Κυριακή, Δεκεμβρίου 3

Τσουρέκια με τα ψευτοδάκρυα για τους πλειστηριασμούς

Αλλά, ειλικρινά, έχω βαρεθεί. Και έχω αρχίσει και να θυμώνω γιατί μένω στο νοίκι (ναι, ξέρω, είμαι κορόιδο) Και σαν κι εμένα είναι αρκετοί. Που κι αυτοί θυμώνουν.

Θα ήταν πολύ ωραίο αν ένα μικρό κομμάτι του πάθους, το έδειχναν και για κάποιους άλλους


Έχω βαρεθεί με τους προβαρισμένους αναστεναγμούς, τα, από κολλύριο, δάκρυα και τις, από σχολική παράσταση βγαλμένες, κορώνες δημοσιογράφων και πολιτικών για τους πλειστηριασμούς κατοικιών. Καταλαβαίνω ότι πολλοί από αυτούς υπάρχουν μόνο και μόνο για να κολακεύουν κάθε κουσούρι της κοινωνίας και να γλείφουν σε κάθε ευκαιρία τους πελάτες τους, είτε αυτοί είναι
αποχαυνωμένοι τηλεθεατές, είτε προβατοειδείς ψηφοφόροι.
Αλλά, ειλικρινά, έχω βαρεθεί. Και έχω αρχίσει και να θυμώνω (και φυσικά και έχω απόθεμα καλσόν).
Έχω βαρεθεί με αυτή τη σταυροφορία για την απαλλαγή κάποιων συμπολιτών από την υποχρέωση πληρωμής των δόσεων ενός δανείου που οι ίδιοι ζήτησαν.  Ενός δανείου του οποίου τους όρους οι ίδιοι υπέγραψαν. Ενός δανείου που ΚΑΝΕΙΣ ΜΑ ΚΑΝΕΙΣ δεν τους υποχρέωσε να πάρουν. Ενός δανείου που συμφωνήθηκε όχι για να ικανοποιήσει μια ανάγκη επιβίωσης, αλλά μια μικροαστική ανάγκη ιδιοκτησίας.
Κι έχω αρχίσει να θυμώνω γιατί μένω στο νοίκι (ναι, ξέρω, είμαι κορόιδο). Γιατί, ως κάποιος που εργάζεται μακριά από την προστατευτική σκεπή του δημοσίου, ξέρω πως τίποτα δεν διασφαλίζει τα μελλοντικά μου εισοδήματα και άρα ένα στεγαστικό δάνειο είναι μια δέσμευση στην οποία είναι πολύ πιθανό να μην μπορώ να ανταπεξέλθω. Και σαν κι εμένα είναι αρκετοί. Που κι αυτοί θυμώνουν. Επειδή αισθάνονται μαλάκες που εξακολουθούν να ζουν, εντελώς απροστάτευτοι, στο νοίκι. Όπως θυμώνουν και όσοι έχουν πάρει δάνειο και παλεύουν και στερούνται για να πληρώνουν κάθε μήνα τη δόση τους, γιατί τους φαίνεται εφιαλτική η ιδέα να μην είναι εντάξει στις υποχρεώσεις τους.
Δεν λέω ότι οι άνθρωποι που παρασύρθηκαν από την επιμονή της Άλκηστης της Πρωτοψάλτη να τους λέει ξανά και ξανά πόσο ωραίο είναι να έχεις το δικό σου σπίτι, σε εκείνη τη διαφήμιση της Μιλένιουμ, δεν πρέπει κάπως να βοηθηθούν. Δεν λέω ότι οι άνθρωποι που είχαν μια ατυχία και αντιμετωπίζουν δυσκολίες δεν πρέπει με κάποιον τρόπο να διευκολυνθούν. Φυσικά και πρέπει. Αυτή στο κάτω κατω είναι και η υποχρέωση του κράτους πρόνοιας (και σχεδόν όλοι καταλαβαίνουν πως η βοήθεια σε αυτούς που έχουν πραγματική ανάγκη είναι προς όφελος ακόμα κι αυτών που δεν έχουν). Αυτό που λέω είναι ότι δεν πρέπει να βοηθηθούν όλοι στα τυφλά και ότι δεν πρέπει η βοήθεια αυτή να είναι μια επιβράβευση της επιπολαιότητας και της ανευθυνότητας. Λέω ότι πρέπει να υπάρχει κάποιος τρόπος ώστε οι άνθρωποι που σκέφτηκαν ότι ένα στεγαστικό δάνειο είναι ένα ριψοκίνδυνο άνοιγμα, οι άνθρωποι που είπαν «δεν έχω λεφτά για σπίτι, θα συνεχίσω να ζω στο νοίκι» να μην αισθάνονται κορόιδα, που δεν έβαλαν χωρίς σκέψη την υπογραφή τους σε όρους που δεν ήξεραν αν θα μπορούσαν να τηρήσουν.
Και λέω ότι θα ήταν πολύ ωραίο, αν ένα μικρό κομμάτι του πάθους που οι λαϊκιστές σταυροφόροι δείχνουν για τους απειλούμενους ιδιοκτήτες το έδειχναν και για κάποιους άλλους: Αυτούς που δεν είχαν καν τη δυνατότητα να δοκιμάσουν την υπευθυνότητά τους. Τους πραγματικά φτωχούς. Αυτούς που ποτέ δεν πήραν δάνειο για κανένα σπίτι, όχι γιατί το ζύγισαν καλύτερα, αλλά γιατί δεν είχαν καμία δυνατότητα ούτε καν να το ζυγίσουν. Για αυτούς που ο φόβος τους δεν είναι μήπως πάψουν να είναι ιδιοκτήτες και αναγκαστούν να ζήσουν στο νοίκι, αλλά μήπως πάψουν να ζουν στο νοίκι και αναγκαστούν να ζήσουν στο δρόμο. Αυτούς για τους οποίους καμιά συλλογικότητα, κανένας φορέας, κανείς πολιτικάντης και κανείς δημοσιογράφος δεν θα κλαφτεί ποτέ. Γιατί αυτοί, οι πραγματικά φτωχοί, είναι λιγότεροι, δεν κάνουν ακροαματικότητες και θεαματικότητες. Δεν είναι εύκολο να σε στείλουν στη Βουλή. Και κυρίως, δεν ενσαρκώνουν το μικροαστικό όνειρο που τρέφει και τις συλλογικότητες, και τους πολιτικάντηδες, και τους δημοσιογράφους. Και μπράβο τους.