Η απάτη της διαφοράς

Του Απόστολου Αποστόλου

Η καινούργια εποχή δε φέρνει μια καινούργια ζυγαριά για να μετρήσει τα κριτήρια και τις παραδοχές, δεν έχει μια νέα αισθητική για να αναδείξει τις διαφορές, αλλά ασκεί τη χρεία της αξίωσης με τον υλικό κόσμο του χθες μέσα στο συμφυρμό και τη γενική σύγχυση.

Στην ίδια χωρητικότητα της ζωής και του πολιτισμού στην υπερταχεία της κυκλοφορίας των ίδιων σημείων η νέα εποχή αλλάζει μόνο το συμβολικό σύμφωνο της βάσης αναγνώρισης.

Για παράδειγμα: Η διαλεκτική παραχώρησε τη θέση της στη γειτνίαση. Όλα περνούν μέσα από την εγγύτητα των πραγμάτων, των σχέσεων, των ιδεών. Δε ζούμε τη σύνθεση των αντιθέτων αλλά το πεπρωμένο της ταυτότητας.

Δε συναντάς σήμερα ούτε ιστορικά γεγονότα, ούτε ιδέες, ούτε πολιτικές. Ακολουθείς μόνο. Με άλλα λόγια όλα γίνονται μόδα που καλείσαι να τα ακολουθήσεις.

Η πολιτική δεν αγγίζει τα ζητήματα αλλά τα αντικρίζει. Ενώ η καταστολή και ο καταναγκασμός συνυπάρχει ως εγκάρσια τομή σ’ όλες τις εκφάνσεις της ζωής. Υγεία, εργασία, εκπαίδευση, κλπ. Αρκεί να δει κανείς τι συνέβη με την πανδημία.

Η ζωή αλλάζει ρόλους «δίκην μετανεωτερικότητας» και μια νέα κανονιστικότητα εισβάλει με αξιώσεις και με διαχεόμενα συμφέροντα τα οποία δημιουργούν ελλείμματα δημοκρατίας.

Ο ποιητής Γ. Σεφέρης έγραφε να αλλάξουμε μέσα στην αλλαγή. Αυτό όμως που έχει συμβεί σήμερα είναι κάτι άλλο, καθώς πολλαπλασιάζονται οι αλλαγές και οι διαφορές και εξαπλώνεται η λατρεία τους, μεγαλώνει ακόμη πιο γρήγορα η ομογενοποίηση της διαφοράς της αλλαγής, του άλλου, γίνεται με άλλα λόγια μια μεταφορά της απάτης. Και αυτό γιατί όλες οι απόπειρες προστασίας της διαφοράς, του άλλου, της αλλαγής, κλπ, δημιουργεί το αδιέξοδο του καθολικού που προκύπτει από τις πολλές διαφορές, αλλαγές κλπ. Έτσι η διαφορά, το άλλο, παίρνει τη μορφή μιας αντίστροφης απάτης.

Είναι παράδοξο αλλά έχει συμβεί το εξής. Η διαφορά, το άλλο, η αλλαγή, εργαλειοποιήθηκαν από τον καταναλωτικό «ανθρωπισμό» που υποχρεώνει παρά απελευθερώνει.

Δηλαδή από το «μοδάτο» ανθρωπισμό που βλέπει τις προσαρμοσμένες αλλαγές στο άμεσο σχήμα της συνεχιζόμενης κυριαρχίας, αλλά και τη βοήθεια στους κατατρεγμένους του πλανήτη ως ακόμη μία ευκαιρία για κερδοσκοπία.

Ο μοδάτος «ανθρωπισμός» είναι επινόηση από όλους εκείνους τους ευεργέτες που ενώ στήνουν τα διαπιστευτήρια της κοινωνικής αθλιότητας και της «αρπαχτής», την ίδια στιγμή με μια συγκεκαλυμμένη ανθρωποβοήθεια ενισχύουν τα συμφέροντα της κάστας τους. Υποθηκεύουν συμφέροντα στη διαβίωση των ταλαιπωρημένων και πεινασμένων με τις ΜΚΟ, και τα ιδρύματα τους.

Την ίδια στιγμή η συμμετοχή του κόσμου ως προσαρμογή στη διαφορά, στο άλλο, στην αλλαγή, μεταμορφώνεται (κατ’ εντολή ή ενδοβολή) σε φετίχ.

Εδώ χρειάζεται προσοχή. Αυτή η προσαρμογή εντάσσεται σε μια πολυφωνική και ανεκτική χειραγώγηση που καλείται ανεκτικότητα. Στην πραγματικότητα πρόκειται για την ίδια λογική της εκμεταλλευτικής λοκομοτίβας και απανθρώπισης που ίσχυε πάντα, αλλά σε επίπεδο πρόθεσης και βοηθητικής παραχάραξης προσπαθούν να μας πείσουν ότι πρόκειται για φιλανθρωπία.

Η πολυσέβαστη ανεκτικότητα γίνεται το μότο και η προμετωπίδα της όλης επιχείρησης. Έτσι αντί να τρέξουν οι φιλάνθρωποι και να βοηθήσουν τις χώρες που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση, σε φάση πολιορκίας, σε φτώχεια και εξαθλίωση, επιδεινώνουν τις καταστάσεις ώστε να δημιουργηθεί προσφυγιά που θα εργαλειοποιηθεί και θα σπρωχτεί σε δυτικές κοινωνίες με σκοπό να πληγούν και αυτές οι κοινωνίες.

Τι επιτυγχάνεται; Να δημιουργηθούν οι σύγχρονοι πρόσφυγες που φθάνουν από χώρες λεηλατημένες από τη διεθνή πλουτοκρατία και να ριχτούν σε χώρες που έχουν ήδη δημιουργηθεί εγχώριοι πρόσφυγες του πεπερασμένου, από τη δουλοκρατία της διεθνοποιημένης εκμετάλλευσης.

Αυτό αποτελεί το τέλειο μιξάρισμα που με επιμέλεια επιδίδεται ο υπερκοστολογημένος παγκοσμιοποιημένος σχεδιασμός.

Εκεί επάνω κατασκευάζονται και οι πολιούχες αξίες της σκόπιμης καταναλωτικής φιλανθρωπίας και οι πολιούχοι θρύλοι των εορτών. Για παράδειγμα η ανεόρταστη γιορτή της Αμάλ (ελπίδας), ένα πανηγύρι που απολιθώνει την περιπέτεια στα μικρομέγαλα πλήθη, ή άλλες εορταστικές εκδηλώσεις, αποτελούν μιμήσεις αισθήματος και όχι σημεία εσωτερικής διάρκειας και ουδόλως απαιτήσεις να ξαναβρεθούν οι ταλαιπωρημένοι άνθρωποι πάλι στις εστίες τους.

Στη Δύση παίζεται αυτή τη φορά ένα παιχνίδι επικίνδυνο. Η διαφορά τώρα πια φτάνει από άλλο μέτωπο, εκείνο της ανωτερότητας του άλλου, του ξένου, που έρχεται από την κόλαση του πολέμου και των διωγμών. Εκείνοι θεωρούνται ανώτεροι ως φυλή που έρχονται για να ανανεώσουν τη Δύση.

Χρόνια τώρα στη Δύση τα συνθήματα και οι απόψεις, όπως ο «λευκός πρέπει να τιμωρηθεί γιατί είναι αποικιοκράτης», ή οι θέσεις κάποιων ιατρογνωμόνων ότι «οι ξένοι (οι άλλοι) είναι ανώτερες φυλές που δεν κολλούν κορωνοϊό, και δε μεταδίδουν την ασθένεια» ετοιμάζουν μια αντιστροφή, μια αντιμετάθεση, της ίδια βιολογικής κουλτούρας που μιλούσε κάποτε για ανωτερότητα φυλών.

Οι λευκές αξίες αλλάζουν αφεντικά και θα είναι τώρα πια τα αφεντικά αλλά και οι εκμεταλλευόμενοι, οι νέοι έποικοι που θα ακολουθούν τις παλιές αξίες της καπιταλιστικής Δύσης. Η καταπίεση όμως και ο διαχωρισμός θα είναι πάλι ο ίδιος.

Ας δούμε όμως πως ξεδιπλώνεται το παιχνίδι της νέας εποχής. Ο καταναλωτικός ανθρωπισμός ενσωματώνει τη διαφορά, το άλλο, και η φιλανθρωπία υποχρεώνει σε ρόλους και σε δράσεις.

Έτσι οι πληθυσμοί που εισέρχονται στη Δύση είναι εκείνοι που υπόσχονται ότι θα κρατήσουν ένα σοφτ φολκλόρ και την αθλιότητα τους που κουβαλούν από τις χώρες τους (ενσωμάτωση) και αν χρειαστεί θα χρησιμοποιηθούν ως στρατός πέμπτης φάλαγγας αποσταθεροποιητικά με εντολές από τους φιλάνθρωπους (υποχρέωση).

Να γιατί λαοί με κουλτούρα καθολικής αδιαφορίας, αλλά και με ελλειπτικότητα της διαφοράς απαγορεύονται να εισέλθουν στη Δύση. Εξάλλου υπάρχει ένα προηγούμενο στη Δύση, οι Ινδιάνοι επειδή αρνήθηκαν να παίξουν το παιχνίδι της διαφοράς και ήταν πλήρως απορροφημένοι στην αδιαφορίας τους, εξοντώθηκαν.

Ας καταλάβουμε ότι η κουλτούρα της διαφοράς, του άλλου, της αλλαγής, γίνεται μια ακόμη επένδυση από τα αφεντικά του πλούτου και επίσης μια παγίδα που λειτουργεί τέλεια.

Απόστολος Αποστόλου. Καθηγητής φιλοσοφίας.

 https://www.antinews.gr/action.read/antitheseis/i-apati-tis-diaforas/10.153138