Κυριακή, Μαρτίου 31

Ενδείξεις μίας τέλειας καταιγίδας Του οικονομολόγου Βασίλη Βιλιάρδου


Η αναζωπύρωση των νομισματικών κρίσεων της Τουρκίας και της Αργεντινής, κυρίως ως αποτέλεσμα των φόβων για την επιστροφή της παγκόσμιας ύφεσης, επί πλέον των σημαντικών εγχωρίων προβλημάτων τους, θα είναι ίσως η αφετηρία του επομένου κραχ – με βασικές αιτίες τη γερμανική Ευρωζώνη που οδεύει προς την αδυναμία ανάπτυξης, τον αποπληθωρισμό και τη διάλυση, καθώς επίσης τον προστατευτισμό των Η.Π.Α., ιδίως όσον αφορά την Κίνα.

.

Ανάλυση


Ένα από τα σημαντικότερα οικονομικά θέματα του 2018 ήταν οι μεγάλες αναταράξεις στις αναπτυσσόμενες Οικονομίες – ιδιαίτερα οι νομισματικές κρίσεις της Αργεντινής και της Τουρκίας, οι οποίες είχαν προκαλέσει φόβους μετάδοσης τους σε όλες τις υπόλοιπες χώρες. Φυσικά το σπουδαιότερο όλων είναι η επιβράδυνση της ανάπτυξης, χωρίς την οποία είναι αδύνατον να επιβιώσει το καπιταλιστικό σύστημα – γεγονός που οφείλεται κυρίως στα εξής:
(1) στη μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων που επιδεινώθηκε από την πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης των κεντρικών τραπεζών – η οποία προκάλεσε τον πληθωρισμό στα πάγια περιουσιακά στοιχεία όπως οι μετοχές και τα ακίνητα, καθώς επίσης τη μεταφορά πλούτου από τα κάτω προς τα επάνω εις βάρος της ζήτησης και της κατανάλωσης, οπότε των επενδύσεων στην πραγματική οικονομία,
(2) στην υπερχρέωση του πλανήτη, καθώς επίσης
(3) στην αδυναμία αύξησης της παραγωγικότητας των εργαζομένων (ανάλυση).
Εν τούτοις τα προβλήματα των αναπτυσσομένων οικονομιών, ειδικά μετά την αναζωπύρωση τους στην Τουρκία (πηγή), απασχολούν σήμερα περισσότερο – όπου, εκτός από τα λάθη των κυβερνήσεων τους, ενοχοποιείται επί πλέον η πολιτική της Fed (οφείλουμε να σημειώσουμε πως οι δήθεν οικονομικές επιθέσεις των Η.Π.Α. στην Τουρκία είναι θεωρίες συνωμοσίας που διαδίδονται από το δικτατορικό καθεστώς της, με στόχο τη διατήρηση του στην εξουσία και την ενοχοποίηση άλλων για τα τεράστια λάθη του).
Ειδικότερα, η πορεία της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας προς την εξομάλυνση της νομισματικής της πολιτικής, μέσω της «αναρρόφησης» της υπερβάλλουσας ρευστότητας που είχε διοχετεύσει στο σύστημα έως το 2014, καθώς επίσης της αύξησης των βασικών επιτοκίων, δημιούργησε τις προϋποθέσεις ώστε να γίνει πιο ελκυστικός ο χώρος του δολαρίου – με αποτέλεσμα να αφαιρεθούν κεφάλαια από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, εισρέοντας στις Η.Π.Α.
Είναι όμως πλέον φανερό από τα τέλη του Ιανουαρίου ότι, η Fed θα σταματήσει τις ενέργειες επιστροφής της στην κανονικότητα – αφού τουλάχιστον το 2019 δεν πρόκειται να αυξήσει τα επιτόκια, ενώ θα σταματήσει τον περιορισμό του Ισολογισμού της έως το Σεπτέμβρη. Σημαίνει όμως αλήθεια αυτό πως οι αναπτυσσόμενες οικονομίες δεν πρόκειται να υποστούν άλλα νομισματικά κραχ, όπως αυτά του περασμένου έτους;
Για να απαντήσει κανείς στη συγκεκριμένη ερώτηση, οφείλει να γνωρίζει πως οι οικονομικοί κύκλοι των αναπτυσσομένων χωρών εξαρτώνται κυρίως από τα εξής: (α) από τα επιτόκια διεθνώς, (β) από την ισοτιμία του δολαρίου, (γ) από την εγχώρια οικονομική τους πολιτική καθώς επίσης (δ) από την παγκόσμια ανάπτυξη. Ένας πέμπτος παράγοντας (ε) είναι η Κίνα, η μεγαλύτερη παραγωγική μηχανή του πλανήτη τα τελευταία είκοσι χρόνια, ειδικά όσον αφορά την παραγωγή στις υπόλοιπες αναπτυσσόμενες οικονομίες – κυρίως σε σχέση με τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ τους, με τις πρώτες ύλες και με τους μισθούς των εργαζομένων. Αναλυτικότερα τα παρακάτω:
(α) Όσον αφορά το πρώτο, το σημαντικότερο επιτόκιο του πλανήτη, αυτό της Fed, έχει βέβαια αυξηθεί σταθερά τα τελευταία τρίμηνα, αλλά απέχει πάρα πολύ από το επιτόκιο στις αρχές της δεκαετίας του 1980 – όπου η αλματώδης αύξηση του για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, το γνωστό ως αποπληθωριστικό «Volcker-Shock» από το όνομα του τότε διοικητή της Fed, βύθισε σε καταστροφικές κρίσεις χρέους τα κράτη της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής και τη Ν. Κορέα. Δεν συγκρίνεται ούτε καν με το επιτόκιο της επόμενης περιόδου – οπότε δεν δικαιολογεί τις νομισματικές κρίσεις της Τουρκίας ή της Αργεντινής.
(β) Σε σχέση με το δεύτερο, ο σταθμισμένος δείκτης του δολαρίου (γαλάζια γραμμή στο γράφημα, με κόκκινη το επιτόκιο της Fed), μετά τη «συμφωνία της Plaza» του 1985, όπου οι υπουργοί οικονομικών των χωρών των G7 αποφάσισαν να ελέγχουν από κοινού τη συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου (ανάλυση), έχει ετήσιες ποσοστιαίες διακυμάνσεις το ανώτατο +-15%. Η άνοδος όμως της ισοτιμίας του δολαρίου το 2013, ως αποτέλεσμα της ανακοίνωσης εκ μέρους του κ. Bernanke του τέλους του QE, προκάλεσε σειρά ζημιών στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, καθώς επίσης στις αγορές πρώτων υλών – αν και για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα.


Με κόκκινο η πτώση της λίρας, με γαλάζιο του pezos

Εν προκειμένω, σύμφωνα με μία μελέτη της BIS (πηγή), η μεταβλητότητα του δολαρίου, οι αλλαγές δηλαδή στην ισοτιμία του, μπορούν να αποβούν μοιραίες, σε συνδυασμό με τις ασυμμετρίες των Ισολογισμών που χαρακτηρίζουν τις επιχειρήσεις των αναπτυσσομένων οικονομιών. Το γεγονός αυτό τεκμηριώθηκε πρακτικά το 2018, όπου τόσο η τουρκική λίρα, όσο και το pesos της Αργεντινής κατέρρευσαν (γράφημα, γαλάζια καμπύλη δολάριο/pesos και κόκκινη δολάριο/λίρα) – με αποτέλεσμα να ακολουθήσει ένα ντόμινο πτώσεων των νομισμάτων ορισμένων άλλων αναπτυσσομένων χωρών, ιδιαίτερα εκείνων που είχαν υψηλά ελλείμματα στα ισοζύγια τους και μεγάλα εξωτερικά χρέη σε δολάρια, δημόσια ή ιδιωτικά.
(γ) Αναφορικά με το τρίτο, με την εγχώρια οικονομική πολιτική των αναπτυσσομένων οικονομιών, η ερμηνεία που δόθηκε τότε από τις αγορές, σύμφωνα με την οποία οι κρίσεις της Τουρκίας και της Αργεντινής οφειλόταν στα δικά τους προβλήματα, συνετέλεσε στο να παραμείνουν οι συνέπειες συγκριτικά περιορισμένες και για μικρό χρονικό διάστημα – ενώ η τουρκική λίρα ανέκαμψε μέχρι πρόσφατα πολύ περισσότερο, σε σχέση με το pesos της Αργεντινής.
Παράλληλα, τα νομισματικά κραχ της Τουρκίας και της Αργεντινής ήταν προβλεπόμενα – αφού και στις δύο χώρες αυξανόταν τα ελλείμματα των ισοζυγίων τους σε περιβάλλον υψηλών εξωτερικών χρεών τους σε δολάρια, σε μία εποχή που τα επιτόκια των χωρών των G3 (Η.Π.Α., Ευρωζώνη, Ιαπωνία) φαινόταν πως θα κλιμακωθούν σταδιακά.
Επρόκειτο λοιπόν για μία χαρακτηριστική κρίση της πρώτης γενιάς, όπως αυτές του απώτερου παρελθόντος – σύμφωνα με τις οποίες για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα είχαν αγνοηθεί αφενός μεν οι εξωτερικοί δημοσιονομικοί περιορισμοί (=η απαγορευμένη άνοδος των χρεών σε ξένο νόμισμα), αφετέρου οι «στέρεες» άμεσες ξένες επενδύσεις.
Ειδικότερα, όσον αφορά την Αργεντινή, σε αντίθεση με την Τουρκία, ο μεγαλύτερος οφειλέτης σε ξένο νόμισμα είναι το δημόσιο – ενώ τα δίδυμα ελλείμματα της (ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών και προϋπολογισμός) εκτοξεύθηκαν από 0% το 2010 στο 6% το 2018. Την ίδια εποχή οι εξαγωγές της χώρας μειώθηκαν ξανά στο 10% του ΑΕΠ από 20% την πρώτη δεκαετία του 2000 – οπότε οι εξαγωγές εμπορευμάτων και υπηρεσιών κατά κάποιον τρόπο αντικαταστάθηκαν από τις «εξαγωγές ομολόγων», κάτι που είναι άκρως επικίνδυνο (πηγή).


Εξέλιξη επενδύσεων και χρεών της Τουρκίας

Σε σχέση με την Τουρκία, ο πρόεδρος της χρησιμοποίησε προ-κυκλικές νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές, για να στηρίξει την εσωτερική ζήτηση, οπότε το ΑΕΠ, μετά την κρίση του 2008 και το πραξικόπημα του 2016 – έτσι ώστε να διατηρήσει την εξουσία του με τη βοήθεια μίας ισχυρής Οικονομίας (γράφημα, αριστερή κάθετος και μοβ καμπύλη οι επενδύσεις, δεξιά κάθετος και γαλάζια καμπύλη τα χρέη, ως ποσοστά επί του ΑΕΠ). Εκτός από την γενναιόδωρη άνοδο της ρευστότητας και τα υψηλά ελλείμματα του προϋπολογισμού, προσέφερε υψηλές κρατικές εγγυήσεις στις ιδιωτικές επιχειρήσεις για να επενδύσουν και να αυξήσουν την παραγωγή τους – ενώ δρομολόγησε την εκρηκτική άνοδο των έργων υποδομής (αεροδρόμια κλπ.), κυρίως με ξένη χρηματοδότηση.
Παρά το ότι λοιπόν κυρίως οι ιδιωτικές τράπεζες και οι επιχειρήσεις δανείζονταν όλο και μεγαλύτερα ποσά σε ξένο συνάλλαγμα, τα υψηλά ιδιωτικά χρέη είναι σε μεγάλο βαθμό ενδεχόμενα κρατικά, εφόσον εκπέσουν οι εγγυήσεις του κράτους – κάτι που θα εκτόξευε το δημόσιο χρέος στα ύψη, από ελάχιστο σήμερα.
(δ) Φτάνοντας στον τέταρτο «συντελεστή», στην παγκόσμια ανάπτυξη, είναι φανερή η ανασφάλεια όσον αφορά τη διεθνή οικονομική πολιτική – πόσο μάλλον όταν συμπεριλάβει κανείς την ευθραυστότητα του ευρώ, το BREXIT και γενικότερα τους κινδύνους διάλυσης της Ευρωζώνης.
Ξεκινώντας από την Ιταλία, είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι, η παραγωγικότητα της μειώνεται συνεχώς μετά την υιοθέτηση του ευρώ (γράφημα) – ενώ οδεύει σε μία ύφεση διαρκείας με μεγάλους κινδύνους (πηγή), ανάλογης με αυτήν της Ιαπωνίας μετά το κραχ του 1989. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχο του δημοσίου χρέους της, εφόσον το μέσο επιτόκιο δανεισμού της θα είναι σταθερά υψηλότερο από το ρυθμό ανάπτυξης – κενό που δεν μπορεί να καλύψει ούτε με δημοσιονομικά πλεονάσματα αφού θα μείωναν ακόμη περισσότερο την ανάπτυξη, ούτε με ιδιωτικοποιήσεις.
Επόμενο πρόβλημα της Ιταλίας αλλά και γενικότερα της Ευρωζώνης είναι το πρόωρο σταμάτημα του QE από την ΕΚΤ, κατ’ εντολή προφανώς της Γερμανίας – ένα πρόγραμμα που η ΕΚΤ ξεκίνησε πολύ πιο αργά από τη Fed (το 2015, ενώ η Fed  το 2008/09), με αποτέλεσμα να προκληθεί τότε η ευρωπαϊκή κρίση χρέους.
Χωρίς όμως να έχουν επιλυθεί τα προβλήματα των χωρών του Νότου, ούτε καν τα τραπεζικά ακόμη και στη Γερμανία (διαπιστώνεται από την προσπάθεια συγχώνευσης των δύο μεγάλων τραπεζών της, η οποία θυμίζει δύο μεθυσμένους που ο ένας συγκρατεί τον άλλο), ενώ την ίδια στιγμή έχει καταρρεύσει η βιομηχανική παραγωγή των τριών ισχυρότερων οικονομιών της Ευρωζώνης πολύ πιο κάτω από το παγκόσμιο εμπόριο (γράφημα), το σταμάτημα του QE θα προκαλέσει ύφεση και αποπληθωρισμό – οπότε θα δώσει τη χαριστική βολή σε χώρες όπως η Ιταλία.
Λογικά λοιπόν η Ιταλία προσπαθεί να βρει τη σωστή πόρτα εξόδου της από την Ευρωζώνη (ανάλυση), με τελικό αποτέλεσμα τη διάλυση της νομισματικής ένωσης – ενδεχόμενο που λαμβάνουν πια σοβαρά υπ’ όψιν οι αγορές, ενώ έχει επί πλέον αρνητικές επιπτώσεις στην παγκόσμια ανάπτυξη.
(ε) Φτάνοντας στον πέμπτο παράγοντα, από τον οποίο εξαρτώνται οι οικονομικοί κύκλοι των αναπτυσσομένων οικονομιών, στην Κίνα, η πολιτική δασμών του προέδρου Trump, σε συνδυασμό με η μανία του για την επιβολή κυρώσεων σε διάφορες χώρες, αύξησαν ακόμη περισσότερο την παγκόσμια αβεβαιότητα, σε επίπεδα πρωτοφανή (πηγή) – με αποτέλεσμα ο συγκεκριμένος παράγοντας να αποτελεί την κεντρική πηγή της μεταβλητότητας των αναπτυσσομένων οικονομιών.
Εν προκειμένω ο δείκτης GEPU που αφορά την παγκόσμια οικονομική αβεβαιότητα (γράφημα), είναι ο σταθμισμένος ως προς το ΑΕΠ μέσος όρος των εθνικών δεικτών 16 χωρών, οι οποίες είναι «υπεύθυνες» για το 70% περίπου της παγκόσμιας παραγωγής – όπου, χωρίς να επεκταθούμε σε περιττές λεπτομέρειες, έχει ήδη υπερβεί κάθε προηγούμενο ρεκόρ.
Με βάση δε μελέτες που έχουν συμπεριλάβει τον εν λόγω δείκτη, η μεταβλητότητα των αναπτυσσομένων οικονομιών οφείλεται λιγότερο στα επιτόκια της Fed (1.021 μονάδες), περισσότερο στην ισοτιμία του δολαρίου (1.725 μονάδες) και κυρίως στην παγκόσμια αβεβαιότητα/ανασφάλεια (2.722 μονάδες). Με απλά λόγια, κατά 18,7% στα επιτόκια, κατά 31,5% στο δολάριο και κατά 49,8% στους φόβους για μείωση της ανάπτυξης παγκοσμίως – ιδίως εξαιτίας της Ευρωζώνης και της Κίνας, μεταξύ άλλων ως αποτέλεσμα του προστατευτισμού που έχουν υιοθετήσει οι Η.Π.Α., με τη επιβολή δασμών και κυρώσεων.

Επίλογος      

Ολοκληρώνοντας όλα τα παραπάνω, με τα οποία γίνεται προσπάθεια πρόβλεψης του μέλλοντος, ενώ έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία επειδή οι κρίσεις στον πλανήτη επαναλαμβάνονται νομοτελειακά ανά 10-15 περίπου έτη, είναι πολύ σημαντικά για την Ελλάδα – αφενός μεν επειδή αφορούν την Τουρκία σε μεγάλο βαθμό, επίσης την Ευρωζώνη, αφετέρου λόγω του ότι η πατρίδα μας είναι εξαιρετικά ευάλωτη στις εξωτερικές εξελίξεις, στη δεινή θέση που βρίσκεται η οικονομία της.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως πρέπει να τρομοκρατούμαστε, γνωρίζοντας πως τυχόν ξέσπασμα μίας παγκόσμιας κρίσης θα είναι εξαιρετικά επικίνδυνο σε μία εποχή που οι κεντρικές τράπεζες έχουν καταναλώσει όλα τους τα όπλα, χωρίς να έχουν καταφέρει να επιλύσουν κανένα απολύτως πρόβλημα, αλλά ότι οφείλουμε να είμαστε κατάλληλα προετοιμασμένοι – ενώ όποιες αποφάσεις λαμβάνονται πρέπει να είναι πολύ προσεκτικές, χωρίς να αδιαφορούν για την καταιγίδα που φαίνεται καθαρά στον ορίζοντα, με αφετηρία τις αναπτυσσόμενες οικονομίες.
Βιβλιογραφία: BIS, Mises Institute, H, Reisen,