστε να μην φαίνονται μόνο οι υποχρεώσεις της αλλά, επίσης, τα περιουσιακά της στοιχεία – τα οποία τότε αξιολογούταν από το ΔΝΤ στα 300 δις € (πηγή). Επίσης πως οι άμεσοι φόροι (περί τα 20 δις € το 2010, έναντι 51 δις € συνολικών – γράφημα) θα έπρεπε να μειωθούν ειδικά για τις παραγωγικές εξαγωγικές επιχειρήσεις, καθώς επίσης για τις επενδύσεις σε αυτές – αφού η μείωση της εγχώριας ζήτησης θα μπορούσε να αντισταθμισθεί μόνο από την εκμετάλλευση της ζήτησης των άλλων χωρών και ειδικά της Γερμανίας, οι εισαγωγές της οποίας είναι πολύ υψηλές.
Στο σημείο αυτό ισχυρίζονται αρκετοί πως μόνο η Ελλάδα είχε υψηλά ελλείμματα, οπότε δεν υπήρχε άλλη λύση – κάτι που δεν ισχύει, αφού πολλές άλλες χώρες είχαν ανάλογα ελλείμματα, όπως οι Η.Π.Α., στις οποίες υπερέβαιναν το -10%, η Ιρλανδία με – 32% το 2010 και -12% το 2012 κλπ. (γράφημα – μπλε στήλες αριστερή κάθετος έλλειμμα Ιρλανδίας, διακεκομμένη γραμμή δεξιά κάθετος έλλειμμα Η.Π.Α.) Σε κάθε περίπτωση, όταν μία χώρα τονώνει την οικονομία της μέσω της κατανάλωσης που τροφοδοτείται με δανεικά (=με ελλείμματα), αντιμετωπίζει προβλήματα στο μέλλον, όταν θα πρέπει να καλύψει τους τόκους – ενώ όταν η οικονομία τονώνεται με επενδύσεις, τα κέρδη τους είναι υψηλότερα από τους τόκους, οπότε δεν της δημιουργείται πρόβλημα.
Συνεχίστε στη 2η σελίδα (…)

https://analyst.gr/2017/11/09/i-monadiki-diexodos-apo