Τρίτη, Σεπτεμβρίου 3

Φέτος πήγα στο Τρίκερι...


Για το νησί Παλαιό Τρίκερι, τον τόπο εξορίας 5.000 γυναικών ενα εξαιρετικό κείμενο Της Αννούλα Χιονιά

Φέτος πήγα στο Τρίκερι. Το Τρίκερι υπήρξε τόπος εξορίας γυναικών στον εμφύλιο και...
ενώ πρέπει να πέρασαν από εκεί πάνω από 5.000 γυναίκες, περισσότεροι άνθρωποι δηλαδή κι απ' τη Μακρόνησο, είναι μέρος που παραμένει σχετικά άγνωστο για την ιστορία του. Κι εκεί υπάρχει ακόμη το σημείο που υπήρχαν οι σκηνές των εξόριστων γυναικών, ένα σημείο που πλέον έχει μείνει
μόνο ένα πετρόχτιστο πλυσταριό και ένα μοναστήρι που φιλοξενούσε τους ανθρωποφύλακες τους.


Φέτος, σε μια εκδήλωση που έγινε για να τιμήσουν τις εξόριστες γυναίκες, ήταν εκεί και η Πότα Κακαβά. Η προβολή της εκδήλωσης είχε ξεκινήσει, κι εγώ ακόμη δεν είχα φτάσει γιατί διαβαζα λίγα μέτρα πιο κει μια άσχετη μαρμαρινη επιγραφή. Η κυρία Πότα πέρασε από μπροστά μου, στην ουσία με ανάγκασε να κάνω πίσω για να της ανοίξω το δρόμο. Σταμάτησε μπροστά μου και με ρώτησε που γίνεται η προβολή. Της έδειξα το σημείο, της πρότεινα να τη βοηθήσω, και ντρέπομαι αλλά δεν την αναγνώρισα. Μου έδειξε το μπαστούνι της και μου είπε «Σας ευχαριστώ, το ξέρω το μέρος εδώ και μπορώ ακόμη να περπατήσω. Εσείς θα έρθετε στην εκδήλωση;». Tης είπα ναι, και λίγο αργότερα τη βρήκα να στέκεται όρθια λίγο πιο πέρα, μακριά από τον κόσμο που είχε συγκεντρωθεί. «Ήρθα» της είπα. Με ρώτησε τι κάνω εκεί, και της απάντησα πως λίγο το συνειδητό, λίγο το ασυνείδητο, με έφεραν σ' αυτό το μέρος. Γέλασε.


Αφού λύσαμε ή μάλλον αφήσαμε στην άκρη τις διαφωνίες μας για το ΚΚΕ μου είπε ποια είναι. Καταδικάστηκε σε θάνατο μόλις στα 14 της, πέρασε την εφηβεία της στην εξορία, βασανίστηκε, κόντεψε στα καλύτερα της χρονια να πεθάνει. Και τι την κράτησε ζωντανή; «Ήξερα πως έχω ένα σκοπό σ' αυτή τη ζωή. Σκεφτόμουν πως δεν είμαι μόνη, σκεφτόμουν εκείνους που βασανίστηκαν πριν από μένα και εκείνους που θα βασανιστούν αργότερα. Κατάλαβα από παιδί πως αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει. Όσο υπάρχει ο σκοπός, τόσο κάποιοι θα βασανίζονται. Μόνο που όλα ξεχάστηκαν πριν ειπωθούν. Και να θυμάσαι πως η σιωπή δεν είναι καταφύγιο για να σκεπαστούν αυτά που θέλουν κάποιοι. Η σιωπή δεν είναι ποτέ καταφύγιο. Να θυμάσαι να στέκεσαι με αξιοπρέπεια και με το κεφάλι ψηλά όπου, όπως κι αν είσαι. Να θυμάσαι ότι δεν θα ζήσουμε ευτυχισμένοι αν δεν απαλλαχθούμε από κράτος, εκκλησία και Κεφάλαιο. Να θυμάσαι πως στο τέλος η ιστορία θα γραφτεί από τους νικητές, και πως αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει κι άλλη ιστορία άγνωστη για τους πολλούς. Η δικιά μας ιστορία. Να θυμάσαι το σκοπό σου και επειδή σε βλέπω για γλωσσοκοπάνα, να μάθεις μεν να ακους, αλλά να συνεχίσεις να είσαι γλωσσοκοπάνα», μου είπε. Και μου είπε κι άλλα πολλά, χωρίς να την ενδιαφέρει να δει την προβολή. Αυτό που την ενδιέφερε ήταν να μιλήσει με όσους νέους ανθρώπους έβρισκε, να μιλήσει για ένα όνειρο, για τον σκοπό που ακόμη δεν έχει πεθάνει.


Εγώ μούδιασα γιατί σε ένα μέρος συναισθηματικά φορτισμένο, με ιστορία ζωντανή, η ίδια η ιστορία ήταν μπροστά μου με τη μορφή μιας μικροκαμωμένης ηλικιωμένης που δεν ήθελε να σταματήσει να μιλάει, δεν ήθελε να καθίσει παρά το ότι στηριζόταν σε ένα ξύλο που χρησιμοποιούσε για μπαστούνι, μιας αεικίνητης γυναίκας που ήθελε απλώς να συζητήσει, να διαφωνήσει, να ζυμωθεί με ανθρώπους νεότερους της χωρίς να την ενδιαφέρουν οι τιμές και οι δάφνες.


Σ΄αυτό το μέρος, τότε, για να υπογράψουν δηλώσεις μετανοιας οι γυναίκες, οι βασανιστές τους, τους έδειχναν από μακριά το Βόλο και την ελευθερία. Εκείνες επέλεξαν τις σκηνές και τους δεσμοφύλακες και τους βασανισμούς. Σε ένα μέρος με τόσο όμορφη θάλασσα, δεν τους επιτρεπόταν η πρόσβαση στο νερό για να μην αποδράσουν. Κι εγώ μέσα σε όλα σκέφτηκα «Τι δυστυχία, να μην μπορεις να αγγίξεις αυτή τη θάλασσα». Και μετά πάτησα το πόδι μου στην άμμο, το άφησα να βυθιστεί μέσα και ένιωσα μια ελευθερία ανεκτίμητη. Δεν βγήκα από το νερό εκείνη την ημέρα. Σχεδόν βλακωδώς ήθελα να κολυμπήσω για όλες τους, με τη σκέψη πως κάποια, κάπου, κάποτε, θα ζει ελεύθερα στα σημεία που καταπιεζόμαστε σήμερα. Πως μια μέρα τα κέντρα κράτησης θα γίνουν παιδικές χαρές, και τα αστυνομικά τμήματα θα γίνουν σχολεία, και οι φυλακές θα γίνουν ξενυχτάδικα με ανθρώπους που τραγουδάνε μεθυσμένοι, ερωτευμένοι και ελεύθεροι. Δεν βγήκα απ' το νερό θέλοντας να πιστεύω πως η ζωή θα αλλάξει, θα ομορφύνει, θα ελευθερωθεί από τη δυστυχία, όπως έγινε και με το Τρίκερι. Πως μια μέρα, αν φτάσω τα 90 μου, θα καταφέρω να δω δάση και λουλούδια εκεί που σήμερα υπάρχει αίμα.
http://sibilla-gr-sibilla.blogspot.com