Παρασκευή, Απριλίου 18

Αυτός που φεύγει έχει δίκιο ή αυτοί που μένουν πίσω;

Κάθε φορά που παίζει στην τηλεόραση αυτή η ταινία, πάντοτε σε προκαλεί να τη συζητήσεις, διότι περιέχει ένα ηθικό δίλημμα.

Αυτές άλλωστε είναι και οι ταινίες που σου μένουν στο μυαλό, ακόμη κι όταν -κατά τ' άλλα- δεν είναι σπουδαίες.
Μόλις τώρα την έβλεπα και, με την ευκαιρία που συζητούσαμε στο σπίτι για το ποιος έχει δίκιο στην ταινία, λέω να το συζητήσουμε και εδώ μέσα.

Μιλώ, λοιπόν, για την ταινία "Ο άνθρωπος που γύρισε από τη ζέστη" των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου.
Στην ταινία ο κεντρικός ήρωας (τον υποδύεται ο Λάμπρος Κωνσταντάρας) ζει 19 χρόνια στην Αφρική. Εφυγε για να εξασφαλίσει τα προς το ζην στην οικογένειά του. Όταν αναγκάστηκε να μεταναστεύσει, βίωνε πολύ δύσκολες στιγμές και προσδοκούσε να βρει χρήματα για την οικογένειά του στην ξενιτιά.
Άφησε πίσω τη γυναίκα του με δυο βρέφη στην αγκαλιά, μια γυναίκα που τον παρακαλούσε να μη φύγει, αλλά δεν του πρότεινε και κάτι καλύτερο βέβαια ως εναλλακτική λύση.
Όλα αυτά τα 19 χρόνια ο ήρωας κατάφερε να δημιουργήσει μια αρκετά μεγάλη περιουσία και έστελνε τακτικά ένα μεγάλο χρηματικό ποσό στη γυναίκα του για να εξασφαλίζει την καλύτερη και ανετότερη δυνατή ζωή για τα παιδιά τους.

Η πλοκή του έργου λοιπόν αρχίζει με την απόφαση του ξενιτεμένου ήρωα να επιστρέψει επιτέλους στην πατρίδα και στο σπίτι του.
Να επσιτρέψει στην οικογένειά του μετά από τόσα χρόνια!
Στην οικογένειά του; Είναι τελικά οικογένειά του;
Αυτό είναι και το κεντρικό ερώτημα του έργου.

Γυρίζει λοιπόν αυτός στο σπίτι του γεμάτος χαρά και περιμένοντας να αγκαλιάσει την οικογένειά του, τη γυναίκα και τα παιδιά του, ονειρευόμενος χαρές, γλέντια και τσιμπούσια, αντικρύζει την απόλυτη παγωμάρα!
Τη μέρα που φτάνει στο σπίτι τυχαίνει ταυτόχρονα να διοργανώνεται ένα πάρα πολύ σημαντικό τραπέζι προς τιμήν του γιου του που σπουδάζει μουσικός, ένα τραπέζι που θα καθόριζε πιθανότατα ολόκληρη την επαγγελματική -και όχι μόνο- ζωή του και το μέλλον του.
Έχοντας πληροφορηθεί την επιστροφή του, η γυναίκα του διστάζει να ακολουθήσει το γιο της στο βαρυσήμαντο αυτό τραπέζι, στο οποίο ήταν καλεσμένη μια διεθνής προσωπικότητα του χώρου που θα βοηθούσε το γιο στην εξέλιξή του, προκειμένου να υποδεχθεί τον άντρα της που γύρισε μετά από 19 χρόνια ξενιτιάς. Αλλά ο γιος με παρακάλια καταφέρνει και την παίρνει μαζί, όπως και την αδερφή του, αφήνοντας τον πατέρα μόνο στο σπίτι την πρώτη μέρα της επιστροφής του, χωρίς να προλάβουν ούτε καν να χαιρετηθούν!

Την επόμενη μέρα, επιτέλους ο ήρωάς μας, προσπαθώντας να παραβλέψει την απόλυτη χθεσινή του απογοήτευση, συναντά την οικογένειά του.
Η γυναίκα του όμως τον υποδέχεται μάλλον ψυχρά, ο γιος του του τείνει το χέρι μ'ένα "χαίρω πολύ", ενώ η κόρη του τού... φιλά ψυχρά το χέρι!
Και γενικώς επί δυο μέρες, ουσιαστικά δεν τον υποδέχεται κανείς και τον αφήνουν συνεχώς μόνο του, διότι τρέχουν σε διάφορες δουλειές.

Το πρόβλημα όμως προκύπτει από αλλού: ο πατέρας διαφωνεί με την καριέρα μουσικού που διάλεξε ο γιος του, σπάζοντάς του το βιολί και διώχνοντάς τον απ'το σπίτι, όταν αυτός αρνήθηκε να σταματήσει τη μουσική. Επίσης διαφωνεί και με τον αρραβώνα της κόρης και, όταν αυτή αρνείται να παρατήσει τον αρραβωνιαστικό της, τη διώχνει κι αυτή από το σπίτι.
Και όταν ζητάει το λόγο απ'τη γυναίκα του, επειδή δεν ήταν ενήμερος για όλες αυτές τις εξελίξεις, αυτή του απαντά πως "μετά από τόσα χρόνια γίνανε ξένοι και άμα θέλει να... περάσει καμιά μέρα να πάνε να πιουν κάνα καφεδάκι να τα ξαναπούν"!

Και σ' αυτό το σημείο γεννιούνται τα ερωτήματα:
Ποιος έχει δίκιο;

  • Δεν έχει δίκιο ο πατέρας όταν βλέπει πως γύρισε μετά από 19 χρόνια απ' την ξενιτιά, όπου παρέμεινε για χάρη της οικογένειάς του, και τελικά τον υποδέχονται οι -υποτίθεται -δικοί του άνθρωποι με απόλυτη ψυχρότητα και μάλλον με αδιαφορία, λες και ερχόταν κάποιος ενοχλητικός ξένος;
  • Δεν έχει δίκιο ο πατέρας πως, αφού πλήρωνε όλα αυτά τα χρόνια για τα πάντα, έπρεπε να είναι ενήμερος και να έχει και λόγο για ό,τι συμβαίνει στην οικογένειά του;
  • Απ'την άλλη, δεν έχει δίκιο η γυναίκα του που διαπιστώνει πως μετά από χρόνια ουσιαστικά γίνανε ξένοι; Που του κρατάει το παράπονο γιατί την άφησε να μεγαλώσει μόνη τα παιδιά της, αλλά και να ζήσει και η ίδια μόνη, θυσιάζοντας τα καλύτερα χρόνια της ζωής της;
  • Δεν έχει δίκιο η γυναίκα του που του εξηγεί πως δεν είναι τα λεφτά που μεγαλώνουν τα παιδιά, αλλά η αγάπη και η τρυφερότητα και η καθημερινή ενασχόληση μ' αυτά;
  • Δεν έχει δίκιο όμως και ο πατέρας που διαπιστώνει πως η γυναίκα του δεν έμαθε τα παιδιά να τον αγαπούν, ακόμη κι αν έλειπε; Πως όλα αυτά που κάνουν τα παιδιά χτίστηκαν πάνω στα λεφτά που μύριζαν τον κόπο και την ξενιτιά του πατέρα;
  • Δεν έχουν δίκιο, όμως, και τα παιδιά πως αφού έλειπε τόσα χρόνια, δεν μπορεί να έρχεται τώρα εκ των υστέρων να κάνει κουμάντο στη ζωή τους;


Είναι πολλά τα ερωτήματα που γεννιούνται βλέποντας αυτήν την ταινία. Ιντριγκαδόρικη, σίγουρα...
Όσες φορές την έχω παρακολουθήσει, έχει ξεσπάσει πάντοτε παρόμοι συζήτηση.
Βρίσκει κανείς δίκιο κι άδικο σε όλους.

Φταίει ο ξενιτεμένος που έφυγε για να εξασφαλίσει μια καλύτερη ζωή για τους δικούς του ανθρώπους ή φταίνε αυτοί που μείναν πίσω και έμαθαν να ζουν χωρίς αυτόν;
Τελικά, έχουμε το ηθικό δικαίωμα να μεταναστεύουμε;
Περιμένουμε να επιστρέψουμε και να είναι όλα όπως τα αφήσαμε κι όπως τα ονειρευόμαστε;
Και τελικά ποιοι είναι οι δικοί μας άνθρωποι;
Αυτοί που μοιραζόμαστε το ίδιο αίμα και μια μακρινή αγάπη ή αυτοί με τους οποίους μοιραζόμαστε τα βιώματά μας;

toixo-toixo.blogspot.gr
.freepen.gr