Αισχροκέρδεια στα καύσιμα: Μέχρι πότε θα παριστάνετε τον ανήξερο κύριε Μητσοτάκη;

Καύσιμα: Υπόνοιες για «όργια» στον δρόμο από τα διυλιστήρια μέχρι τα πρατήρια – Τι καταγγέλλουν οι εκπρόσωποι των παραγωγικών φορέων – Αντί να υπάρξει άμεση αντίδραση από τους αρμοδίους, η κυβέρνηση Μητσοτάκη κάνει σαν να μην άκουσε ενώ οι αρμόδιες κρατικές αρχές μένουν απαθείς – Το σκάνδαλο με τα καύσιμα εξελίσσεται εδώ και δεκαετίες – Τι έλεγε Έκθεση Σούρλα για τη Διαφάνεια, του 2012, που έμεινε στα… αζήτητα – Περίπου 2 δισ. ευρώ χάνει κάθε χρόνο ο κρατικός προϋπολογισμός με τους πολίτες να πληρώνουν με το αζημίωτο…

Σοβαρές υπόνοιες για εσκεμμένο «κλείσιμο των ματιών» από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς και από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, σε σχέση με τις διαδικασίες που έχουν οδηγήσει σε εκτίναξη τις τιμές στα καύσιμα, πριν ακόμη ξεκινήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, καθώς και για τα όσα συμβαίνουν στην «αλυσίδα» της εμπορίας τους (από τη στιγμή που φεύγουν από τα διυλιστήρια μέχρι που φτάνουν στις αντλίες των βενζινάδικων) αφήνουν εκπρόσωποι των παραγωγικών φορέων. Αντί, όμως, να κινητοποιηθούν άμεσα το Μέγαρο Μαξίμου, οι αρμόδιοι υπουργοί, οι ελεγκτικοί και εισαγγελικοί μηχανισμοί, οι «άριστοι» κάνουν ότι «δεν άκουσαν, δεν είδαν, δεν ξέρουν» δημιουργώντας πολλά ερωτήματα για τη στάση τους.

Ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης και τα αρμόδια κυβερνητικά στελέχη μοιάζουν να αφήνουν, με βάση τα όσα καταγγέλλουν οι επικεφαλής φορέων εκπροσώπησης των επαγγελματιών, να εξελίσσεται σε βάρος των καταναλωτών ένα «όργιο» αισχροκέρδειας, σε μια περίοδο μάλιστα πρωτοφανούς πίεσης για τα μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Αν και ο πρωθυπουργός, προεκλογικά, δεσμευόταν ότι θα υπάρξουν κανόνες σε τομείς που επί σειρά ετών προκαλούν οικονομική «αιμορραγία», δείχνει σαν να πράττει το ακριβώς αντίθετο. Αντιθέτως, επιτρέπει τη διόγκωση ενός χρόνιου σκανδάλου μπροστά στο οποίο «ωχριά το σκάνδαλο Κοσκωτά», όπως ανέφερε η πρώτη -και τελευταία- έκθεση για τη Διαφάνεια (ολοκληρώθηκε την περίοδο 2012 – 13 από τον τ. αρμόδιο γενικό γραμματέα του υπουργείου Δικαιοσύνης Γ. Σούρλα).

Ενδεικτικές των σοβαρών υπονοιών που αφήνουν τις τελευταίες ημέρες εκπρόσωποι παραγωγικών φορέων είναι οι δηλώσεις του προέδρου της ΓΣΕΒΕΕ Γιώργου Καββαθά. Ο κ. Καββαθάς διερωτήθηκε, χαρακτηριστικά, το βράδυ της Πέμπτης 17 Μαρτίου, στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Kontra Channel με τον Γιώργο Μελιγγώνη, τι ακριβώς συμβαίνει στις τιμές των καυσίμων, στον δρόμο… από τα διυλιστήρια μέχρι τα βενζινάδικα.

«Γιατί δεν μπαίνει πλαφόν στις τιμές των καυσίμων; Από όσο ξέρω και ελπίζω να μην κάνω λάθος, τα συμβόλαια στην αγορά αργού πετρελαίου είναι εξάμηνα. Γιατί λοιπόν οι τιμές αλλάζουν κάθε μέρα; Μήπως δεν θέλουμε να ελέγξουμε την πηγή του προβλήματος; Και μεταφέρουμε το πρόβλημα στο πρατήριο;», αναρωτήθηκε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ και πρόσθεσε: «Πρέπει να έχουμε τον έλεγχο της τιμής, όπως αυτή διαμορφώνεται από το διυλιστήριο μέχρι το βενζινάδικο, μέχρι την αντλία. Πρέπει να κοιτάμε όλη την αλυσίδα εμπορίας των καυσίμων». Ανέφερε, δε, ότι οι εκπρόσωποι των παραγωγικών φορέων δεν έχουν διαπιστώσει κάποια αυξημένη επαγρύπνηση και περισσότερους από τους συνηθισμένους ελέγχους, παρά το γεγονός ότι οι τιμές των καυσίμων έχουν πάρει «φωτιά».

Ωστόσο, παρά τις δηλώσεις Καββαθά και τις αντίστοιχες άλλων εκπροσώπων παραγωγικών φορέων, η κυβέρνηση Μητσοτάκη «περί άλλων τυρβάζει». Όχι μόνο δεν επιχείρησε από την πρώτη ημέρα της ανάληψης των καθηκόντων της να ελέγχει μια αγορά από την οποία το ελληνικό Κράτος χάνει κάθε χρόνο περίπου 2 δισ. ευρώ, σύμφωνα με την έκθεση που είχε κάνει την περίοδο 2012 – 13 το υπουργείο Δικαιοσύνης, αλλά ακόμη και τώρα, με τα καύσιμα εδώ και μήνες να δέχονται ανατιμήσεις καθημερινά και το τελικό κόστος τους για τους καταναλωτές να έχει εκτοξευθεί περαιτέρω μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία (προκαλώντας αυξήσεις σε όλα τα βασικά αγαθά) ο πρωθυπουργός και οι «άριστοι» υπουργοί του δείχνουν να σφυρίζουν αδιάφορα.

Κρατάει δεκαετίες το σκάνδαλο

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη παρουσιάζει μια εικόνα αδράνειας, δημιουργώντας ερωτήματα εύλογα σε σχέση με το κατά πόσο θέλει να παρέμβει σε ένα σκάνδαλο το οποίο διενεργείται εδώ και δεκαετίες σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού και των πολιτών. Για το θέμα των καυσίμων, η Έκθεση Πεπραγμένων 2012 – 13 του υπουργείου Δικαιοσύνης, η οποία διενεργήθηκε από τον τότε αρμόδιο γενικό γραμματέα Ι. Σούρλα, ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «το λαθρεμπόριο και η διακίνηση νοθευμένων καυσίμων στον στρατό αποτέλεσαν τα ισχυρότερα κυκλώματα διαπλοκής με μακροχρόνια δράση και ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην οικονομία, στην εθνική ασφάλεια, στη δημόσια υγεία».

«Το σκάνδαλο Κοσκωτά ακόμη κι αυτό του χρηματιστηρίου», σύμφωνα με την Έκθεση αυτή, «ωχριά μπροστά σε εκείνο των καυσίμων ως προς το οικονομικό μέγεθος και την αδράνεια κάθε αρχής και εξουσίας. Στην προκείμενη περίπτωση ήταν γνωστά τα όσα συνέβαιναν με τα καύσιμα επί χρόνια αλλά την τελευταία δεκαετία έγιναν γνωστά στοιχεία για τα λαθραία και τα νοθευμένα καύσιμα του στρατού. Εν τούτοις όμως άφησαν αδιάφορους κυβερνήσεις, πρωθυπουργούς, αρμόδιους υπουργούς, ηγεσίες των ενόπλων δυνάμεων καθώς και τις ηγεσίες της στρατιωτικής και τακτικής δικαιοσύνης».

Μάλιστα, στην Έκθεση γίνεται αναφορά σε όσα είχε πει ο πρώην πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος, στις 13 Ιανουαρίου του 2012, όταν σε ομιλία του είχε τονίσει: «Το λαθρεμπόριο καυσίμων είναι ένα σημαντικό πρόβλημα. Η απώλεια εσόδων ανέρχεται σε δις € ετησίως».

Μάλιστα, στην Έκθεση επισημαινόταν ότι «σημαντικότερη από την οικονομική διάσταση είναι η πολιτική, η ηθική, η νόθευση της δημοκρατίας όταν όλοι γνωρίζουν ποιοι είναι οι λαθρέμποροι και ποιοι άνθρωποι της εξουσίας ανέχονται τη διαπλοκή με αντάλλαγμα που εύκολα μπορεί ο καθένας να αντιληφθεί». «Εδώ επιβεβαιώνεται η εκτίμηση ότι διαφθορά υπάρχει εκεί που δεν υπάρχει πολιτική βούληση» κατέληγε η Έκθεση που σήμερα είναι επίκαιρη όσο ποτέ τα τελευταία χρόνια, ενισχύοντας τις υποψίες και τις εκτιμήσεις περί σκόπιμης απάθειας από την πλευρά των αρμοδίων σε σχέση με όσα συμβαίνουν σήμερα και όχι μιας ακόμη ανικανότητας να αντιμετωπίσουν ένα πρόβλημα που δεν αποκλείεται να δημιουργήσει πρόβλημα βιοπορισμού σε ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας.