Πέμπτη, Ιανουαρίου 25

Η θανάσιμη παγίδα του ευρώ

από Βασίλης Βιλιάρδος
.

Η ανάλυση της ελβετικής νομισματικής ένωσης τεκμηριώνει ότι, ασφαλώς μπορεί να λειτουργήσει σωστά ένα κοινό νόμισμα, αρκεί να το επιθυμούν πράγματι τα μέλη του δημιουργώντας τις κατάλληλες προϋποθέσεις – κάτι που δυστυχώς δεν φαίνεται να ισχύει στην Ευρωζώνη, με οδυνηρά αποτελέσματα για τα αδύναμα κράτη.
.
(Το άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)
«Τα πλεονεκτήματα ενός κοινού νομίσματος μεταξύ διαφόρων χωρών είναι προφανή, αν και φαίνεται δύσκολο να προσδιορισθούν ποσοτικά: το μειωμένο κόστος συναλλαγών, η πλήρης εξάλειψη του νομισματικού κινδύνου, η αυξημένη διαφάνεια, καθώς επίσης
ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός – επειδή οι τιμές είναι ευκολότερο να συγκριθούν.
Πριν από την υιοθέτηση του ευρώ θεωρήθηκε πως το κοινό νόμισμα, με κριτήριο τα παραπάνω, θα μπορούσε να προκαλέσει έκρηξη στο εμπόριο εντός της Ευρώπης – κάτι που όμως δεν συνέβη, ενώ την ίδια χρονική περίοδο δημιουργήθηκαν τεράστια προβλήματα σε ορισμένα κράτη, τα οποία ίσως αποβούν μοιραία για το μέλλον τους. Οι βασικές αιτίες δεν είναι άλλες από το έλλειμμα Δημοκρατίας, καθώς επίσης από τη γερμανική αλαζονεία – από τις ύπουλες μεθοδεύσεις της πρωσικής κυβέρνησης».
.

Ανάλυση   

Η μοναδική ελπίδα της Ελλάδας να ξεφύγει με σχετικά ομαλό τρόπο από την παγίδα του χρέους, στην οποία έχει οδηγηθεί με ευθύνη κυρίως των κυβερνήσεων της (άρθρο), με αποτέλεσμα να αφελληνίζεται σταδιακά ο δημόσιος και ιδιωτικός πλούτος της για την εξυπηρέτηση των χρεών της, είναι η ολοκλήρωση της Ευρωζώνης – η τραπεζική, δημοσιονομική και πολιτική ένωση της κατά το παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ομοσπονδιακής Γερμανίας ή της Ελβετίας.
Εάν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε η Ελλάδα μάλλον δεν θα αποφύγει τη χρεοκοπία και την έξοδο από την Ευρωζώνη, αφού όμως θα έχει χάσει τα πάντα προηγουμένως, ενώ οι Πολίτες της θα έχουν εξαθλιωθεί – κάτι που εύλογα θα ήταν πολύ πιο επώδυνο από ότι το 2010 ή έστω σήμερα. Η Ελλάδα είναι βέβαια ήδη χρεοκοπημένη, όσο καμία άλλη χώρα στην παγκόσμια ιστορία (ανάλυση) – διατηρούμενη στη ζωή μόνο επειδή είναι μέλος της νομισματικής ένωσης και δανειοδοτείται από τους εταίρους της.
Επομένως, η ελπίδα της στα πλαίσια μίας ολοκληρωμένης Ευρωζώνης είναι η ελεγχόμενη πτώχευση της – δηλαδή η διαγραφή ενός μεγάλου μέρους των χρεών της, πιθανότατα όταν (εάν) δρομολογηθεί το πτωχευτικό δίκαιο για κράτη-μέλη που έχει ήδη προετοιμάσει η Γερμανία. Σε μία τέτοια περίπτωση πάντως, το μεγαλύτερο μέρος των περιουσιακών στοιχείων της χώρας μας θα μεταφερθεί σε ξένους ιδιοκτήτες – ενώ η πλειοψηφία των Ελλήνων θα μετατραπεί σε φθηνό εργατικό προσωπικό των βιομηχανιών χαμηλής προστιθέμενης αξίας που θα δημιουργηθούν, κατά το παράδειγμα της Τυνησίας, καθώς επίσης των τουριστικών θερέτρων για τους Ευρωπαίους του Βορά. Πρόκειται λοιπόν για ένα θέμα επιλογής – τονίζοντας πως η εθνική ανεξαρτησία, όπως επίσης η ελευθερία έχουν μεγάλο κόστος, το οποίο είτε είναι πρόθυμος κανείς να το πληρώσει, είτε όχι αποδεχόμενος το τίμημα (εθελοδουλία).
Περαιτέρω, είναι φανερό πως η Ευρωζώνη δεν λειτουργεί σωστά – αφού δεν έχει κανένα μηχανισμό αντιμετώπισης κρίσεων ή ασύμμετρων οικονομικών σοκ, καθώς επίσης καμία δυνατότητα νομισματικής ανάκτησης τυχόν χαμένης ανταγωνιστικότητας, όπως η υποτίμηση. Εκτός αυτού δεν έχει κανέναν δανειστή ύστατης ανάγκης τραπεζών και κρατών, αφού η ΕΚΤ καλύπτει μόνο εν μέρει τη συγκεκριμένη λειτουργία – ενώ η μεγαλύτερη οικονομία της, η Γερμανία, απομυζεί αχόρταγα τους εταίρους της αυξάνοντας τα πλεονάσματα της μέσω της πολιτικής της φτωχοποίησης του γείτονα (όπου τα πλεονάσματα του ενός είναι ελλείμματα των άλλων, με αποτέλεσμα να αποκλίνουν συνεχώς οι οικονομίες αντί να συγκλίνουν).
Η σωστή λειτουργία τώρα μίας νομισματικής ένωσης δεν έχει καμία σχέση με τις διαφορές νοοτροπίας των κρατών-μελών της, ούτε με τα χρέη τους, αλλά είναι το αποτέλεσμα των κατάλληλων Θεσμών – όπως στο παράδειγμα της Ελβετίας, στην οποία ορισμένα ομοσπονδιακά κρατίδια (καντόνια) είναι πολύ πιο χρεωμένα από τα υπόλοιπα, (γράφημα, πηγή: Credit Suisse). Το ίδιο συμβαίνει με τις οικονομικές συνθήκες και με το ρυθμό ανάπτυξης – μεγέθη που διαφέρουν σημαντικά από κρατίδιο σε κρατίδιο, όπως στην Ευρωζώνη από χώρα σε χώρα.
Εν τούτοις η Ελβετία έχει επίσης ένα κοινό νόμισμα για όλες τις διαφορετικές οικονομικές της περιοχές, το οποίο λειτουργεί σωστά – όπως συμπεραίνεται από την πρώτη θέση που κατέχει στον πλανήτη όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα, μαζί με τις Η.Π.Α. που διαθέτουν επίσης ένα κοινό νόμισμα (πηγή). Γιατί λοιπόν λειτουργεί σωστά αυτή η νομισματική ένωση, ενώ αποτελεί πλεονέκτημα, παρά τις διαφορές των κρατών-μελών της; Στα πλαίσια αυτά τα εξής:
(α) Μία νομισματική ένωση λειτουργεί τόσο καλύτερα, όσο πιο κοντά ευρίσκεται στο ιδανικό ενός άριστου νομισματικού χώρου – όταν τα πλεονεκτήματα ενός κοινού νομίσματος είναι μεγαλύτερα από τα μειονεκτήματα του. Εν προκειμένω, τα καντόνια της Ελβετίας είναι στην πραγματικότητα πολύ στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους – οπότε η ύπαρξη ενός κοινού νομίσματος έχει σημαντικά πλεονεκτήματα.
Το βασικό μειονέκτημα είναι το ότι, τα επί μέρους καντόνια έχουν στη διάθεση τους περιορισμένες δυνατότητες όσον αφορά τα μέτρα σταθεροποίησης της οικονομίας τους, με στόχο την ανάπτυξη και την άνοδο της ανταγωνιστικότητας – κυρίως καμία νομισματική πολιτική, η οποία αποτελεί το σπουδαιότερο εργαλείο.
Σύμφωνα όμως με τον βασικό θεωρητικό των Άριστων Νομισματικών Χώρων (Mundell), το γεγονός αυτό δεν παίζει κανένα ρόλο, όταν οι συντελεστές παραγωγής, ειδικά το εργατικό δυναμικό, είναι αρκετά εύκολοι στην μετακίνηση τους. Για παράδειγμα, εάν ένα κρατίδιο της Ελβετίας βυθιστεί στην ύφεση, ενώ ένα άλλο έχει ανάπτυξη, τότε οι άνεργοι μετακινούνται από το ένα στο άλλο, βρίσκοντας εκεί εργασία – στην Ευρωζώνη από την Ελλάδα στη Γερμανία, η οποία αναπτύσσεται περισσότερο.
(β)  Η Ελβετία όμως δεν είναι ένας πραγματικά άριστος νομισματικός χώρος – με την έννοια πως οι μετακινήσεις των εργαζομένων δεν είναι αρκετές για την εξισορρόπηση των διαφορών, όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη των διαφόρων κρατιδίων. Στην περίπτωση αυτή ισχύει η άποψη ενός δεύτερου βασικού θεωρητικού των άριστων νομισματικών χώρων – του P. Kenen. Σύμφωνα με τον οικονομολόγο, μία νομισματική ένωση χρειάζεται έναν ορισμένο βαθμό «δημοσιονομικής ολοκλήρωσης» – δηλαδή, μηχανισμούς οικονομικής αντιστάθμισης μεταξύ των μελών της.
Η Ελβετία διαθέτει τέτοιους μηχανισμούς, όπως επίσης η Ομοσπονδιακή Γερμανία, αφού τα καντόνια βοηθούνται μεταξύ τους – ενώ τα στηρίζει επί πλέον η κεντρική ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Στο γράφημα που ακολουθεί (πηγή: F&W) φαίνονται οι «διαρθρωτικές αντισταθμιστικές πληρωμές» μεταξύ των καντονιών – όπου ο δεξιός άξονας και η κόκκινη καμπύλη δείχνουν σε ποιο ποσοστό ως προς τα έσοδα του ένα κανόνι είναι καθαρός χρηματοδότης (θετικό ποσοστό) ή καθαρός αποδέκτης (αρνητικό ποσοστό) των αντισταθμιστικών πληρωμών.
Το μέρος των στηλών στο παραπάνω γράφημα που είναι χρωματισμένο με μπλε, αναφέρεται στα χρήματα που το ένα καντόνι πρέπει να πληρώνει απ’ ευθείας στα άλλα ή που λαμβάνει από τα άλλα (=οριζόντιες μεταφορές χρημάτων) – ενώ με γκρίζο φαίνονται τα χρήματα που πρέπει να πληρώνουν τα κρατίδια ως αντιστάθμιση στην κεντρική ομοσπονδιακή κυβέρνηση ή που λαμβάνουν από αυτήν (=κάθετες μεταφορές χρημάτων).
Για παράδειγμα, το καντόνι της Zug πληρώνει σχεδόν το 20% των ετησίων εσόδων του ως αντιστάθμισμα στα άλλα οικονομικά αδύναμα καντόνια – ενώ, όπως όλα τα υπόλοιπα καντόνια, λαμβάνει επίσης χρήματα από το κεντρικό ομοσπονδιακό κράτος, αν και λιγότερα. Συνολικά το καντόνι αυτό είναι ο μεγαλύτερος καθαρός (=πληρωμές μείον τις εισπράξεις) πληρωτής, συγκριτικά με όλα τα υπόλοιπα, όπως η Βαυαρία στη Γερμανία – ενώ, αντίθετα, το Obwalden είναι ο μεγαλύτερος καθαρός αποδέκτης τόσο όσον αφορά τις οριζόντιες μεταφορές χρημάτων, όσο και τις κάθετες, οι οποίες υπερβαίνουν το 30% των δικών του εσόδων (για σύγκριση, στη θέση του η Ελλάδα θα έπρεπε να εισπράττει πάνω από 15 δις € ετησίως από την Ευρωζώνη, ως αντισταθμιστικές πληρωμές ).
Σε κάθε περίπτωση, όπως φαίνεται από το γράφημα, μόλις 4 καντόνια από τα 26 είναι καθαροί πληρωτές στην Ελβετία – πληρώνουν δηλαδή περισσότερα από ότι εισπράττουν (το Zug, η Ζυρίχη, η Γενεύη και η πόλη της Βασιλείας). Λογικά λοιπόν στην Ευρωζώνη λίγα μόνο κράτη θα είχαν αυτό το ρόλο – όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο κλπ.
Σελίδα 1 από 2