Δευτέρα, Μαρτίου 18

Εκπαιδευτικό Κίνημα Στο Μεξικό: Τότε Και Τώρα

Αν ρίξει κανείς μια ματιά στη σύγχρονη πολιτική ιστορία του Μεξικό, σίγουρα δεν θα χάσει το ενδιαφέρον του, εφόσον πρόκειται για μια χώρα, οι αυταρχικές κυβερνήσεις της οποίας έχουν κατά καιρούς προκαλέσει την εμφάνιση ποικίλλων κινημάτων και, πολλές φορές, συγκρούσεων στα όρια του εμφύλιου πολέμου. Στην ιστορία, λοιπόν, ενός κράτους με διεφθαρμένες
κυβερνήσεις, βίαια καταστολή των κινητοποιήσεων (με πολύνεκρες επιθέσεις), παραστρατιωτικά τάγματα και βαθιές σχέσεις με το εμπόριο ναρκωτικών, δύσκολα μπορεί κάποιος να εξειδικεύσει τους πυρήνες αντιστάσεων στην κυβερνητική πολιτική, καθώς όλοι με έναν τρόπο αλληλοεπιδρούν: εργάτες, αγρότες, ιθαγενείς, νεολαίοι, όλοι διεκδικούν τρία βασικά αιτήματα –δικαιοσύνη, δημοκρατία και κοινωνική απελευθέρωση. Τη δεδομένη στιγμή, όμως, ένα από αυτά είναι το βασικό πρόβλημα της κυβέρνησης του Θεσμικού Επαναστατικού Κόμματος (PRI) και του Προέδρου του Μεξικό, Πένια Νιέτο, και αυτό δεν είναι άλλο από το κίνημα εκπαιδευτικών και φοιτητών ενάντια στο νέο νομοσχέδιο για την εκπαίδευση.
Λίγα λόγια για την ιστορία του εκπαιδευτικού κινήματος στο Μεξικό
Αν εξετάσουμε την ιστορία του εκπαιδευτικού κινήματος του Μεξικό, θα παρατηρήσουμε πολύ γρήγορα ότι αυτό πάντα συνδεόταν με τις πολιτικές εξελίξεις της χώρας, με μία έννοια αλληλοτροφοδότησης.
Το πρώτο φοιτητικό κίνημα στη χώρα προέκυψε το 1968, σε μία συγκυρία που η κυβέρνηση του Μεξικό, με πρόεδρο τον Γκουστάβο Ντίαζ Ορντάζ, είχε επενδύσει 150 εκατομμύρια δολάρια για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων –την ίδια στιγμή που προσπαθούσε με κάθε τρόπο να πιέσει τα ανεξάρτητα εργατικά συνδικάτα (με άγρια καταστολή στις κινητοποιήσεις τους και φυλάκιση των συνδικαλιστών) και να υποβαθμίσει τη θέση των αγροτών. Η νεολαία τότε, και κυρίως η φοιτητιώσα νεολαία, που είχε ιδεολογική αναφορά στο κίνημα των Χίπις στην Αμερική και στις ιδέες του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, οργανώθηκε και δημιούργησε το Εθνικό Απεργιακό Συμβούλιο (CNH), που αποτελούνταν από αντιπροσώπους 70 πανεπιστημίων και προπαρασκευαστικών σχολείων του Μεξικό και στόχευε στην προάσπιση της αυτονομίας των πανεπιστημίων. Τα αιτήματα των φοιτητών περιλάμβαναν μεταξύ άλλων την απόσυρση των άρθρων του ποινικού κώδικα που απαγόρευαν τις συναθροίσεις, την κατάργηση των σωμάτων ασφαλείας, την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων, την απόλυση του αρχηγού της αστυνομίας και του αναπληρωτή του και την καταδίκη των αστυνομικών που ήταν υπεύθυνοι για τις επιθέσεις στις κινητοποιήσεις. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του 1968 πραγματοποιήθηκαν μαζικότατες κινητοποιήσεις για την προάσπιση αυτών των αιτημάτων (όπως αυτή που οργάνωσε το Εθνικό Αυτόνομο Πανεπιστήμιο του Μεξικό, την 1η Αυγούστου, η οποία είχε συμμετοχή 50.000 φοιτητών), και αντιμετώπισαν άγρια καταστολή. Στις 23 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, οι δυνάμεις καταστολής προχώρησαν στην εισβολή σε δύο χώρους πανεπιστημίων, που βρίσκονταν υπό κατάληψη, κίνηση που κατέληξε στη δολοφονία 15 φοιτητών και τον τραυματισμό άλλων 45, μετά από 12 ώρες πυροβολισμών. Αποκορύφωμα της κρατικής καταστολής απέναντι στους φοιτητές υπήρξε, όμως, η ειρηνική συγκέντρωση που πραγματοποιήθηκε στις 2 Οκτώβρη στην πλατεία  de las Tres Culturas από 10.000 φοιτητές και κατέληξε σε σφαγή τους από τις δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας, με τον αριθμό των νεκρών να κυμαίνεται (μέχρι σήμερα δεν έχουν βγει στο φως της δημοσιότητας επίσημα στοιχεία) μεταξύ 30 και 300 και πολλούς από τους αντιπροσώπους των φοιτητών να στέλνονται ως εξόριστοι στη Χιλή. Η κυβέρνηση, προς το παρόν, είχε νικήσει. Το φοιτητικό κίνημα της περιόδου κατεστάλη -σύντομα, όμως, θα φαινόταν ότι η περίοδος «νηνεμίας» που εξασφάλισε η κυβέρνηση ήταν μάλλον επίπλαστη και πολύ σύντομη.
Το 1971, ο τότε πρόεδρος, Λουίζ Ετσεβαρία Άλβαρεζ, επέτρεψε την επιστροφή μερικών από τους εξόριστους φοιτητές και ανακοίνωσε μεταρρυθμίσεις στον τομέα της εκπαίδευσης, πράγμα που αναζωπύρωσε το φοιτητικό κίνημα, το οποίο θεώρησε ότι είχε το περιθώριο να διεκδικήσει δημοκρατικές τομές στη διακυβέρνηση της χώρας. Μετά από μια προσπάθεια της κυβέρνησης να μειώσει τον προϋπολογισμό των Ιδρυμάτων και, ουσιαστικά, να επέμβει στην αυτονομία τους, το φοιτητικό κίνημα ανακοίνωσε αμέσως την κήρυξη απεργίας και διοργάνωσε, στις 10 Ιουνίου του 1971, μια μαζική κινητοποίηση. Η προκήρυξη της απεργίας οδήγησε στην παραίτηση του προέδρου του Πανεπιστημίου  Nuevo León, αλλά οι φοιτητές αποφάσισαν να διεξάγουν την κινητοποίηση ούτως ή άλλως, βρίσκοντας απέναντί τους αστυνομικές δυνάμεις που δεν τους επέτρεπαν να προσεγγίσουν το χώρο του Πανεπιστημίου. Ανάμεσα στις δυνάμεις καταστολής βρισκόταν και ένα παραστρατιωτικό τάγμα (los Halcones), που είχε εκπαιδευτεί από την Ομοσπονδιακή Διεύθυνση Ασφαλείας και τη CIA, το οποίο σύντομα εξαπέλυσε πυρ έναντι της πορείας. Στους πυροβολισμούς που ακολούθησαν, περίπου 120 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ενώ, για ακόμη μια φορά, η κυβέρνηση αρνήθηκε την εμπλοκή της παραστρατιωτικής οργάνωσης και κανείς δεν καταδικάστηκε για τις δολοφονίες. Οι δολοφονίες λειτούργησαν αποθαρρυντικά για αρκετούς από τους φοιτητές, οι περισσότεροι όμως από αυτούς ριζοσπαστικοποιήθηκαν και δημιούργησαν οργανώσεις ανταρτών πόλεων (guerrillas). Τα αιτήματά τους εκκινούσαν από τον εκδημοκρατισμό της παιδείας, τον έλεγχο του προϋπολογισμού των Ιδρυμάτων από τους φοιτητές και τους καθηγητές και τη χρηματοδότηση των Ιδρυμάτων από το ΑΕΠ της χώρας σε ποσοστό 12% -δεν έμεναν όμως μόνο εκεί. Πολύ περισσότερο, οι φοιτητές διεκδικούσαν ελευθερία πολιτικής έκφρασης για όλους, δημοκρατικά δικαιώματα, ποιοτική εκπαίδευση για όλους (κυρίως για αγρότες και εργάτες), σεβασμό της πολιτιστικής πολυμορφίας, διαύγεια του πολιτικού συστήματος και υποστήριξη των εργατικών σωματείων. Με άλλα λόγια, τη στιγμή που η κυβέρνηση του Μεξικό εξαπέλυε πόλεμο ενάντια σε κάθε καταπιεσμένη κοινωνική ομάδα, οι φοιτητές προσπαθούσαν να ενώσουν όλες αυτές τις ομάδες σε έναν κοινό αγώνα για δημοκρατία και κοινωνική απελευθέρωση.
Για τα επόμενα χρόνια, παρατηρήθηκε μια υποχώρηση του εκπαιδευτικού κινήματος, καθώς οι κυβερνητικές πολιτικές που ακολουθήθηκαν έθεταν στο στόχαστρο κυρίως κομμάτια του πληθυσμού που συμμετείχαν στην παραγωγή, όπως οι αγρότες. Μόνο σε ορισμένες περιοχές ξεπηδούσαν κατά καιρούς κινητοποιήσεις στις οποίες συμμετείχαν και οι εκπαιδευτικοί, όπως για παράδειγμα στην Oaxaca, όπου οι  καθηγητές απεργούσαν κάθε χρόνο για 25 συναπτά έτη, από το 1981 έως το 2006. Το 2006 μάλιστα, ξεκινώντας από μια απεργία, με αίτημα την αύξηση της χρηματοδότησης για τα δημόσια σχολεία, το εκπαιδευτικό κίνημα συναντήθηκε με την υπόλοιπη κοινωνία της Oaxaca σε έναν αγώνα ενάντια στη διαφθορά, με αίτημα την παραίτηση του τότε κυβερνήτη της περιοχής, Ulises Ruiz Ortiz. Οι κινητοποιήσεις έληξαν με την επίθεση 3000 αστυνομικών στα σχολεία που ήταν τότε κατειλημμένα και μόλις το 2013 παρατηρείται επανεμφάνιση του κινήματος εκπαιδευτικών και μαθητών, με αφορμή το νέο νομοσχέδιο του Πένια Νιέτο για την εκπαίδευση.
Τι προβλέπει ο νέος νόμος για την εκπαίδευση
Μερικά από τα μέτρα, ενάντια στα οποία κινητοποιούνται αυτή τη στιγμή εκπαιδευτικοί και μαθητές, είναι τα ενιαία κριτήρια αξιολόγησης που μπαίνουν για τους καθηγητές (με την απόλυση όσων δεν περάσουν τις αντίστοιχες εξετάσεις), η παύση της δυνατότητας «κληροδότησης» μιας θέσης καθηγητή από γονέα σε παιδί, εφόσον αυτό τελειώσει τη σχολή εκπαιδευτικών, το άνοιγμα του καθηγητικού επαγγέλματος  και σε αποφοίτους άλλων πανεπιστημίων, οι περικοπές μισθών για κάθε μέρα απουσίας από το σχολείο (μέτρο που πάει να χτυπήσει τη δυνατότητα των καθηγητών να απεργήσουν, εφόσον πάνω από τρεις μέρες απουσίας σε έναν μήνα επιτρέπουν την απόλυση του καθηγητή) και γενικά η αποδυνάμωση του συνδικάτου των καθηγητών, τόσο λόγω του περιορισμού των αρμοδιοτήτων του, όσο και λόγω ενός άρθρου του νόμου που υπαγορεύει ότι τα μέλη του σωματείου θα πληρώνονται από το ίδιο και όχι από το κράτος.
Από πλευράς κυβέρνησης, τα μέτρα αυτά παρουσιάζονται ως αναγκαία, ως μέρος ενός πολέμου ενάντια στη «συντεχνία» των καθηγητών. Η πραγματικότητα, όμως, είναι κάπως διαφορετική και, για να προσπαθήσουμε να την κατανοήσουμε, πρέπει να εξετάσουμε τη γενικότερη κατάσταση του εκπαιδευτικού συστήματος στο Μεξικό.
Κατ’ αρχάς, το συνδικάτο των καθηγητών CNTE δημιουργήθηκε  το 1979 από καθηγητές των νότιων πολιτειών του Μεξικό (Chiapas, Oaxaca, Guerrero και Μichoacán), πολιτείες στις οποίες καταγράφονται και τα μεγαλύτερα ποσοστά φτώχειας. Παρά την επίθεση των κυβερνήσεων ανά τα χρόνια στα στρώματα των εργαζομένων, με αυταρχικά μέτρα αλλά και με φυσική καταστολή, το συνδικάτο κατάφερε, κυρίως λόγω της μαζικότητάς του, να εξασφαλίσει ότι οι προσλήψεις των καθηγητών θα εγκρίνονται από το ίδιο, απαγορεύοντας στην κυβέρνηση να προσλαμβάνει και να απολύει καθηγητές κατά το δοκούν, ενώ η ύπαρξή του επέτρεψε τη συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε κινητοποιήσεις και απεργίες ανά περιόδους, εκμηδενίζοντας το φόβο «αντιποίνων» για όσους καθηγητές απεργούσαν.
Σύμφωνα με την κυβέρνηση, τα παραπάνω έχουν συντελέσει στην υποβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης και ο βασικός παράγοντας αυτής της υποβάθμισης (άρα, για την κυβέρνηση, οι καθηγητές) πρέπει να καταπολεμηθεί. Προφανώς, οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί έχουν αντίθετη άποψη. Γι’ αυτούς, η υποβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης είναι παράγωγο του τεράστιου ποσοστού φτώχειας που υπάρχει στη χώρα, επιχείρημα το οποίο επιβεβαιώνεται από την πραγματικότητα, καθώς υπάρχουν τεράστιες διαφορές ανάμεσα στα σχολεία του -πιο πλούσιου- βόρειου και του -πιο φτωχού και κατοικούμενου από ιθαγενείς- νότιου Μεξικό. Το νέο νομοσχέδιο, με βάση τους ισχυρισμούς των καθηγητών, δεν ασχολείται καθόλου με την κατάσταση των δημοσίων σχολείων, την έλλειψη υλικοτεχνικών υποδομών, τη συνεχή εκπαίδευση των ίδιων των καθηγητών ή τις παιδαγωγικές τεχνικές, που πρέπει να ποικίλλουν, αναλόγως του αν στα σχολεία φοιτούν μόνο Μεξικάνοι ή και αυτόχθονες. Αντ΄ αυτού, το νομοσχέδιο επικεντρώνεται στη μείωση των δικαιωμάτων των καθηγητών και του συνδικάτου, πράγμα που γι αυτούς αποτελεί συνέχεια της επίθεσης που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση στα εργατικά δικαιώματα.
Και τώρα;
Από το 2013, οπότε και ο Πένια Νιέτο εισήγαγε για πρώτη φορά το νομοσχέδιο, έχουν ξεπηδήσει δεκάδες κινητοποιήσεις. Τομή για τη μαζικοποίηση των εν λόγω κινητοποιήσεων υπήρξε η απαγωγή 43 φοιτητών το Σεπτέμβριο του 2014 στην πολιτεία Guerrero από δυνάμεις της αστυνομίας και η παράδοσή τους στα καρτέλ ναρκωτικών, τα οποία και τους έκαψαν ζωντανούς. Οι σχέσεις της κυβέρνησης με τα καρτέλ, αλλά και τα χιλιάδες θύματα από τον μεταξύ τους «πόλεμο», η διαφθορά των κυβερνήσεων, καθώς και τα αυταρχικά τους μέτρα ενάντια στον κόσμο της εργασίας ένωσαν τα επιμέρους κινήματα και τα έβγαλαν στο δρόμο.
Στις 20 Νοεμβρίου του 2014, στην επέτειο του απελευθερωτικού αγώνα του Μεξικό, χιλιάδες διαδηλωτές πραγματοποίησαν πορεία στην Πόλη του Μεξικό και το Δεκέμβρη του ίδιου έτους φοιτητές, μέλη των εργατικών συνδικάτων και ολόκληρες κοινότητες πραγματοποίησαν κατάληψη στο κτήριο του νομοθετικού σώματος, ενώ οι καθηγητές απέκλεισαν την εθνική οδό που ενώνει την Πόλη του Μεξικό με το Ακαπούλκο. Γι ακόμη μια φορά, τα αιτήματα των κινητοποιήσεων αγκάλιαζαν τα συμφέροντα όλων των εργαζόμενων στρωμάτων, καθώς οι διαδηλωτές ζητούσαν απόδοση ευθυνών, δικαιοσύνη, και παραίτηση της διεφθαρμένης κυβέρνησης, η οποία χτυπούσε τα εργατικά δικαιώματα, αλλά ποτέ τα συμφέροντα των πλουσίων. Είναι, μάλιστα, ενδεικτικό ότι το εργατικό κίνημα του Μεξικό, εξ αιτίας των μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης του Νιέτο, βρίσκεται στη χειρότερη θέση που έχει βρεθεί εδώ και δεκαετίες, από άποψη μισθών και δικαιωμάτων, την ίδια στιγμή που οι επιθέσεις από τα καρτέλ ναρκωτικών αλλά και τις αστυνομικές δυνάμεις και το στρατό (που πολλές φορές έχουν επιδοθεί σε ξυλοδαρμούς, βασανιστήρια, βιασμούς και δολοφονίες) αποτρέπουν τους εργαζομένους από το να κινητοποιηθούν δυναμικά προς υπεράσπιση των συμφερόντων τους.
Σε συνέχεια αυτής της κινητοποίησης, οι καθηγητές προχώρησαν σε σαμποτάρισμα της διεξαγωγής των εξετάσεων αξιολόγησης σε όσες περιοχές είχαν δύναμη τα συνδικάτα, και τον Ιούνιο του 2015 έκαναν καμπάνια και κινητοποιήσεις για μποϊκοτάρισμα των εκλογών, λέγοντας ότι όλα τα κόμματα είναι διεφθαρμένα και αντιμετωπίζοντας την αστυνομική καταστολή. Και ένα χρόνο μετά, τον Αύγουστο του 2016, το συνδικάτο των καθηγητών στην Oaxaca προκήρυξε απεργία, ζητώντας από την κυβέρνηση να αποσύρει το νόμο.
Από το 2014 μέχρι σήμερα, οι απεργίες έχουν κερδίσει σε μαζικότητα, καθώς και σε κοινωνική απεύθυνση, καθώς έχουν αγκαλιαστεί και από τους μαθητές (που διεκδικούν πραγματική δημόσια εκπαίδευση, χωρίς ταξικούς διαχωρισμούς), τους φοιτητές (που ζητούν εξασφάλιση θέσεων εργασίας από το κράτος για τους αποφοίτους πανεπιστημίων), τις κοινότητες, ακόμη και τους Ζαπατίστας. Όπως, όμως, συμβαίνει με κάθε κοινωνική αναταραχή που εκδηλώνεται στη χώρα, και ο συγκεκριμένος αγώνας έχει να αντιμετωπίσει σκληρή καταστολή. Στην Πόλη του Μεξικό, οι απεργοί έχουν δεχτεί επιθέσεις από στρατιωτικές δυνάμεις, στο Michoacán οι αστυνομικές δυνάμεις έχουν συλλάβει 49 φοιτητές, τους οποίους δεν αφήνουν ελεύθερους, ενώ στην Oaxaca έχουν συλληφθεί δύο από τα ηγετικά στελέχη του συνδικάτου και, σε συγκρούσεις ανάμεσα σε κατοίκους και αστυνομία τον Ιούνιο, υπήρξαν 8 νεκροί και 53 τραυματίες.
Προοπτικές του κινήματος
Μια σημαντική απόκλιση που παρουσιάζει το Μεξικό σε σχέση με άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, είναι ότι δεν υπάρχει κανένα κόμμα της αριστεράς στο κοινοβούλιο -ή και συνολικά, καθώς στο χάρτη της μεξικανικής αριστεράς υπάρχουν μόνο αριστερίστικες οργανώσεις με μικρή κοινωνική απεύθυνση. Οι μόνοι που φαίνεται να μπορούν να αποτελέσουν πόλο οργάνωσης, προς υπεράσπιση των συμφερόντων των πληττόμενων κοινωνικών ομάδων και των εργαζομένων είναι αφενός οι οργανώσεις ανταρτών (βλ. EPR και EZLN), αφετέρου τα εργατικά συνδικάτα, με όση δύναμη μπορεί να έχουν κερδίσει μέσω των αγώνων τους.
Και, όπως είναι λογικό να συμβαίνει σε ένα κράτος τόσο διαπλεκόμενο και διεφθαρμένο όπως αυτό του Μεξικό, ακόμη και τα συνδικάτα μπορεί να υπολείπονται σε σχέση με την αναγκαιότητα της συγκυρίας. Το συνδικάτο των εκπαιδευτικών, επί παραδείγματι, έχει κατά καιρούς κατηγορηθεί για μια σειρά πραγμάτων: εξαναγκαστική συμμετοχή των καθηγητών σε αυτό (εφόσον από το συνδικάτο ορίζονται οι προσλήψεις, μεταθέσεις και τα προνόμια των καθηγητών), μεγάλη απόσταση μεταξύ ηγεσίας και βάσης του συνδικάτου, έλλειψη αλληλεγγύης με άλλα κινήματα και συντεχνιακή λογική. Και όλες αυτές οι κατηγορίες, στο βαθμό που ισχύει η κάθε μία, δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ελαφρά τη καρδία. Παρόλα αυτά, τα συνδικάτα αυτή τη στιγμή στο Μεξικό είναι και οι βασικοί φορείς των αιτημάτων όσων αντιδρούν στην κυβέρνηση και τις μεταρρυθμίσεις της, ο βασικός πόλος οργάνωσης των κινητοποιούμενων κομματιών της κοινωνίας.
Το αν θα καταφέρουν να σηκώσουν μέχρι τέλους στις πλάτες τους αυτόν τον κρίσιμο αγώνα, όπως και το αν θα καταφέρουν να αποτελέσουν τη μαγιά για τη δημιουργία ενός πραγματικά αριστερού εγχειρήματος στη χώρα του Μεξικό -ενός εγχειρήματος που να επιδιώκει να φέρει σε καλύτερη θέση εργάτες, αγρότες, φοιτητές, ιθαγενείς- μάλλον θα το δείξει η ιστορία. Μέχρι τότε, εμείς μπορούμε να παρατηρούμε τις εξελίξεις και τα βήματα του εργατικού κινήματος σε εκείνη τη γωνιά της γης και να ελπίζουμε ότι η ανάγκη των λαών για δικαιοσύνη και ελευθερία θα οδηγήσει τον αγωνιζόμενο λαό του Μεξικό σε διαφορετικές, σε καλύτερες μέρες.
encuentro.gr/