Κυριακή, Ιανουαρίου 5

Εισπνεόμενα σπρέι: Πότε δεν «πιάνουν»;

Τα εισπνεόμενα φάρμακα για τις αναπνευστικές παθήσεις δεν έχουν πάντα το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Τι ακριβώς συμβαίνει; Τι πρέπει να ξέρουμε για τις ενδείξεις, τις αντενδείξεις, τη δράση τους και τις παρενέργειές τους; Εισπνεόμενα σπρέι: Πότε δεν «πιάνουν»; | vita.gr
Ένα στα δέκα παιδιά με άσθμα δεν ανταποκρίνεται ικανοποιητικά στην αγωγή με εισπνεόμενα βρογχοδιασταλτικά, ενώ η χρήση αυτών των φαρμάκων μπορεί ακόμη και να επιδεινώσει την κατάσταση, υποστηρίζουν βρετανοί ερευνητές του Πανεπιστημίου Dundee και της Ιατρικής Σχολής Brighton and Sussex. Οι ερευνητές, μετά από παρατηρήσεις 6 μηνών, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για παιδιά που φέρουν μια συγκεκριμένη παραλλαγή ενός γονιδίου.
Ωστόσο, οι ίδιοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι προς το παρόν δεν συντρέχει λόγος να αλλάξει ο τρόπος χορήγησης των εισπνεόμενων.

Δεν κάνουν καλό σε όλους
«Τα εισπνεόμενα βρογχοδιασταλτικά με σαλβουταμόλη ή σαλμετερόλη ανακουφίζουν αποτελεσματικά πολλά παιδιά, ωστόσο αποτελεί κοινή γνώση μεταξύ των γιατρών ότι ορισμένα παιδιά δεν ανταποκρίνονται εξίσου καλά στη θεραπεία σε σύγκριση με άλλα παιδιά», επισημαίνει ένας εκ των βασικών ερευνητών της βρετανικής μελέτης, ο καθηγητής Somnath Mukhopadhyay από την Ιατρική Σχολή Brighton and Sussex. Η βρετανική έρευνα, λοιπόν, έρχεται να επιβεβαιώσει κάτι που και οι ίδιοι οι πνευμονολόγοι παρατηρούν στην καθημερινή κλινική πράξη: Ότι δεν ανταποκρίνονται όλοι οι ασθενείς (παιδιά και ενήλικοι) εξίσου καλά στα εισπνεόμενα βρογχοδιασταλτικά.

Πότε δεν επιδρούν
Όπως εξηγούν οι πνευμονολόγοι, η μειωμένη δραστικότητα ενός βρογχοδιασταλτικού μπορεί να οφείλεται σε πολλούς παράγοντες:
• Στο ότι έχει συνταγογραφηθεί μικρή δόση που δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες του συγκεκριμένου ασθενούς.
Στο ενδεχόμενο να συνυπάρχει μικροβιακή λοίμωξη. Στην περίπτωση αυτή, το εισπνεόμενο δεν επαρκεί, αλλά χρειάζεται και αντιβίωση.
Στο γονιδιακό υπόστρωμα του συγκεκριμένου ασθενούς στο φάρμακο, κάτι που παρατηρήθηκε και στο πλαίσιο της βρετανικής έρευνας. Ειδικότερα, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι όσο περισσότερο τα παιδιά με μια συγκεκριμένη μορφή του γονιδίου Arg16 χρησιμοποιούσαν τα βρογχοδιασταλτικά σαλβουταμόλης ή σαλμετερόλης, τόσο λιγότερο ανταποκρίνονταν σε αυτά.
Στη μακροχρόνια λήψη (π.χ. για 1-1,5 μήνα) μεγάλων δόσεων, κυρίως σαλβουταμόλης. Γι’ αυτό και οι πνευμονολόγοι σε περιπτώσεις μακροχρόνιας αγωγής τείνουν να προτιμούν βρογχοδιασταλτικά με σαλμετερόλη, η οποία δεν έχει συσχετιστεί με περιπτώσεις αντοχής.
Στη λανθασμένη χρήση των συσκευών, ιδιαίτερα από τους ηλικιωμένους. Γι’ αυτό και θεωρείται απαραίτητη η εκπαίδευση του ασθενούς ως προς την ορθή χρήση της συσκευής.
Στη μυϊκή αδυναμία ορισμένων ασθενών, κυρίως των ηλικιωμένων, να εισπνεύσουν το φάρμακο. Στις περιπτώσεις αυτές, συστήνεται η χρήση του νεφελοποιητή (ηλεκτρική συσκευή που μετατρέπει τα βρογχοδιασταλτικά από υγρή μορφή σε νεφέλωμα -εκνέφωμα-, το οποίο εισέρχεται στους πνεύμονες χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια από μέρους του ασθενούς).

Ποια είναι τα εισπνεόμενα

Τα βρογχοδιασταλτικά
Σε αυτά ανήκουν:
• Οι β2 διεγέρτες (σαλβουταμόλη, σαλμετερόλη, φορμοτερόλη): Χορηγούνται σε ασθενείς με άσθμα και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια των καπνιστών (ΧΑΠ). Θεωρούνται φάρμακα ανακούφισης, επειδή διαστέλλουν άμεσα τους βρόγχους επιτρέποντας την είσοδο του αέρα.
• Τα αντιχολινεργικά ατροπινούχα (ιπρατρόπιο, τιοτρόπιο): Λαμβάνονται από τους ασθενείς με ΧΑΠ. Σπανίως χορηγούνται σε παιδιά. Διευκολύνουν τη λειτουργία των αεραγωγών, δρώντας κυρίως ως βρογχοδιασταλτικά, ενώ διερευνάται και η αντιφλεγμονώδης δράση τους.
Τα κορτικοστεροειδή Χορηγούνται σε ασθενείς με άσθμα, ενώ τα τελευταία 3 χρόνια λαμβάνονται και από ασθενείς με ΧΑΠ. Δρουν μειώνοντας τη φλεγμονή των βρόγχων. Θεωρούνται φάρμακα πρόληψης και θερα­πείας. Συνήθως, η χορήγησή τους είναι μακροχρόνια και δίνονται σε συνδυασμό με τα βρογχοδιασταλτικά. Μάλιστα, κυκλοφορούν πλέον και εισπνεόμενα που συνδυάζουν τα κορτικοστεροειδή με τους β2 διεγέρτες μακράς δράσεως, διευκολύνοντας έτσι τη συμμόρφωση των ασθενών με την αγωγή.

Τα φάρμακα που άλλαξαν το τοπίο
Τα εισπνεόμενα φάρμακα παραμένουν πολύτιμα για την αντιμετώπιση των αναπνευστικών παθήσεων. Σήμερα αποτελούν το θεμέλιο λίθο στην αντιμετώπιση αυτών των νόσων, οι οποίες, χωρίς την κατάλληλη αγωγή, μπορεί να αποβούν μοιραίες. Τα εισπνεόμενα άρχισαν να κυκλοφορούν το 1960 και αποτέλεσαν σταθμό στην αντιμετώπιση των αναπνευστικών παθήσεων. Πριν από το 1960, οι ειδικοί είχαν στη διάθεσή τους κυρίως τα χάπια και τις ενέσεις κορτιζόνης και θεοφυλλίνης, αλλά οι παρενέργειές τους περιόριζαν τη χρήση τους. Τα εισπνεόμενα άλλαξαν θεαματικά την κατάσταση, καθώς και την ποιότητα ζωής των ασθενών. Έχουν τοπική δράση -«στέλνουν» το φάρμακο απευθείας στους πνεύμονες- και γι’ αυτό περιορίζουν τις πιθανότητες παρενεργειών.

Οι παρενέργειες των εισπνεόμενων
Οι ειδικοί τονίζουν ότι η μη αντιμετώπιση της ΧΑΠ ή του άσθματος μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας – ακόμη και στο θάνατο. Η εξέλιξη αυτή αποτρέπεται χάρη στην ορθή χρήση των εισπνεόμενων. Ωστόσο, όπως κάθε φάρμακο έτσι και τα εισπνεόμενα έχουν παρενέργειες, οι οποίες εκτιμάται ότι παρουσιάζονται στο 10% των ανθρώπων που τα χρησιμοποιούν. Συνήθως οι παρενέργειες εμφανίζονται όταν οι χορηγούμενες δόσεις είναι μεγάλες.
Παρενέργειες βρογχοδιασταλτικών Ταχυκαρδία, αρρυθμία, τρέμουλο στα χέρια, πονοκέφαλος, νευρικότητα, αϋπνία. Ειδικότερα, τα αντιχολινεργικά δεν πρέπει να χορηγούνται σε ασθενείς με υπερτροφία προστάτη και γλαύκωμα κλειστής γωνίας, επειδή έχουν συσχετιστεί με τη διόγκωση του προστάτη και την αύξηση της πίεσης στα μάτια.
Παρενέργειες κορτικοστεροειδών Στις συνήθεις παρενέργειές τους ανήκουν η βραχνάδα στη φωνή και η μυκητίαση του στόματος (γι’ αυτό και μετά τη χρήση τους πρέπει να ξεπλένετε καλά το στόμα σας κάνοντας γαργάρες). Σε μεγάλες δόσεις, στο πλαίσιο μακροχρόνιας χρήσης, μπορεί να γίνει απορρόφηση της κορτιζόνης από το αίμα και να προκληθούν σοβαρότερες παρενέργειες (γαστρίτιδα, οστεοπενία, ευπάθεια σε λοιμώξεις, σακχαρώδης διαβήτης). Στο παρελθόν, η χρόνια λήψη τους είχε συσχετιστεί με την αναστολή της ανάπτυξης των παιδιών, αλλά πλέον είναι τεκμηριωμένο ότι δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο.

Πότε ενοχοποιούνται για κρίσεις άσθματος
Στη βρετανική έρευνα, η οποία αφορούσε ασθματικούς ασθενείς από 3 έως 22 ετών, παρατηρήθηκε ότι τα παιδιά που φέρουν μια συγκεκριμένη μορφή του γονιδίου Arg16 και τα οποία χρησιμοποιούν καθημερινά βρογχοδιασταλτικά σαλβουταμόλης ή σαλμετερόλης έχουν 30% περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν μια νέα κρίση άσθματος σε σύγκριση με τα παιδιά που φέρουν τη συνήθη μορφή αυτού του γονιδίου. Ωστόσο, σύμφωνα με τους ειδικούς, πέραν αυτής της έρευνας, δεν υπάρχουν άλλες μελέτες που να τεκμηριώνουν το συσχετισμό μεταξύ της αυξημένης χρήσης σαλβουταμόλης και της πρόκλησης αναπνευστικών κρίσεων, αν και έχουν παρατηρηθεί ορισμένα μεμονωμένα περιστατικά. Επιπλέον, οι πνευμονολόγοι επισημαίνουν και μία ακόμη παράμετρο του θέματος: Υπάρχουν και ασθενείς με αλλεργία στις ουσίες των σπρέι (έκδοχα και προωθητικά) οι οποίοι μπορεί να παρουσιάσουν αναπνευστική αλλεργική κρίση (με βήχα και δύσπνοια) αμέσως μετά τη λήψη των εισπνεόμενων.

Το λάθος που πρέπει να αποφύγετε
Σύμφωνα με τους πνευμονολόγους, το σύνηθες λάθος πολλών ασθενών είναι ότι διακόπτουν μόνοι τους τα εισπνεόμενα 2-3 ημέρες μετά την έναρξη της αγωγής, δηλαδή μόλις βελτιωθεί η αναπνοή τους. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή είναι πολύ πιθανό η κατάστασή τους να υποτροπιάσει.

Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τον κ. Γεώργιο Βαρουχάκη, πνευμονολόγο, διευθυντή της Πνευμονολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Ερρίκος Ντυνάν», και τον κ. Νικόλαο Παπανικολάου, ειδικό παθολόγο-πνευμονολόγο, υπεύθυνο του Εργαστηρίου Αναπνοής της «Ευρωκλινικής Αθηνών»vita.gr.