Αχ βρε ζωή, τόσα χρόνια πορευόμαστε μαζί και ακόμα δεν μπορώ να σε καταλάβω. Είσαι σαν μια απύθμενη θάλασσα, που τη μια στιγμή με βγάζεις σε μια μαγική ακτή και πριν προλάβω να ξαποστάσω λίγο, φουρτουνιάζεις και δεν υπολογίζεις τίποτα, με πετάς πάνω σε βράχια, αφήνοντάς μου μια σανίδα, μια ελπίδα, για να βρω μόνη μου το δρόμο, να σε ξαναρπάξω και να γίνω ξανά, εικονικά, εγώ που αποφασίζω για την πορεία.

Σε σπουδάζω καθημερινά, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Είσαι μεγάλη δασκάλα, αλλά και μεγάλη πόρνη. Όσες φορές με άφησες να σε καταλάβω, ένιωσα πως γέμισα αιώνες εμπειρίας. Όσες φορές με τσάκισες, απλά κρύφτηκα στη γωνιά μου, περιμένοντας να καταλαγιάσει το μένος σου.

Και ξέρω καλά πως είσαι μία, μοναδική για τον καθένα μας. Και ξέρω πως πρέπει να σε σέβομαι, να σε τιμώ, να μην σε ευτελίζω. Και λάτρεψα τις στιγμές που με έκανες να βρίσκω τα βήματα και να απολαμβάνω τα δώρα σου, τις στιγμές. Όμως είναι κάτι μέρες που τολμάω να μετράω τα δάκρυα και τα χαμόγελα. Τις πίκρες και τις χαρές. Και δεν τη βρίσκω την ισορροπία ρε γαμώτο. Και στ’ ορκίζομαι ζωή μου, θέλω να μην το κάνω ποτέ αυτό. Αλλά κάποιες ώρες, που η καρδιά φτάνει στο στόμα, το γιατί σχηματίζεται στο μυαλό, η απόλυτα ανθρώπινη φύση μου, με κάνει να αισθάνομαι μετέωρη, χωρίς να βρίσκω κάτι να κρατηθώ.

Το ξέρω είναι ύβρις όλο αυτό και δεν σου κρύβω πως όταν οι σκέψεις μου βγαίνουν στην επιφάνεια φοβάμαι πως πάλι για κάποιον λόγο θα μετρήσω δάκρυα. Ίσως φταίνε τα όνειρα που ποτέ δε γίναν πραγματικότητα, ίσως ο χρόνος που τρέχει με μεγάλη ταχύτητα, ίσως ο φόβος άλλης μιας αποτυχίας ή απώλειας.

Και σ’ αγαπάω, μα την αλήθεια, σ’ αγαπάω. Απολαμβάνω τις αναμνήσεις μου, κάθε μικρό χαμόγελο, κάθε έντονη στιγμή, κάθε φωτιά που λάτρεψα. Στιγμές ανεκτίμητες, που ξεπηδούν στο παρόν μου, άνθρωποι αγαπημένοι, χαμένοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο απ’ το τώρα, πάντα αξέχαστοι. Εικόνες ξεθωριασμένες, μα βάλσαμο για μένα.

Δεν ξέρω αν είσαι εσύ που φταις ή αν εγώ λόγω χαρακτήρα, υπερεκτίμησα τις προσδοκίες μου. Άλλωστε είμαι ένα τεράστιο ερωτηματικό πια. Που με την πάροδο του χρόνου, βαραίνει πολύ το κουράγιο μου και αντανακλά τους φόβους μου. ‘Ίσως πάλι να είμαι απλά κουρασμένη απ’ τα όχι που δέχτηκα και απ’ τις προσπάθειες που πήγαν χαμένες.

Ξέρεις; Τα όνειρα μου από παιδί, ήταν πολύ περιορισμένα και προσιτά. Νομίζω μερικές φορές πως άγγιζαν τα όρια του ρομαντισμού, με μια δόση απλότητας. Και τώρα, μετά τα 40, βλέποντας το παρόν, απλά αναγνωρίζω πως τα περισσότερα κλειδώθηκαν και χάθηκαν.

Ένα μωρό που δεν κράτησα ποτέ στα χέρια μου, να έχω κοντά μου τους αγαπημένους μου ανθρώπους για όσο περισσότερο γίνεται, να είμαι δημιουργική και γεμάτη σε ότι κάνω και να μπορώ να γελάω συχνά.. Όλα κι όλα αυτά ήταν κρυμμένα στο παιδικό μυαλό. Και ήταν φτιαγμένα με αγάπη. Παιδική και άδολη.

Λένε πως όλα γίνονται για κάποιο λόγο. Πως όταν κάνεις υπομονή, ανταμείβεσαι. Ξέρεις όμως κάτι ζωή μου; Για τα περισσότερα απ’ αυτά που θέλησα, είναι πλέον πολύ αργά. Οπότε μου μένουν δυο επιλογές. Ή να συνεχίσω να κυνηγώ χίμαιρες ή να κάνω νέα όνειρα. Λέω τώρα να αφεθώ τελείως σε σένα για να μου δείξεις το δρόμο. Θέλω να συρρικνωθούν πια οι πληγές και εσύ ξέρεις σαν γυναίκα, μάνα όλων μας, να μας γιατρεύεις. Πιάσε μου το χέρι και πήγαινε με κάπου με ησυχία και λιγότερη θλίψη να ξεκουραστώ και να ξαναρχίσω να ελπίζω. Εσύ μόνο το μπορείς…