Του Ανδρέα Καψαμπέλη
Όπως αποδεικνύεται, οι αγροτικές κινητοποιήσεις δεν είναι ούτε «συντεχνιακό καπρίτσιο» ούτε παροδική δυσφορία ανάλογη προηγούμενων ετών. Είναι πολιτικό γεγονός πρώτου μεγέθους και η κραυγή μιας κοινωνικής τάξης που οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στη χρεοκοπία, την ώρα που το πολιτικό σύστημα, εγχώριο και ευρωπαϊκό, επιμένει να σφυρίζει αδιάφορα.
Η μικρομεσαία αγροτιά, θεμέλιο της ελληνικής περιφέρειας και βασικός πυλώνας κοινωνικής συνοχής, βιώνει το δικό της λυκόφως…Όσον αφορά τα καθ’ ημάς, ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι, μπαίνοντας στην εβδομάδα των Χριστουγέννων, καταρρέουν δύο βασικοί κυβερνητικοί σχεδιασμοί. Πρώτον, διαψεύδεται η πρωθυπουργική προσδοκία για «εκτόνωση των κινητοποιήσεων». Αντίθετα, οι αγροτικές εστίες παραμένουν ενεργές και πυκνώνουν. Δεύτερον, αποτυγχάνει και το σχέδιο κοινωνικού αυτοματισμού. Η κοινωνία δεν στρέφεται απέναντι στους αγρότες· αντίθετα, σε μεγάλο βαθμό αναγνωρίζει ότι ο αγώνας τους αφορά το σύνολο της χώρας…
Δεν θεωρείται, επομένως, τυχαίο ότι σε αυτήν ακριβώς τη φάση ενεργοποιείται η γνωστή «βιομηχανία σπίλωσης». Με στοχευμένες διαρροές, απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς και επικοινωνιακές επιθέσεις επιχειρείται ως ύστατη λύση να σπάσει η συνοχή των εξεγερμένων και να διαρραγεί η κοινωνική υποστήριξη προς τα αιτήματά τους. Όταν η πειθώ αποτυγχάνει, επιστρατεύονται οι… βρόμικες μέθοδοι.
Το πολιτικό αποτύπωμα της κρίσης είναι βαρύ. Μόλις στις προηγούμενες εθνικές εκλογές μεγάλα τμήματα του αγροτικού κόσμου στήριξαν με πρωτοφανή ποσοστά την κυβερνητική παράταξη, ελπίζοντας σε σταθερότητα και λύσεις. Σήμερα, κοντά δυο χρόνια μετά, οι προσδοκίες έχουν διαψευστεί παταγωδώς. Η κυβερνητική πολιτική όχι μόνο δεν προστατεύει τον παραγωγό, αλλά στην πράξη ευνοεί τα μεγάλα εμπορικά συμφέροντα. Και η κατάρρευση του αγροτικού εισοδήματος, το απαγορευτικό κόστος παραγωγής, οι χαμηλές τιμές και η ασφυκτική πίεση της αγοράς, σε συνδυασμό με το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, κάνουν το τοπίο ακόμα πιο εκρηκτικό…
Την ίδια ώρα «βράζει» και η Ευρώπη. Αγρότες σε Γαλλία, Βέλγιο, Ιταλία και Ισπανία εξεγείρονται απέναντι στην Κοινή Αγροτική Πολιτική και στις νέες εμπορικές συμφωνίες. Η συμφωνία Ε.Ε. – Mercosur λειτουργεί ως θρυαλλίδα: φθηνά αγροτικά προϊόντα από τη Λατινική Αμερική, παραγόμενα με χαμηλότερα περιβαλλοντικά και εργασιακά στάνταρ, απειλούν να συνθλίψουν τον Ευρωπαίο παραγωγό. Οι Βρυξέλλες και η γραφειοκρατία τους μπορεί να μιλούν για «ελεύθερο εμπόριο», αλλά οι κοινωνίες το βλέπουν ως αυτοχειρία…
Ειδικά για την Ελλάδα, το πρόβλημα είναι διπλό: μια ΚΑΠ που διαχρονικά ευνοεί τους μεγάλους του Βορρά και ένα εσωτερικό μοντέλο χωρίς στρατηγική, χωρίς πολιτική γης, χωρίς αγροτική έρευνα, χωρίς συνεταιρισμούς. Έτσι χτίστηκε η σημερινή κρίση. Το παράδοξο είναι ότι η χώρα διαθέτει όλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα για μια ισχυρή αγροτική οικονομία. Αυτό που λείπει είναι το εθνικό σχέδιο. Κι αν αυτό δεν αλλάξει άμεσα, το λυκόφως της αγροτικής τάξης δεν θα είναι σχήμα λόγου, αλλά η αρχή μιας νέας βαθιάς εθνικής ήττας…