Τετάρτη, Μαΐου 15

Κομματικές παρωπίδες



Θα έπρεπε να ντρέπεται η Ευρώπη για τη συμπεριφορά της απέναντι μας, όπως επίσης η Γερμανία που την ελέγχει – επειδή θέλει να καταστρέψει την Ελλάδα, να τη διαμελίσει με αφετηρία τη Μακεδονία και να αλλοιώσει τον πληθυσμό της. Η αιτία είναι το ότι, αφενός μεν είναι εκδικητική και δεν ξεχνάει πως υπενθυμίσαμε πρώτοι το ναζιστικό παρελθόν της,
αφετέρου λόγω του ότι προσπαθεί να αποφύγει την πληρωμή των άνω των 300 δις € που μας οφείλει. Θα έπρεπε όμως να ντρέπονται κατά πολύ περισσότερο εκείνοι οι ανόητοι που τοποθετούν το κακώς εννοούμενο κομματικό τους συμφέρον πάνω από την επιβίωση της πατρίδας μας και των παιδιών της – προσφέροντας υπηρεσίες στους ξένους, κυρίως όμως στους Γερμανούς.

Ανάλυση


Όταν η αξιωματική αντιπολίτευση, τα φιλικά της ΜΜΕ, τα στελέχη ή οι άλλου είδους οπαδοί της γράφουν άρθρα ή προβαίνουν σε δηλώσεις που δεν έχουν καμία αντικειμενική λογική, αλλά μόνο τη στείρα αντιπαράθεση, τότε είναι λογικό να αναφέρεται κανείς στο ότι, φορούν «κομματικές παρωπίδες» – οι οποίες επιδεινώνουν την ήδη προβληματική κατάσταση της χώρας μας.
Παράδειγμα το κείμενο της Καθημερινής με τον τίτλο «Ο ελληνικός κίνδυνος επέστρεψε στις αγορές» (πηγή), σύμφωνα με το οποίο οι παροχές της κυβέρνησης είχαν σημαντικό αντίκτυπο στις αγορές ομολόγων – οδηγώντας στην εκτόξευση των αποδόσεων των κρατικών τίτλων και στο «πάγωμα» των σχεδίων του ΟΔΔΗΧ για την έκδοση ενός νέου επταετούς ομολόγου.
Με απλά λόγια η εφημερίδα ισχυρίζεται πως ήταν λάθος η χρησιμοποίηση εκείνου του ποσού του πλεονάσματος που υπερβαίνει το συμφωνηθέν με την Τρόικα 3,5% για την ενίσχυση ορισμένων κοινωνικών ομάδων που έχουν υποφέρει τα πάνδεινα τα τελευταία δέκα χρόνια – όπως των συνταξιούχων που ουσιαστικά τους δόθηκαν ως δώρο λιγότερα από τα χρήματα που τους έχουν αφαιρεθεί από το ΕΚΑΣ. Θεωρεί δε πως σε αυτό ακριβώς οφείλεται η άνοδος των αποδόσεων του δεκαετούς ομολόγου πάνω από το 3,5% (3,56% τώρα, από το κατώτατο 3,3% περίπου, γράφημα) – ενώ τυχόν έξοδος της Ελλάδας στις αγορές κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις θα ήταν εσφαλμένη στρατηγική.
Εν προκειμένω, δύσκολα καταλαβαίνει κανείς τα παραπάνω επιχειρήματα ξεκινώντας από το ότι, το πλεόνασμα του 2018 ήταν 4,3% – οπότε η κυβέρνηση είχε κάθε δικαίωμα να διαθέσει το επί πλέον όπως αυτή έκρινε. Το σημαντικότερο όμως είναι η σημασία που δίνεται στις αγορές, σαν να είναι αυτονόητο πως κυβερνούν αυτές τα κράτη – ενώ δεν αναφέρεται καν το γεγονός ότι, η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωζώνης που δεν στηρίζεται από την ΕΚΤ και που δεν συμμετείχε ποτέ, ούτε συμμετέχει σε κάποιο από τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης (τα οποία εξυπηρετούν μεταξύ άλλων την τεχνητή πτώση των επιτοκίων δανεισμού των χωρών-μελών).
Περαιτέρω, παρά το ότι η Ελλάδα δανείσθηκε από τις αγορές ένα πολύ μικρό ποσόν με 3,5%, το μέσο επιτόκιο δανεισμού της είναι της τάξης του 1,7% – οπότε, με ρυθμό ονομαστικής ανάπτυξης στο 1,9% το καθαρό (=μείον τα ταμειακά διαθέσιμα) δημόσιο χρέος της μειώνεται, ακόμη και αν έχει πρωτογενή ελλείμματα 0,38% (σύμφωνα με το γνωστό μαθηματικό τύπο, ανάλυση). Πόσο μάλλον όταν πουλάει επί πλέον περιουσιακά της στοιχεία – τα οποία μειώνουν από μόνα τους το χρέος. Ως εκ τούτου το επιχείρημα περί διατήρησης των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 3,5% επειδή αυτό απαιτείται για τον περιορισμό του χρέους είναι έωλο – αφού δεν στηρίζεται πουθενά.
Στα πλαίσια αυτά η αναφορά της εφημερίδας στη δήλωση του Έλληνα επικεφαλής επενδύσεων της «Bank of America», σύμφωνα με την οποία οι πιστωτές δεν θα συμφωνήσουν σε χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα από αυτά που έχουν εγκρίνει, δεν οφείλεται σε οικονομικούς λόγους – αλλά στην πεποίθηση του πως η Τρόικα θα επιμένει στο στραγγαλισμό της Ελλάδας.
Συνεχίζοντας, η θέση της Ελλάδας είναι εξαιρετικά δύσκολη – επειδή ουσιαστικά οφείλει το 190% του ΑΕΠ της σε ξένο νόμισμα (το ευρώ είναι ξένο νόμισμα για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης αφού δεν ελέγχεται από καμία), ενώ όλα εκείνα τα κράτη που το εξωτερικό χρέος τους σε συνάλλαγμα υπερβαίνει το 50% του ΑΕΠ τους κινδυνεύουν με χρεοκοπία – όπως για παράδειγμα η Τουρκία που οφείλει 460 δις $, παρά το ότι το δημόσιο χρέος της είναι κάτω από το 30% του ΑΕΠ της.
Ακόμη χειρότερα, η Ελλάδα δεν έχει δική της κεντρική τράπεζα που θα μπορούσε να στηρίξει το δημόσιο, την ανάπτυξη ή το χρηματοπιστωτικό της τομέα – ενώ ο τελευταίος έχει πλέον αφελληνισθεί (ανάλυση). Παράλληλα η ΕΚΤ, η οποία το 2015 έκλεισε παράνομα τις ελληνικές τράπεζες, δεν τη βοηθάει καθόλου – με αποτέλεσμα το δεκαετές ομόλογο της Πορτογαλίας που συμμετέχει σε όλα τα QE παρά το ότι έχει επενδυτική αξιολόγηση μόνο από την DBRS να διαπραγματεύεται στο 1,12% ενώ της Ελλάδας στο 3,56%.
Με απλά λόγια η Πορτογαλία, με ρυθμό ανάπτυξης τον Ιανουάριο στο 1,7% μειώνει το δημόσιο χρέος της, ακόμη και αν έχει πρωτογενή ελλείμματα – επειδή τη στηρίζει η ΕΚΤ διατηρώντας χαμηλό το επιτόκιο δανεισμού της. Αντίθετα η Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως παρίας – παρά το ότι έχει κυριολεκτικά δολοφονηθεί από την Τρόικα με το εκ προμελέτης έγκλημα των μνημονίων, ενώ είναι η μοναδική χώρα στον πλανήτη που έχει υποθηκεύσει τα πάντα, αποδεχόμενη ακόμη και το αγγλικό δίκαιο (ανάλυση).
Στα πλαίσια αυτά, το να κατακρίνεται από τις ίδιες τις εφημερίδες της που γνωρίζουν πολύ καλά την καταστροφή που της προκάλεσαν οι δανειστές της (απώλεια των τιμών των περιουσιακών της στοιχείων της τάξης του 1 τρις €, άνοδος του δημοσίου χρέους στο 190% του ΑΕΠ από 127% το 2009, εκτόξευση του κόκκινου ιδιωτικού στο 180% από 30% το 2010, φτωχοποίηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων με τρομακτικές απώλειες εισοδημάτων, ξεπούλημα κρατικών επιχειρήσεων σε εξευτελιστικές τιμές, απαξίωση άλλων όπως της ΔΕΗ  κλπ.), δεν είναι μόνο άδικο, αλλά και εντελώς ανόητο – τεκμηριώνοντας πως συνεχίζουμε να βγάζουμε τα ίδια μας τα μάτια, με τα δικά μας χέρια, απλά και μόνο για τη νομή της εξουσίας (=πολιτική αλητεία).
Ένας άλλος ξένος αναλυτής που φιλοξενεί η Καθημερινή δηλώνει πως η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους εξαρτάται από τα συμφωνηθέντα πλεονάσματα – κάτι που ασφαλώς δεν ισχύει όπως αναλύσαμε παραπάνω, ενώ σίγουρα τα θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα καθιστούν ακόμη πιο μη βιώσιμο το ιδιωτικό χρέος, στραγγαλίζοντας επί πλέον τις δυνατότητες ανάπτυξης της χώρας. Για εμάς τους Έλληνες άλλωστε δεν έχει νόημα η βιωσιμότητα της χώρας και η υφαρπαγή της, αλλά η δική μας βιωσιμότητα – η οποία ασφαλώς δεν εξασφαλίζεται από τα πρωτογενή πλεονάσματα που επιβάλλονται.
Η επόμενη ανοησία που γράφει ο ξένος αναλυτής είναι πως η μείωση του ΦΠΑ είναι λάθος – χαρακτηρίζοντας την ως ένα λαϊκιστικό, προεκλογικό μέτρο. Δυστυχώς την ίδια άποψη έχει εκφράσει ο φιλικά προσκείμενος προς τη ΝΔ κ. Μάνος (εικόνα) – παρά το ότι είναι απαράδεκτο για έναν φιλελεύθερο και δη ακραίο να τάσσεται υπέρ των φόρων. Χωρίς να αναλωθούμε σε περιττές λεπτομέρειες, με τη «λογική» του κ. Μάνου, όσον αφορά τα τουριστικά έσοδα, θα ήταν ακόμη καλύτερο εάν ο ΦΠΑ τοποθετούταν στο 80% – ενώ φαίνεται πως αδυνατεί να κατανοήσει μεταξύ άλλων το ότι, έτσι γίνεται συνεχώς λιγότερο ανταγωνιστική η Ελλάδα. Εκτός αυτού ο ΦΠΑ είναι ένας άδικος φόρος – αφού είναι επίπεδος και ακριβώς ο ίδιος για όλα τα εισοδηματικά στρώματα.
Ολοκληρώνοντας, δεν θα αναφερθούμε στις υπόλοιπες ανοησίες του άρθρου, το οποίο θα μπορούσε κάλλιστα να έχει γραφεί από κάποιο μέλος της ληστρικής Τρόικα – αφού δεν έχει νόημα να ασχολείται κανείς με αυτούς που έχουν κομματικές παρωπίδες και δεν κατανοούν πως το 1,1 δις € που έδωσε η κυβέρνηση είναι μία πολύ μικρή επιστροφή των κλεμμένων (εικόνα). Ούτε βέβαια στον αιφνιδιασμό των «θεσμών» που γράφει και στις κυρώσεις που προετοιμάζουν, όπως τη μη επιστροφή των κερδών των εθνικών κεντρικών τραπεζών και της ΕΚΤ από τα δικά μας ομόλογα – θυμίζοντας πως έτσι και αλλιώς μας έχουν κλέψει περί τα 4 δις € από τα 10 δις € της πρώτης περιόδου (ανάλυση), ενώ μας εκβιάζουν με τη μη απόδοση των 5 δις € του 2017, παρά το ότι πρόκειται για δικά μας χρήματα.
Θα αναφέρουμε μόνο πως θα έπρεπε να ντρέπεται η Ευρώπη για τη συμπεριφορά της απέναντι μας, όπως επίσης η Γερμανία που την ελέγχει – επειδή θέλει να καταστρέψει, να διαμελίσει την Ελλάδα με αφετηρία τη Μακεδονία και να αλλοιώσει τον πληθυσμό της με τους μετανάστες. Η αιτία είναι το ότι, αφενός μεν είναι εκδικητική και δεν ξεχνάει πως υπενθυμίσαμε πρώτοι το ναζιστικό παρελθόν της, αφετέρου λόγω του ότι προσπαθεί να αποφύγει την πληρωμή των άνω των 300 δις € που μας οφείλει και για τα οποία οι ίδιοι οι Πολίτες της δηλώνουν πως ντρέπονται (άρθρο).
Θα έπρεπε όμως να ντρέπονται κατά πολύ περισσότερο εκείνοι οι ανόητοι Έλληνες, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, που τοποθετούν το κακώς εννοούμενο κομματικό τους συμφέρον πάνω από την επιβίωση της πατρίδας μας και των παιδιών της – προσφέροντας υπηρεσίες στους ξένους, κυρίως όμως στους Γερμανούς και οδηγώντας την Ελλάδα στο γκρεμό. Όσον αφορά δε το «αγοραίο» πλέον επίπεδο των συζητήσεων στη Βουλή, προς ικανοποίηση των ξένων, η ντροπή θα έπρεπε να είναι ακόμη μεγαλύτερη – ειδικά επειδή εμπλέκουν τις οικογένειες των πολιτικών που ασφαλώς δεν έχει κανένα δικαίωμα να το κάνει κανένας.
analyst.gr