Η συζήτηση για τη μείωση του ειδικού φόρου τηλεόρασης παραμένει πάνω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μεταξύ κυβέρνησης και ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών. Θεωρείται από την πλευρά των ιδιωτικών σταθμών ως ένα προαπαιτούμενο για να συναινέσουν στην επιχείρηση
αδειοδότησης των σταθμών. Το θέμα είναι πόση θα είναι η μείωση και αν θα συνδεθεί ή όχι με την τύχη του ΕΔΟΕΑΠ. Ο φόρος έχει αποδώσει, όμως το εγχείρημα της αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών είναι μεγαλύτερο και συνιστά πρόκληση και για τις δύο πλευρές προκειμένου να έρθουν σε συμφωνία.
Ο ειδικός φόρος τηλεόρασης ξεκίνησε το 1983 και η τηλεοπτική διαφήμιση επί μονοπωλίου ΕΡΤ επιβαρυνόταν με φόρο 30%. Με τον ν. 3229/2004 της κυβέρνησης Κ. Σημίτη ο φόρος μειώθηκε σταδιακά σε 25% από την 1.7.2004 και από την 1.1.2005 σε 20% με αντίστοιχη αύξηση του ανταποδοτικού τέλους υπέρ της ΕΡΤ κατά 10%. Η κυβέρνηση του Κ .Καραμανλή με τον ν. 3427/2005 μείωσε το φόρο, σταδιακά, σε 10% το 2005 , σε 5% την 1η Νοεμβρίου του 2006 και τον μηδένισε την 1η Νοεμβρίου του 2007. Παράλληλα, από τα τέλη του 2005 το ανταποδοτικό τέλος υπέρ ΕΡΤ αυξήθηκε κατά 30%.
Στο διάστημα 2010-2015 δεν υπήρξε καμία επιβάρυνση από τον φόρο. Το 2015 εκδόθηκε η απόφαση για την εφαρμογή της σχετικής διάταξης και ως τα μέσα του 2017 εισπράχθηκαν 78 εκατ. ευρώ, ενώ συνολικά βεβαιώθηκαν 104 εκατ. ευρώ. Κατά μέσο όρο, ο φόρος, ανά έτος απέφερε 41 εκατ. ευρώ. Οι ιδιοκτήτες των τηλεοπτικών σταθμών ζητούν μείωσή του, με το επιχείρημα πως για τις δεκαετείς άδειες θα πληρώνουν 24,5 εκατ. ευρώ ανά έτος.