Κυριακή, Φεβρουαρίου 16

Αποχαιρετιστήκαμε με σιωπή...Εκδόσεις Οσελότος

Αποχαιρετιστήκαμε σιωπηλά, λέξη καμία...ο πανικός είχε παγώσει τα λόγια και η σκέψη παρέλυσε... βουβαμάρα...σιωπή, κι ας ούρλιαζε η ψυχή απ' τον πόνο.
Λέξεις βουβές  σα πόρτες κλειστές σ ‘ερημωμένα δωμάτια
Πέρασε η νύχτα και σε πήρε μαζί της, κι ήταν μέρα μεσημέρι...

Κι όλο γυρνώ σε εκείνες τις στιγμές που η μοίρα συνωμότησε με το χρόνο, στις ώρες της οργής και του πόνου...  Τι κι αν έχουν περάσει χρόνια, κανένας  κομπογιαννίτης χρόνος-γιατρός δεν μπόρεσε να επουλώσει τις πληγές μου, στιγμή δεν έφυγες από τη σκέψη μου...
Σταθμός ορόσημο για τη ζωή μου εκείνη η αποφράδα μέρα , έφυγες χωρίς να το ξέρεις ....κι έφυγα κι εγώ μαζί σου...από τότε έχω περάσει σε άλλη διάσταση σε άλλον πλανήτη δεν ανταποκρίνομαι στα καλέσματα της ζωής δεν μου έχει μείνει ψυχή, περιπλανιέμαι στους δρόμους χωρίς να ξέρω που πηγαίνω...
Θανάσιμες αναμνήσεις  έχουν κάνει κατάληψη στις σκέψεις μου και  εξουσιάζουν τη ψυχή μου, το είναι μου όλο, έχω αφεθεί στο μηδέν.. στο απόλυτο τίποτα!  
Όποιον δρόμο και να πάρω σε επικίνδυνη ζώνη κινούμαι..
Οι δρόμοι γίνανε ναρκοπέδια, με διαμελισμένα όνειρα, κι ελπίδες νεκρές.  Σε κάθε γωνιά, σε κάθε στροφή, μου την έχουν στήσει φόνισσες  αναμνήσεις ....μια ζωή ανύπαρκτη, τελειωμένη, έχω βαλτώσει στα χαρακώματα ενός τεράστιου... ΓΙΑΤΙ;
Τα στέκια μας έρημα , η μοναξιά παντού παρούσα..Υποσχέσεις ορφανεμένες  άδειες κορνίζες στους τοίχους της ψυχής μου
Νιώθω να μ' έχουν ρίξει σε μια ανύπαρκτη πραγματικότητα του παραλόγου και δεν μπορώ.... αδυνατώ να καταλάβω αν αυτό που ζω είναι ένας εφιάλτης ονείρου, που θα πρέπει να περιμένω το ξημέρωμα για να χαθεί, ή αυτή η ατέρμονη σκοτεινή νύχτα θα με συντροφεύει ως την στερνή μου ανάσα....τι είναι αληθινό και τι ψεύτικο...παράνοια ζω.

Μαρίζα Τσιτμή