Τετάρτη, Ιουλίου 3

Οι τέσσερις κίνδυνοι του Κυριάκου που είναι κίνδυνοι για την Ελλάδα

Του Παναγιώτη Γκλαβίνη*
Τέσσερις είναι οι κίνδυνοι, με τους οποίους θα έρθει αντιμέτωπος ο Κυριάκος:
α) Η βαλκανοποίηση της χώρας
Το υποψιαζόμασταν, όμως, μετά την «Τελευταία μπλόφα» της Ελένης  Βαρβιτσιώτη, τώρα το ξέρουμε: ο κ. Τσίπρας –γνωστός για τον κυνισμό  του– διέγνωσε από πολύ νωρίς τι θα του εξασφάλιζε την ανοχή των  εταίρων μας στο πρόσωπό του και στις πράξεις (και παραλείψεις) του: η  επίλυση του ονοματολογικού των Σκοπίων. Κι εμείς αναρωτιόμασταν γιατί  του
φέρονται κατ’ αυτόν τον τρόπο... Παρέλαβε μια οικονομία σε τροχιά  ανάπτυξης το ’14 και την ξανάριξε στην ύφεση το ’15 και το ’16. Στη  συνέχεια, κάθε χρόνο, λες και ξορκίζανε το κακό, οι Ευρωπαίοι βλέπανε  ισχυρή ανάπτυξη. Που όμως ποτέ δεν ερχόταν. Και σα να μη συνέβαινε  τίποτε, διαγκωνίζονταν μεταξύ τους ποιος θα επαινέσει τον κ. Τσίπρα  περισσότερο. Κι εμείς ψάχναμε να βρούμε γιατί το κάνανε. Ώσπου η κυρία  Μέρκελ τον επισκέφθηκε τον Ιανουάριο του 2019 για να του εκφράσει την  ευγνωμοσύνη της που έλυσε το ονοματολογικό. Το σχέδιο των εταίρων μας  είναι ξεκάθαρο: σε μια διευρυμένη Ευρώπη, τα Βαλκάνια θ’ αποτελέσουν  την φτωχή της γειτονιά. Με μας μέσα, φυσικά. Βαλκάνιους και φτωχούς.

β) Η νέα αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης
Αν οι εξελίξεις είναι ειρηνικές, χωρίς δηλαδή τη διαμεσολάβηση μιας  νέας κρίσης, οπότε θα είμαστε οι πρώτοι που θα πέσουμε, όλες οι  διακηρύξεις το λένε: η νέα Ευρωζώνη θα φύγει μπροστά με αυτούς που  μπορούνε. Το ζήτημα είναι αν όσοι μείνουν πίσω, θα εξακολουθούν να  έχουν ως νόμισμα το Ευρώ. Ευρωζώνη και ολίγον Ευρώ είναι σα να λέμε  ολίγον έγκυος. Τι θα μας οδηγήσει τότε στην έξοδο; Το μη βιώσιμο χρέος  μας, ασφαλώς, σε συνδυασμό με την αδυναμία μας ν’ αντιμετωπίσουμε τις  δανειακές μας ανάγκες, αφενός, και την αποφασιστικότητα των άλλων  κρατών της Ευρωζώνης να πάψουν να μας στηρίζουν, αφετέρου. Θα  υπαχθούμε τότε στη νέα θέση μας στην περιφέρεια της Ευρωζώνης, με την  προσδοκία να ξαναμπούμε στην καρδιά της όταν θάχουμε αποδείξει ότι το  μπορούμε. Η κωδική ονομασία της νέας μας κατάστασης έχει εφευρεθεί  προτού καν ρυθμιστεί η νέα κατάσταση: λέγεται «time out». Έτσι, θα  συγκροτήσουμε με τους λοιπούς εταίρους μας στα Ευρωπαϊκά πλέον  Βαλκάνια, την φτωχή ζώνη της διευρυμένης Ε.Ε.

γ) Το ευρώδεντρο που φύτεψε ο κ. Τσίπρας στον κήπο του Μαξίμου

Η ευφορία που έχει καταφέρει να δημιουργήσει ο Σύριζα στην υποτιθέμενη  μεταμνημονιακή Ελλάδα είναι ίσως η χειρότερη κληρονομιά που αφήνει  πίσω του φεύγοντας. Από την άλλη, ο κ. Μητσοτάκης έχει εγκλωβιστεί στο  καλό κλίμα που έχουν δημιουργήσει στο μεταξύ οι αγορές στην οικονομία,  και αδυνατεί να προειδοποιήσει το λαό ότι τα πράγματα μπορεί και να  μην πάνε όσο καλά φαίνονται, καθώς και για το ποιος θα φταίει γι’  αυτό. Κανένας δεν εξελέγη πρωθυπουργός κάνοντας δυσοίωνες προβλέψεις  για το μέλλον που θα κληθεί να διαχειριστεί, ακόμη κι αν αυτό θα  οφείλεται στη διακυβέρνηση του αντιπάλου του. Την ίδια στιγμή, ο  Κυριάκος έχει προφανές συμφέρον να ενισχύσει το κλίμα επαναφοράς της  εμπιστοσύνης που δημιουργείται προς την ελληνική οικονομία, ώστε να  προσελκύσει όσο το δυνατόν περισσότερες επενδύσεις. Με τούτα και με  ’κείνα, όμως, ο λαός διαπαιδαγωγείται προς τη λάθος κατεύθυνση, καθώς  δεν του περνάει καν από τον νου ότι τα πράγματα μπορεί τελικά και να  πάνε χειρότερα και ότι η πραγματική κρίση όχι μόνο δεν πέρασε, αλλά  ίσως να βρίσκεται και μπροστά.

δ) Κυριάκος σε ρόλο ΓΑΠ

Ο ύστατος κίνδυνος για τον ίδιο τον Κυριάκο προσωπικά, είναι να  μετατραπεί σε ΓΑΠ. Να υποχρεωθεί, δηλαδή, αν τα πράγματα δεν πάνε  καλά, όχι επειδή θα φταίει ο ίδιος, αλλά γιατί η κατάσταση της  οικονομίας που θα παραλάβει, θα είναι μη αναστρέψιμη, να διαχειριστεί  μια κατάσταση αλά ΓΑΠ. Όπου θα έχει επιλέξει, για να μην χαλάσει το  καλό κλίμα, να δώσει άφεση αμαρτιών στον Σύριζα για τους λόγους που  αναφέραμε. Αν όμως χάσει το στοίχημα της ισχυρής ανάπτυξης εξ αιτίας,  στην πραγματικότητα, της υπονόμευσης των προοπτικών της οικονομίας από  τη διακυβέρνηση του Σύριζα, και υποχρεωθεί –για να πετύχει τα υψηλά  πλεονάσματα, και μάλιστα σε περιβάλλον παγκόσμιας ύφεσης– να  διατηρήσει την υψηλή φορολογία ή ακόμη και να την αυξήσει,  προβαίνοντας συγχρόνως σε περαιτέρω αντιλαϊκές περικοπές δαπανών, τότε  δεν θα μπορέσει εύκολα να ρίξει το φταίξιμο σε αυτούς που πραγματικά  το έχουν. Έτσι, θα κινδυνεύει τότε να υποστεί ό,τι υπέστη ο ΓΑΠ,  κληθείς να διαχειρισθεί μια οικονομία που είχε περιέλθει σε κατάσταση  πτώχευσης εξ αιτίας πράξεων και παραλείψεων του προκατόχου του.

Δεδομένων των ανωτέρω κινδύνων, τα πράγματα δεν θάναι καθόλου εύκολα  για τον Κυριάκο. Τουλάχιστον ας μην του τα κάνουμε εμείς πιο δύσκολα,  στερώντας του την αυτοδυναμία ή εξοπλίζοντάς τον με μια ισχνή  πλειοψηφία. Το 2023 μπορεί κανείς να ψηφίσει ό,τι θέλει. Τώρα, όμως,  δεν έχει άλλη επιλογή, αν θέλει η χώρα του να έχει μια ακόμη ευκαιρία.  Την τελευταία.


* Ο κ. Γκλαβίνης είναι καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου στη  Νομική Σχολή ΑΠΘ.