Δευτέρα, Μαρτίου 4

Η επέτειος της μεγάλης ευρωπαϊκής απάτης


από Analyst Team
 Στις 16 Μαΐου του 2019 συμπληρώνονται 20 χρόνια από την παραίτηση όλων των Ευρωπαίων Επιτρόπων της διοίκησης Santer – κάτι που γίνεται μεγάλη προσπάθεια να κρατηθεί μυστικό, αφού πρόκειται για τη μεγαλύτερη απάτη στα χρονικά της ΕΕ.

Επικαιρότητα

Εμείς οι Έλληνες κατηγορούμαστε (δυστυχώς επίσης από τον εαυτό μας, έχοντας πεισθεί πως είμαστε η μοναδική χώρα που διαπιστώνονται πολιτικά και άλλα σκάνδαλα) ως διεφθαρμένοι, φοροφυγάδες, με έμφυτη τάση προς τις απάτες κοκ. – χωρίς να γνωρίζουμε τι συμβαίνει σε άλλα κράτη, όπως στη βασίλισσα της φοροδιαφυγής (Ολλανδία), στο άντρο της τραπεζικής διαφθοράς (Λουξεμβούργο) ή στην πρωταθλήτρια της απάτης και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος (Γερμανία).
Τα παραπάνω δεν αφορούν μόνο τις χώρες που αναφέραμε ως παράδειγμα αλλά, επίσης, την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση – στην οποία γίνονται μεγάλες προσπάθειες να ξεχαστεί το μνημειώδες σκάνδαλο απάτης και διαφθοράς που οδήγησε στη μαζική παραίτηση όλων των Επιτρόπων, ανδρών και γυναικών, είκοσι χρόνια πριν.
Ειδικότερα, όλα ξεκίνησαν το 1998, όπου «πύκνωσαν» οι ενδείξεις σχετικά με χρήματα που εξαφανίσθηκαν από τις διάφορες οργανώσεις της ΕΕ – γεγονός που ανάγκασε την Κομισιόν το Σεπτέμβρη του ιδίου έτους να δώσει εντολή έρευνας στη Δικαιοσύνη. Λίγο αργότερα, το Δεκέμβρη, ένας ανώνυμος τότε υπάλληλος της ΕΕ (V. Buitenen), τον οποίο θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς ως «καταδότη», έστειλε έγραφα με επί πλέον υποθέσεις απάτης, σε έναν βουλευτή του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου – με τελικό αποτέλεσμα να τεθεί σε διαθεσιμότητα, με την αιτιολογία της ανικανότητας!
Συνεχίζοντας, στις 17 Δεκεμβρίου το Ευρωκοινοβούλιο αρνήθηκε να απαλλάξει την Κομισιόν από τις ευθύνες της για τον προϋπολογισμό του 1998 – όπως στο παράδειγμα εταιρειών που η γενική συνέλευση των μετόχων τους, έχοντας ενδείξεις εξαπάτησης εκ μέρους των μελών του διοικητικού συμβουλίου, δεν τους απελάσει για τη συγκεκριμένη εταιρική χρήση πριν ερευνηθούν διεξοδικά τα λογιστικά βιβλία.
Στις 14 Ιανουαρίου τώρα του επομένου έτους, όταν έγιναν γνωστές επί πλέον υποθέσεις νεποτισμού (=παραχώρηση θέσεων σε συγγενείς και φίλους), κατατέθηκε μία πρόταση μομφής εκ μέρους του ΕΚ (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) εναντίον της Κομισιόν – η οποία όμως δεν πλειοψήφησε. Εν τούτοις, στα τέλη Ιανουαρίου το ΕΚ ανέθεσε σε μία ομάδα εμπειρογνωμόνων την έρευνα των καταγγελιών – αρνούμενο να εξαιρέσει τους και τις Επιτρόπους, όπως απαίτησε ο πρόεδρος της Κομισιόν κ. J. Santer.
Μερικές εβδομάδες αργότερα, στις 15 Μαρτίου, η ομάδα των εμπειρογνωμόνων κατέθεσε την λεπτομερέστατη έκθεση της – σύμφωνα με την οποία υπήρξαν αμέτρητες «παρατυπίες» (πηγή). Το χειρότερο όλων ήταν το πόρισμα της ομάδας, η οποία αποκάλεσε την Κομισιόν, αυτήν δηλαδή που κατηγόρησε την Ελλάδα για παραποιήσεις των προϋπολογισμών της, ως ένα σύστημα οργανωμένης ανευθυνότητας – γράφοντας πως ήταν δύσκολο να βρεθεί έστω και ένα μέλος της που να είχε την παραμικρή αίσθηση ευθύνης της θέσης του (σελίδα 144 στην πηγή που παραθέσαμε, «It is becoming difficult to find anyone who has even the slightest sense of responsibility»).
Αμέσως μετά, λόγω των τεράστιων πιέσεων που ασκήθηκαν, όλα τα μέλη της Κομισιόν παραιτήθηκαν – ενώ κατηγόρησαν με θράσος τους επικριτές τους ως αντί-ευρωπαϊστές, ακροδεξιούς, εθνικιστές, ακόμη και εξτρεμιστές! Ιδίως βέβαια τους επικριτικούς δημοσιογράφους που αναφέρθηκαν στις απάτες της Κομισιόν και τους οποίους τοποθέτησαν στο ακροδεξιό εξτρεμιστικό περιβάλλον. Όσον αφορά τον υπάλληλο που κατέδωσε την Κομισιόν, χαρακτηρίσθηκε από την ίδια ως «θρησκευτικός ζηλωτής» –  επειδή όταν απευθύνθηκε στην κοινή γνώμη, δήλωσε πως κατήγγειλε τις απάτες επειδή ήταν αντίθετες στη χριστιανική του συνείδηση.
Αυτή που κυρίως απεύθυνε τις κατηγορίες, προσπαθώντας να στιγματίσει τους επικριτές ως αντί-ευρωπαϊστές, ήταν η γαλλίδα επίτροπος κυρία Cresson – χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν η μοναδική, όπως φάνηκε από αναφορές της γερμανικής τηλεόρασης (πηγή). Μεταξύ άλλων κατατέθηκε αγωγή αποζημίωσης εναντίον ενός δημοσιογράφου του Focus, ύψους 2 εκ. ΓΜ – επειδή είχε αναφερθεί στα τεράστια ποσά που εισέπρατταν τα μέλη της Κομισιόν από τις πολυεθνικές, λειτουργώντας ως λόμπι τους.
Χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, πρόκειται για ένα γεγονός που δεν πρέπει να ξεχαστεί – ενώ κανένας δεν μπορεί να ισχυρισθεί σήμερα με βεβαιότητα πως δεν συμβαίνει κάτι ανάλογο, αφού είναι δεδομένο πως το συντριπτικό ποσοστό των μελών του Ευρωκοινοβουλίου, καθώς επίσης της Κομισιόν, διατηρούν πολύ στενές σχέσεις με τα λόμπι των πολυεθνικών, προωθώντας νόμους που τις συμφέρουν.
Συμπερασματικά λοιπόν, δεν είναι η Ελλάδα το μοναδικό κράτος που διαπιστώνονται αυτού του είδους οι παρατυπίες, ενώ ενδεχομένως να είναι πολύ λιγότερες στη χώρα μας, σε σύγκριση με αυτά που συμβαίνουν αλλού – χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια πως τις δικαιολογούμε, αλλά ότι είναι αστείο να μας κατηγορούν για διαφθορά εκείνοι που την έχουν αναγάγει σε επιστήμη (ενώ όσον αφορά τις αμοιβές των Ευρωβουλευτών, έχουμε ήδη αναφερθεί – άρθρο). Σε κάθε περίπτωση, το να μας δίνει συμβουλές ο κ. Barroso στη συνδιάσκεψη των Δελφών, ο οποίος μετά το τέλος της θητείας του στην Κομισιόν προσλήφθηκε από την Goldman Sachs, είναι μάλλον αστείο.