Δευτέρα, Αυγούστου 26

Τσουκνίδα, για αναιμία, πέτρες, ουρικό οξύ, πίεση, αιμορροΐδες, διαβήτη, ακμή


Φυτό ποώδες, πολυετές, κοινό στην ελληνική ύπαιθρο. Αναπτύσσεται αυτοφυώς σε ορεινά μέρη, αρκεί να υπάρχει υγρασία. Ο βλαστός της φτάνει σε ύψος το 1 μέτρο ενώ τα άνθη της είναι μικρά και άοσμα. Ολόκληρο το φυτό καλύπτεται από αδενώδεις τρίχες που κατά την επαφή τους με το δέρμα προκαλούν φαγούρα.


Αυτό οφείλεται σε ένα δηλητηριώδες υγρό, που περιέχουν οι λεπτές βελόνες, οι οποίες όμως καταστρέφονται με το βράσιμο ή το ψήσιμο. Ανθίζει κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού(όπου και συλλέγουμε με γάντια).

Η δράση της τσουκνίδας καταγράφηκε από το Χρύσιππο, τον Αριστοφάνη και τον Ησίοδο, ενώ στα ρωμαϊκά χρόνια οι λεγεωνάριοι τρίβονταν με τα φύλλα της για να ζεσταθούν. Επίσης χρησιμοποιήθηκε ως διουρητικό και καθαρτικό. Ο Ιπποκράτης (460-377 π.Χ) πρώτος κατέταξε την τσουκνίδα ανάμεσα στα φυτά “πανάκεια” (κάνουν για πολλαπλές χρήσεις) και συνέστησε την τσουκνίδα για την θεραπεία 61 ασθενειών.

Ο Έλληνας ιατρός Γαληνός στο βιβλίο του “De Simplicibus Medicamentis ad Paternainum (espurio)” συνιστούσε την τσουκνίδα ως διουρητικό, καθαρτικό και για τη θεραπεία των δαγκωμάτων από τους σκύλους, της γάγγραινας, των οιδημάτων, της ρινορραγίας, της υπερβολικής εμμηνόρροιας, για τις ασθένειες που σχετίζονται με την σπλήνα, της πλευρίτιδας, της πνευμονίας, του άσθματος, των έλκων στο στόμα και στην αντιμετώπιση της τριχοφυΐας.

Τον Μεσαίωνα η τσουκνίδα χρησιμοποιήθηκε για την θεραπεία του έρπητα ζωστήρα, της δυσκοιλιότητας, της ξηρής ασθένειας η οποία κατά πάσα πιθανότητα σήμαινε προβλήματα με τα ιγμόρεια ή τους πνεύμονες, του βλεννογόνους και το δέρμα. Οι Ινδιάνοι χρησιμοποιούσαν την τσουκνίδα για την θεραπεία της ακμής, της διάρροια και για τις λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος.

Περιέχει

Βιταμίνη Α (πιο πολύ από το καρότο), Β1, Β2, Β3 και Β5, Κ, Ε, πολύ βιταμίνη C. Επίσης είναι καλή πηγή ασβεστίου, σιδήρου, φολικού οξέος, κάλιου, μαγγάνιου, μαγνήσιου, φωσφόρου, σελήνιου και ψευδάργυρου και πολλά άλλα σημαντικά ιχνοστοιχεία. Τα φύλλα της περιέχουν μυρμηκικό οξύ, χλωροφύλλη, σεροτονίνη, ακετυλοχολίνη, γλυκοκινόνες, και τανίνες.

Η απουσία οξαλικού οξέος, την κάνει κατάλληλη για άτομα που πάσχουν από αναιμία, γιατί χωρίς το οξαλικό απορροφάται μεγαλύτερη ποσότητα σιδήρου. Επιπλέον, έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε βιταμίνη C που βοηθά στην ακόμα καλύτερη απορρόφηση του σιδήρου.