Τρίτη, Δεκεμβρίου 5

Το υπουργείο Εργασίας αποσύρει την τροπολογία για την απεργία

Μετά τις έντονες αντιδράσεις αποσύρονται από το σχέδιο νόμου του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, οι τροπολογίες του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στις οποίες περιλαμβανόταν η κήρυξη απεργίας μόνο με απαρτία ( «50% + 1» των μελών του συνδικάτου).

Ειδικότερα, αποσύρονται οι τροπολογίες σχετικά με:
- Το ποσοστό της απαρτίας για συζήτηση και λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας στις γενικές συνελεύσεις πρωτοβάθμιων σωματείων.
- Την αποζημίωση για εργατικά ατυχήματα με ευθύνη του εργοδότη.
- Τον προγραμματισμό και την παροχή εργασίας του προσωπικού των ΚΤΕΛ.
Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, οι τροπολογίες θα κατατεθούν εκ νέου σε επόμενο νομοσχέδιο, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις και θετικές τροποποιήσεις στις προβλέψεις τους.
Με την εκ νέου κατάθεση των τροπολογιών, σημειώνουν στο υπουργείο, θα δοθεί ο χρόνος για ευχερέστερη συζήτηση του περιεχομένου τους στο Κοινοβούλιο, ώστε να μην υπάρχουν προσχηματικές ενστάσεις επί της διαδικασίας από τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Η επίμαχη τροπολογία
Όπως είχε μεταδώσει νωρίτερα το liberal.gr, η κυβέρνηση προχωρά στην αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου, καθώς με τροπολογία νομοθετεί ότι για την κήρυξη της απεργίας απαιτείται να υπάρχει πλειοψηφία από το 50% + 1 των μελών του συνδικάτου.
Ειδικότερα, ορίζεται ότι για τη συζήτηση και λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον τους ενός δευτέρου των οικονομικά τακτοποιημένων μελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης, την ώρα που σήμερα η συγκεκριμένη απόφαση μπορεί να ληφθεί υπό προϋποθέσεις και από το 1/5 των οικονομικά τακτοποιημένων μελών.
Με την ίδια τροπολογία αποσαφηνίζεται η αληθής έννοια της διάταξης 2 του άρθρου 34 του α.ν. 1846 αναφορικά με την υποχρέωση καταβολής της προβλεπόμενης δαπάνης εκ μέρους του εργοδότη, σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος εφόσον διαπιστώνεται με δικαστική απόφαση ότι οφείλεται σε δόλο του τελευταίου, είτε ως προς το αποτέλεσμα του ατυχήματος καθαυτό, είτε ως προς τη μη τήρηση διατάξεων που ορίζουν μέτρα προστασίας της ασφάλειας και υγείας στην εργασία.