Παρασκευή, Νοεμβρίου 8

Ρωσική πρόταση-«βόμβα» στην Ελλάδα – Η αλήθεια για τον Α.Τσίπρα και ο κίνδυνος με την Τουρκία

Τι ειπώθηκε εν όψει της επίσκεψης Δένδια στην Μόσχα...
Ο επικεφαλής του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών του Ινστιτούτου Παγκοσμιοποίησης και Κοινωνικών Κινήσεων της Ρωσίας, Βασίλι Κολτασόφ, μίλησε στο ρωσικό ενημρωτικό δίκτυο «Sputnik» Για τις προοπτικές διεύρυνσης των ελληνο-ρωσικών σχέσεων, εν όψει της επίσκεψης Δένδια στη Μόσχα.

Εξέφρασε μάλιστα την εκτίμηση ότι η διεύρυνση των σχέσεων με την Ρωσία αποτελεί τον μοναδικό δίαυλο για να μπει τέλος στην οικονομική εξάρτηση της Ελλάδας από την Δύση.

Επιπλέον, υπογράμμισε πως η Ελλάδα θα μπορούσε να επωφεληθεί σε διάφορους τομείς από την ελληνο-ρωσική συνεργασία.

Σε σχέση με την Νέα Δημοκρατία αναφέρει πως προσπαθεί να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με την Μόσχα, σε αντιδιαστολή με τον Α.Τσίπρα, ο οποίος, σύμφωνα πάντα με τον κ. Κολτασόφ, διατηρούσε ενεργές σχέσεις με τις ΗΠΑ, περισσότερο από κάθε άλλον (σ.σ. εννοεί φυσικά το αριστερόστροφο Βαθύ Κράτος των Ομπάμα και Χίλαρι και όχι τον Ν.Τραμπ, ο οποίος ανήκει στο ίδιο στρατόπεδο με την Εθνική Δεξιά του Πούτιν).

Τόνισε δε ότι οι διεθνιστές των ΗΠΑ προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν την Ελλάδα ενάντια στην Τουρκία, μία πάρα πολύ σοβαρή εκτίμηση.

Προσπάθεια της Ρωσίας να «χωρέσει» στην σφαίρα επιρροής της και τις δύο χώρες;

Διαβάζουμε από το Sputnik την σημαντική αυτή είδηση:

Με το «βλέμμα» στη συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών με τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ, στη Μόσχα στις 6 Νοεμβρίου, ο αναλυτής του Ινστιτούτου Παγκοσμιοποίησης και Κοινωνικών Κινήσεων, αναφέρεται στο γεωπολιτικό σταυροδρόμι, στο οποίο συνεχίζει να βρίσκεται η Ελλάδα, αλλά και στον ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει, σύμφωνα με τον ίδιο, η Ρωσία στην απομάκρυνσή της από «την εξάρτησή της από τις παγκόσμιες δυνάμεις, όπως τις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Γερμανία».

Όπως εξηγεί, συγκεκριμένα, ο Κολτασόφ, η Ελλάδα παραμένει σε «γεωοικονομικό και γεωπολιτικό σταυροδρόμι», παρά το γεγονός ότι η κατάσταση έχει βελτιωθεί ελαφρώς και το «πιο δύσκολο κομμάτι της κρίσης στην Ελλάδα έχει περάσει».

Αναφερόμενος στην πολιτική της Αθήνας σε ό,τι αφορά τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ, ο ίδιος παρατηρεί ότι «η ελληνική κυβέρνηση συνεργαζόταν ενεργά με τις ΗΠΑ, ειδικά με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα».

Εντούτοις, όπως τονίζει, η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να κερδίσει, «εάν είναι μια αμερικανική μαριονέτα». Στο πλαίσιο αυτό, όπως σημειώνει ο αναλυτής, «επί του παρόντος, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας προσπαθεί να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με τη Ρωσία», καθώς η συνεργασία με τη Ρωσία μπορεί να έχει αμοιβαία συμφέροντα.

Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση στην παρούσα φάση, σύμφωνα με τον ίδιο, η Αθήνα θα μπορούσε να αναζητήσει ευκαιρίες και ενδεχομένως, μάλιστα, να δώσει τη θέση τους «σε μπόνους που έχει λάβει από την ΕΕ και τις ΗΠΑ».

Αναφερόμενος, ειδικότερα, στη συνεργασία της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, ο αναλυτής του Ινστιτούτου Παγκοσμιοποίησης και Κοινωνικών Κινήσεων, σημειώνει ότι «οι Αμερικανοί συνεργάζονται ενεργά με την Ελλάδα, επειδή δεν θέλουν να την αφήσουν να ξεφύγει από τη ζώνη επιρροής τους», ιδίως όπως λέει, λόγω των στρατιωτικών βάσεων που διατηρούν σε ελληνικό έδαφος, θεωρώντας «την Κρήτη πολύ σημαντική τοποθεσία».

Παράλληλα, σημειώνει ότι «οι ΗΠΑ θα ήθελαν να χρησιμοποιήσουν την Ελλάδα ενάντια στην Τουρκία».

«Τούτων δοθέντων, είναι πολύ σημαντικό να ξεκινήσει σιγά – σιγά η Ρωσία να τραβάει την Ελλάδα προς τη συνεργασία με τις χώρες της Ευρασίας και να μειώσει την εξάρτησή της από τις παγκόσμιες δυνάμεις, όπως τις ΗΠΑ, την ΕΕ και τη Γερμανία, που είχαν παλαιότερα μεγαλύτερη δύναμη», υπογραμμίζει.

Άλλωστε, όπως σχολιάζει «η στάση της Ελλάδος απέναντι στη Γερμανία έχει γίνει πολύ αρνητική», παραπέμποντας στα σκληρά μέτρα, στη λιτότητα, στο σοκ του 2015 με τα capital controls και στην «αδίστακτη στάση της Άνγκελα Μέρκελ».

«Αυτή η στάση, βέβαια, έκανε την Ελλάδα να απομακρυνθεί πολύ από την ΕΕ και τη Γερμανία. Πρέπει όμως να λάβουμε υπόψη μας το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία, και οι ελληνικές ελίτ φοβούνται να αποχωρίσουν από την ΕΕ, επειδή δεν έχουν πού να πάνε. Με ποιον θα κάνουν εμπόριο; Ποιος θα αντικαταστήσει τους Γερμανούς, τους Γάλλους τουρίστες αν υπάρξει σύγκρουση με την ΕΕ;», παρατηρεί.

Και καταλήγει:

«Η σοβαρή οικονομική εξάρτηση, στην οποία η Ελλάδα βρέθηκε λόγω της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης θα πρέπει να ξεπεραστεί σιγά – σιγά, και υπάρχει μόνο ένας δίαυλος. Πρόκειται για τη διεύρυνση των οικονομικών, επιχειρηματικών, πολιτιστικών, πολιτικών σχέσεων με τη Ρωσική Ομοσπονδία. Πρόκειται για την πραγματική αποκατάσταση και ανάπτυξη (σ.σ. των σχέσεων), προκειμένου εν συνεχεία η Ελλάδα να αφήσει πίσω αυτήν την εξάρτηση των παλαιών ηγετών της Δύσης και να βρεθεί σε μια πιο ανεξάρτητη θέση. Και τότε θα μπορεί να έχει την ευκαιρία να βελτιώσει τον γεωργικό κλάδο – που υπέστη σοβαρή ζημιά από την πολιτική της ευρωκρατίας – τη βιομηχανία, το εμπόριο και να προσαρμοστεί στη νέα Ευρασιατική συναίνεση, στο νέο σύστημα σχέσεων».

Ο Βασίλι Κολτασόφ εκφράζει, άλλωστε, την εκτίμηση ότι «η αναζήτηση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγή της πολιτικής πορείας της Ελλάδας» και συμπληρώνει:

«Αρχικά με τον Αλέξη Τσίπρα, η Ελλάδα προσποιήθηκε ότι ήταν έτοιμη για τη φιλία με τη Ρωσική Ομοσπονδία, ενώ στην πραγματικότητα εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την ευρωκρατία και φλέρταρε πολύ με τις ΗΠΑ. Ίσως, αυτές οι διαπραγματεύσεις, η συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών (σ.σ. Δένδια – Λαβρόφ) να βοηθήσει να προχωρήσουν οι σχέσεις (σ.σ. των δυο χωρών) προς το καλύτερο. Η στάση του ελληνικού λαού απέναντι στη Ρωσία είναι πολύ θετική, ενώ, το αντίθετο ισχύει απέναντι στις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ έχουν κακή φήμη στην ελληνική ιστορία, ενώ η Ρωσική Ομοσπονδία έχει καλή φήμη. Οι ΗΠΑ, για παράδειγμα, θεωρούνται ότι είναι υπεύθυνες για τη Χούντα και για όλες τις αρνητικές συνέπειές της, ενώ η Ρωσία συνδέεται τόσο με την ανεξαρτησία (σ.σ. της Ελλάδας), όσο και με τον κοινό πολιτισμό, αλλά και το γεγονός ότι η Ρωσία είχε κληρονομήσει πολλά από τον ελληνικό πολιτισμό».

Σε ό,τι αφορά τη συνεργασία Ελλάδας – Ρωσίας, ο Κολτασόφ τονίζει ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να επωφεληθεί στους τομείς του εμπορίου, της διακίνησης φυσικού αερίου, αλλά και πολλούς άλλους.

«Το μόνο ερώτημα είναι εάν η ελληνική κυβέρνηση έχει το θάρρος να εφαρμόσει τα διδάγματα που έλαβε από όσα έγιναν τα τελευταία 10 χρόνια και να ξεκινήσει την προσέγγιση με τη Ρωσική Ομοσπονδία», υπογραμμίζει ο ίδιος σε αυτό το σημείο.

Sputniknews.gr