Δευτέρα, Δεκεμβρίου 10

Ο Μακρόν στριμωγμένος στη γωνία Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΑΨΗΦΑ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ - Η ΕΥΡΩΠΗ ΑΝΗΣΥΧΕΙ - ΟΙ ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ ΚΩΦΕΥΟΥΝ

Ο Μακρόν στριμωγμένος στη γωνία
Λίγες ώρες πριν από το διάγγελμα του Εμανουέλ Μακρόν που είναι προγραμματισμένο για τις 21.00 ώρα Ελλάδος το βράδυ της Δευτέρας, η γαλλική κοινωνία βρίσκεται σε κατάσταση βρασμού.

Από τη γαλλική επανάσταση του 1789 η Γαλλία διαδραματίζει ρόλο «θερμοκηπίου», συμπεριφερόμενη ως ένα διαρκές κοινωνικό πείραμα στην κεντρική Ευρώπη. Κάπως έτσι αντιλαμβάνονται οι Γάλλοι αυτό που συμβαίνει με το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων», αφού όλες οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις συμφωνούν πως το 62% της γαλλικής κοινωνίας στηρίζει και συμπαρατάσσεται με τα αιτήματα του απροσδόκητα διεισδυτικού αυτού κινήματος. Την ίδια ώρα η πλειοψηφία των Γάλλων καταδικάζει τα φαινόμενα βίας τα οποία σημειώθηκαν τα τέσσερα τελευταία Σαββατοκύριακα στις μεγάλες πόλεις της γαλλικής επικράτειας. Αυτό το 62% φαίνεται πως είναι και η πηγή της ανησυχίας αλλά και της εκκωφαντικής πολιτικής αμηχανίας του Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος περίμενε έναν ολόκληρο μήνα προκειμένου να αποφασίσει να απευθυνθεί πρόσωπο με πρόσωπο στη γαλλική κοινωνία.

Ο γενικός διευθυντής (CEO) της πασίγνωστης δημοσκοπικής εταιρείας IPSOS Brice Teinturier, το 2017, δηλαδή πριν από έναν χρόνο, δημοσίευε το βιβλίο του «Δεν υπάρχει τίποτα άλλο να κάνουμε, δεν μας ενδιαφέρει τίποτα άλλο - Η πραγματική κρίση της Δημοκρατίας» στις εκδόσεις Robert Laffont. Ο τεχνοκράτης επικεφαλής της σημαντικότερης ενδεχομένως δημοσκοπικής εταιρείας στη Γαλλία σχεδίαζε από νωρίς να στείλει ένα μήνυμα στις ελίτ της χώρας του και της Ευρώπης.

Προφανώς ουδείς τον άκουσε. Επανέρχεται, λοιπόν, με κεντρικό άρθρο του στην εφημερίδα «Le Monde» και σημειώνει: «Το κίνημα των ''κίτρινων γιλέκων'' προέρχεται από μία διαφορετική λογική, η οποία δεν στηρίζει την έννοια της εκπροσώπησης αλλά προκρίνει την έννοια της ταυτοποίησης». Δηλαδή τα «κίτρινα γιλέκα» αρνούνται την έννοια της κλασικής εκπροσώπησής τους από τους αιρετούς σε διάφορα επίπεδα, δημάρχους, βουλευτές, περιφερειάρχες, αλλά επιδιώκουν την άμεση δημοκρατική εκπροσώπησή τους στα όργανα της εξουσίας. Ουτοπία; Μπορεί. Πραγματική διεκδίκηση; Αρκεί κάποιος να παρατηρήσει τι γίνεται στους δρόμους και στις πλατείες των μεγάλων γαλλικών πόλεων για να πεισθεί πως αυτή η εικόνα είναι πραγματική.



Συνεχίζει, όμως, ο τεχνοκράτης CEO της εταιρείας ISPOS: «Οι αρνήσεις των ''κίτρινων γιλέκων'' είναι ξεκάθαρες. Αρνούνται κατ' αρχάς να ζήσουν σε έναν κόσμο τον οποίο θεωρούν βαθιά άδικο. Αυτό το κολοσσιαίο αίσθημα της αδικίας και της περιφρόνησης το καταμετρούμε σε όλες τις έρευνές μας εδώ και χρόνια. Πρόκειται για την άρνηση ενός κόσμου ο οποίος έχει κτιστεί από τις κοινωνικές ανισότητες αλλά και τις μισθολογικές ανισότητες σε μια κοινωνία η οποία είναι κάθε μέρα που περνάει όλο και περισσότερο διχασμένη, ανάμεσα στους ''προστατευόμενους'' και τους ''εκτεθειμένους''.

»Εκτεθειμένους σε έναν γενικό κίνδυνο, εκτεθειμένους στην ανεργία ή τη βραχυπρόθεσμη απασχόληση, είτε στα επιφαινόμενα της παγκοσμιοποίησης. Αρνούνται όμως και έναν κόσμο ο οποίος είναι ψυχρά ορθολογικός και αποστεωμένος, όπου όλα παίζονται γύρω από την αποτελεσματικότητα της απόδοσης της παραγωγικότητας, σαν να πρόκειται για μια χώρα όπου η ζωή θα μπορούσε να χωρέσει σε μια σελίδα του ηλεκτρονικού προγράμματος Excel. Αυτοί, τα ''κίτρινα γιλέκα'', αντιπαραθέτουν σε όλα τα παραπάνω την αδελφότητα, τη συμβίωση, αλλά και κάτι που αποτελεί απαίτηση: πρώτα από όλα ο άνθρωπος. Και ας πάει στο καλό ο ορθολογισμός, ο οποίος χαρακτηρίζεται απλώς τεχνοκρατικός».

«Οι αρνήσεις των ''κίτρινων γιλέκων'' είναι ξεκάθαρες. Αρνούνται κατ' αρχάς να ζήσουν σε έναν κόσμο τον οποίο θεωρούν βαθιά άδικο»Το παραπάνω απόσπασμα του Brice Teinturier, ενός πολύ γνωστού, καλοπληρωμένου και πασίγνωστου τεχνοκράτη που είναι ταυτόχρονα και αναπόσπαστο κύτταρο της γαλλικής ελίτ, είναι ενδεχομένως ενδεικτικό του τι συμβαίνει πραγματικά αυτήν την περίοδο στον πυρήνα της γαλλικής κοινωνίας. Θα ανέμενε κάποιος πως αυτό το απόσπασμα θα το είχε γράψει ένας πανεπιστημιακός, αριστερών ή προοδευτικών γενικώς απόψεων, κάποιος μορφωμένος συνδικαλιστής ή κάποιος διανοούμενος. Τελικά, το έγραψε ένας εκπρόσωπος του σύγχρονου τεχνοκρατικού ορθολογισμού και γενικός διευθυντής μιας εταιρείας η οποία λειτουργεί ώστε οι ισχυροί της εξουσίας να καθορίζουν τις κινήσεις τους. Γιατί ας μην ξεχνάμε τον πραγματικό ρόλο των δημοσκοπικών εταιρειών στις σύγχρονες κοινωνίες.

Είναι προφανές πως η γαλλική «Le Monde» δεν είναι μια επαναστατική εφημερίδα. Άλλωστε, δημιουργήθηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο από τον ίδιο τον ιδιότυπα συντηρητικό Σαρλ ντε Γκωλ προκειμένου η εφημερίδα αυτή να απηχεί τις απόψεις του γαλλικού ΥΠΕΞ με έναν θεσμικό και αποδεκτό τρόπο για όλα τα ζητήματα που απασχολούσαν τη Γαλλία κατά τη μεταπολεμική περίοδο.

Η «Le Monde» δηλαδή ήταν εξ αρχής ένα εργαλείο στα χέρια της γαλλικής πολιτικής ελίτ. Όλα τα παραπάνω επισημαίνονται διότι τα συμπεράσματα του Brice Teinturier καθώς και το παρεμβατικό άρθρο στην ίδια εφημερίδα του γνωστού παγκοσμίως οικονομολόγου Thomas Piketty τείνουν να λάβουν χαρακτήρα «Προειδοποίησης» προς τη γαλλική προεδρία και προσωπικά προς τον Εμανουέλ Μακρόν. Η κοινωνία είναι βασισμένη πάνω στις ανισότητες και μάλιστα σε πολυεπίπεδα σχήματα, μεταξύ δηλαδή πλουσίων και φτωχών χωρών στον κόσμο, πλουσίων και φτωχών χωρών μέσα στην Ευρώπη, πλουσίων και φτωχών ανθρώπων μέσα στις ίδιες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, μεταξύ της πλούσιας ελίτ του 5% και του 1/3 των ευρωπαϊκών κοινωνιών που αμείβονται αυτήν την ώρα που μιλάμε με λιγότερα από 1.000 ευρώ τον μήνα, και δεν εννοούμε μόνον την Ελλάδα, που το έχουμε δυστυχώς συνηθίσει, αλλά κάνουμε λόγο για τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Βέλγιο, την Ιταλία, την Ισπανία, δηλαδή τα 4/5 της λεγόμενης ευρωπαϊκής ατμομηχανής.

Υπ' αυτές τις συνθήκες το αναμενόμενο με αγωνία από όλες τις ευρωπαϊκές καγκελαρίες διάγγελμα του Εμανουέλ Μακρόν θα πρέπει να ανταποκρίνεται σε όλες τις παραπάνω προειδοποιήσεις των ίδιων των τεχνοκρατών, οι οποίοι πριν από δύο χρόνια τον ανέδειξαν και του επέτρεψαν να κερδίσει μια καθοριστικά άνετη πλειοψηφία τόσο στις προεδρικές εκλογές όσο και στη διαμόρφωση των συσχετισμών στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση.

Δεν είναι λίγοι λοιπόν οι οικονομικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί παράγοντες στη Γαλλία οι οποίοι αναμένουν πως ο Εμανουέλ Μακρόν θα είναι περισσότερο παραχωρητικός στο διάγγελμά του από ό,τι κάποιοι θα περίμεναν. Δεν είναι ο αριθμός των διαδηλωτών, ούτε και η αποφασιστικότητα των μερικών χιλιάδων «κίτρινων γιλέκων» που διαμαρτύρονται στους δρόμους των γαλλικών πόλεων κάθε Σαββατοκύριακο. Είναι η στήριξη που τους παρέχει το 62% της γαλλικής κοινωνίας, διότι είναι ο ίδιος ο Brice Teinturier, αυτός δηλαδή που προειδοποιεί την πολιτική ελίτ για το υπαρκτό πρόβλημα των δυτικών κοινωνιών και που καταγράφει με τις δημοσκοπήσεις της IPSOS αυτό το περίφημο 62%.

Το ζήτημα, λοιπόν, είναι ποιος τον ακούει. Διότι στην ουσία το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων» θέτει και ορισμένα πολύ βασικά ζητήματα πάνω στα οποία είναι αρθρωμένη η σύγχρονη οικονομική ζωή της Ευρώπης, του Eurogroup, της ΕΚΤ του κυρίου Μάριο Ντράγκι, αλλά και γύρω από την περίφημη συνθήκη του Μάαστριχ.

Πρόκειται για εκείνη την οικονομική πολιτική που έχει επιβάλει ένα συγκεκριμένο φορολογικό σύστημα που παίρνει τα έσοδα τα κρατικά και τα μεταφέρει στην πλούσια ελίτ, απομυζώντας την υπόλοιπη κοινωνία. Είναι το σύστημα διαχείρισης των δημόσιων πόρων της Ευρώπης και κάθε χώρας ξεχωριστά. Είναι το σύστημα που καθιστά ως πυρήνα της οικονομικής πολιτικής τις αποφάσεις των τραπεζών κι όχι τις ανάγκες των πολιτών. Είναι το σύστημα που συρρικνώνει βήμα βήμα το καθεστώς της δημόσιας υγείας, της δημόσιας παιδείας αλλά και της κοινωνικής πρόνοιας, όπως αυτά είχαν καθοριστεί έπειτα από τη λαίλαπα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μετά τις τραγικές επιπτώσεις για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες.



Όταν την άνοιξη του 1968 μερικές εκατοντάδες φοιτητές μαζί με κάποιους πανεπιστημιακούς τους δασκάλους συγκεντρώθηκαν στο κεντρικό αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου της Ναντέρ και πυροδότησαν αυτό που αργότερα ονομάστηκε το κίνημα του Μάη του '68, ουδείς, μα απολύτως ουδείς, θα μπορούσε να φανταστεί πως σε δύο μήνες εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες όλων των κοινωνικών τάξεων θα κατέβαιναν στους δρόμους όλων των ευρωπαϊκών πόλεων, σε Παρίσι, Βερολίνο, Ρώμη, Μιλάνο, για να ζητήσουν αλλαγή των όρων και των αξιών που διέπουν τη ζωή τους. Το φαινόμενο ονομάστηκε επανάσταση και ακόμη οι θεωρητικοί της πολιτικής επιστήμης επιχειρούν να εξηγήσουν πώς σχηματίστηκε ένα ανατρεπτικό κίνημα σε μια εποχή άνθισης των μεταπολεμικών οικονομιών στη Δύση.

Το αντιλαμβάνεται, άραγε, αυτό ο κ. Εμανουέλ Μακρόν και το κατανοούν οι ευρωπαϊκές ελίτ;