Με θυμάμαι έφηβο να παρατηρώ την κίτρινη
φλόγα των κεριών του Σαββάτου∗ να χορεύει ακανόνιστα πάνω από τους
κυλίνδρους λευκής παραφίνης που τα τροφοδοτούσαν.
Ήµουν πολύ µικρός για να θεωρώ το φως
των κεριών ροµαντικό, το θεωρούσα όµως µαγικό λόγω των τρεµουλιαστών
εικόνων που δηµιουργούσε η φλόγα. Άλλαζαν και µεταµορφώνονταν διαρκώς,
µεγάλωναν και µίκραιναν χωρίς προφανή αιτία και χωρίς να ακολουθούν
κάποιο συγκεκριµένο
σχέδιο. Σίγουρα, πίστευα, πρέπει να υπάρχει µια
υποκείµενη λογική που διέπει τις κινήσεις της φλόγας, κάποιο µοτίβο που
οι επιστήµονες θα µπορούσαν να προβλέψουν και να εξηγήσουν µε τις
µαθηµατικές τους εξισώσεις.«Η ζωή είναι διαφορετική», µου είχε πει ο πατέρας µου. «Μερικές φορές συµβαίνουν πράγµατα που δεν µπορούν να προβλεφθούν.»
Μου µίλησε για τότε που ήταν
φυλακισµένος στο Μπούχενβαλντ, το ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, κι
έκλεψε ένα καρβέλι ψωµί από τον φούρνο επειδή πέθαινε της πείνας. Ο
φούρναρης ζήτησε από την Γκεστάπο να συγκεντρώσει όλους όσους θα
µπορούσαν να έχουν διαπράξει το έγκληµα και να βάλει τους υπόπτους στη
σειρά. «Ποιος έκλεψε το ψωµί;» ρώτησε ο φούρναρης.
Αφού κανένας δεν απάντησε, είπε στους
φρουρούς να πυροβολήσουν έναν-έναν τους υπόπτους µέχρι να τους
εκτελέσουν όλους ή κάποιος να οµολογήσει. Ο πατέρας µου έκανε ένα βήµα
µπροστά για να γλιτώσει τους άλλους. ∆εν προσπάθησε να παρουσιάσει τον
εαυτό του σαν ήρωα· µου είπε ότι το έκανε γιατί πίστευε ότι θα τον
τουφέκιζαν έτσι κι αλλιώς.
Όµως αντί να ζητήσει να τον εκτελέσουν, ο φούρναρης έδωσε στον πατέρα µου µια δουλειά-λαχείο: τον έκανε βοηθό του.
«Ήταν ένα τυχαίο γεγονός», είπε ο πατέρας µου. «∆εν είχε καµία σχέση µε σένα, αν όµως τα πράγµατα είχαν εξελιχθεί διαφορετικά δεν θα είχες γεννηθεί ποτέ.»
Συνειδητοποίησα τότε µε έκπληξη ότι
πρέπει να ευγνωµονώ τον Χίτλερ για την ύπαρξή µου, αφού οι Γερµανοί
είχαν σκοτώσει τη γυναίκα και τα δυο µικρά παιδιά του πατέρα µου,
διαγράφοντας έτσι την πρότερη ζωή του. Άρα, αν δεν είχε γίνει ο πόλεµος,
ο πατέρας µου δεν θα είχε µεταναστεύσει ποτέ του στη Νέα Υόρκη, δεν θα
είχε γνωρίσει ποτέ του τη µητέρα µου –επίσης πρόσφυγα– και δεν θα είχε
κάνει ποτέ του εµένα και τους δυο αδελφούς µου.
Ο πατέρας µου σπανίως µιλούσε για τον
πόλεµο. ∆εν το είχα αντιληφθεί τότε, όµως χρόνια αργότερα
συνειδητοποίησα ότι κάθε φορά που µοιραζόταν µαζί µου τα µαρτύρια που
είχε περάσει δεν το έκανε τόσο επειδή ήθελε να µάθω τις εµπειρίες του,
αλλά επειδή ήθελε να µου µεταδώσει ένα γενικότερο δίδαγµα για τη ζωή.
Ο πόλεµος είναι µια ακραία κατάσταση, ο
ρόλος όµως της τύχης στη ζωή µας δεν βασίζεται σε ακραίες καταστάσεις.
Το περίγραµµα της ζωής µας, σαν τη φλόγα του κεριού, παρασύρεται συνεχώς
προς νέες κατευθύνσεις υπό την επίδραση ποικίλων τυχαίων γεγονότων, τα
οποία, σε συνδυασµό µε τη δική µας αντίδραση σε αυτά, καθορίζουν τη
µοίρα µας.
Το αποτέλεσµα είναι πως η ζωή δεν µπορεί
ούτε να προβλεφθεί ούτε να ερµηνευθεί εύκολα. Όπως ακριβώς όταν
κοιτάζουµε µια κηλίδα µελάνης του Ρόρσαχ εσείς µπορεί να δείτε την
Παναγία κι εγώ έναν ορνιθόρυγχο, έτσι και τα δεδοµένα που προέρχονται
από τον χώρο των επιχειρήσεων, την απονοµή της δικαιοσύνης, την ιατρική,
τον αθλητισµό, τα µέσα επικοινωνίας ή τον έλεγχο της 3ης ∆ηµοτικού του
παιδιού µας µπορούν να διαβαστούν µε πολλούς τρόπους.
Όµως, η ερµηνεία του ρόλου της τύχης σ’
ένα γεγονός δεν µοιάζει µε την ερµηνεία µιας κηλίδας µελάνης του Ρόρσαχ·
υπάρχουν σωστοίκαι λανθασµένοι τρόποι ερµηνείας. Όταν κάνουµε
αξιολογήσεις ή επιλογές υπό συνθήκες αβεβαιότητας συχνά χρησιµοποιούµε
διαισθητικές διεργασίες. Αναµφισβήτητα, οι διεργασίες αυτές διέθεταν ένα
εξελικτικό πλεονέκτηµα όταν έπρεπε να κρίνουµε αν µια τίγρη µε κοφτερά
δόντια χαµογελούσε επειδή ήταν χορτάτη κι ευχαριστηµένη ή επειδή πέθαινε
της πείνας και µας έβλεπε σαν το επόµενο γεύµα της.
Όµως ο σύγχρονος κόσµος έχει
διαφορετικές ισορροπίες, και στις µέρες µας αυτές οι διαισθητικές
διεργασίες συνοδεύονται από µειονεκτήµατα. Όταν χρησιµοποιούµε τους
συνήθεις τρόπους σκέψης για να αντιµετωπίσουµε τις σύγχρονες τίγρεις
ενδέχεται να οδηγηθούµε σε αποφάσεις που δεν είναι οι βέλτιστες, ή που
είναι ακόµα και παράλογες.
Αυτό το συµπέρασµα δεν αποτελεί έκπληξη
για όσους µελετούν τον τρόπο µε τον οποίο ο εγκέφαλος επεξεργάζεται την
αβεβαιότητα: πολλές µελέτες καταδεικνύουν µια στενή σχέση ανάµεσα στις
περιοχές του εγκεφάλου που αξιολογούν τις τυχαίες καταστάσεις και
εκείνες που διαχειρίζονται το ανθρώπινο χαρακτηριστικό που συχνά
θεωρείται η πρωταρχική πηγή του ανορθολογισµού µας – τα συναισθήµατα.
Για παράδειγµα, η λειτουργική απεικόνιση
µέσω µαγνητικού συντονισµού δείχνει ότι ο κίνδυνος και η ανταµοιβή
αξιολογούνται από περιοχές του συστήµατος ντοπαµίνης, ενός εγκεφαλικού
κυκλώµατος ανταµοιβής που είναι σηµαντικό για τις διεργασίες που αφορούν
τα κίνητρα και τα συναισθήµατα.1 Οι απεικονίσεις δείχνουν ακόµη ότι
όταν λαµβάνουµε αποφάσεις που βασίζονται στην αβεβαιότητα ενεργοποιείται
η αµυγδαλή – η οποία επίσης συνδέεται µε τη συναισθηµατική µας
κατάσταση, ειδικά µε τον φόβο
***
∗Τα κεριά
του Σαββάτου είναι µέρος µιας εβραϊκής οικογενειακής, θρησκευτικής
τελετουργίας. Την Παρασκευή το βράδυ, δεκαοκτώ λεπτά πριν από τη δύση
του ήλιου, η γυναίκα του σπιτιού ανάβει τα κεριά και στη συνέχεια
καλύπτει τα µάτια της και απαγγέλλει µια προσευχή, σηµατοδοτώντας έτσι
την έναρξη της αργίας του Σαββάτου
Τα βήματα του μεθυσμένου – Πώς η τυχαιότητα κυβερνά τη ζωή μας. Leonard Mlodinow. Μετάφραση: Ανδρέας Μιχαηλίδης. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
Αντικλείδι , http://antikleidi.com