Παρασκευή, Μαΐου 3

Τριάντα τρία χρόνια μετά το Τσερνομπίλ, παραμένει άγνωστη η έκταση των συνεπειών του

Αύριο 26 Απριλίου, συμπληρώνονται 33 χρόνια από το χειρότερο πυρηνικό δυστύχημα που βίωσε η ανθρωπότητα, όταν εξερράγη ο αντιδραστήρας 4 του Τσερνομπίλ στην Ουκρανία. Ωστόσο, είναι ακόμη αδύνατο να υπολογιστεί από την διεθνή επιστημονική κοινότητα η συνολική έκταση των επιπτώσεων από το ατύχημα, που ο ΟΗΕ χαρακτήρισε ως τη χειρότερη περιβαλλοντική καταστροφή στην ανθρώπινη ιστορία.

Τα ραδιενεργά απόβλητα του Τσερνομπίλ έχουν κατηγορηθεί για εκατοντάδες χιλιάδες θανάτους, αλλά ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (IAEA) αναγνωρίζει, επισήμως, μόνο 56 θανάτους στους πυροσβέστες που υπέφεραν και πέθαναν από τη διαρροή μετά την καταστροφή. Επειδή όμως, η επίσημη αποστολή του  IAEA είναι «να επιταχύνει και να διευρύνει τη συνεισφορά της πυρηνικής ενέργειας παγκοσμίως», μπορεί κανείς να αμφισβητήσει σχεδόν όλα όσα λέει και υποστηρίζει ο συγκεκριμένος οργανισμός για τον κίνδυνο της ραδιενεργούς ακτινοβολίας.
Χαμηλές, όμως, είναι και οι εκτιμήσεις για τη θνησιμότητα από το Τσερνομπίλ και του Παγκόσμιου Οργανισμός Υγείας που υπολόγισε  το 2006, ότι μπορεί να υπάρξουν μέχρι και 4.000 επιπλέον θάνατοι από καρκίνο μεταξύ των τριών υψηλότερων εκτεθειμένων ομάδων κατά τη διάρκεια της ζωής τους (240.000 εκκαθαριστές, 116.000 εκτοπισμένοι και 270.000 κάτοικοι των αυστηρά ελεγχόμενων ζωνών). Σε αυτές τις 4.000 απώλειες προστίθενται άλλες 5.000 «μεταξύ των πέντε εκατομμυρίων κατοίκων των περιοχών με υψηλά επίπεδα εναπόθεσης ραδιενεργού καισίου» στη Λευκορωσία, τη Ρωσία και την Ουκρανία, από την ίδια ομάδα εμπειρογνωμόνων του ΠΟΥ, που ερεύνησε, όπως διατείνεται, τα αποτελέσματα της έκθεσης του πληθυσμού στην ραδιενεργή ακτινοβολία.
Αντίθετα, ο υπουργός Υγείας της Ουκρανίας Andrei Serkyuk εκτιμούσε το 1995 ότι 125.000 άνθρωποι είχαν, ήδη, πεθάνει από τις άμεσες επιπτώσεις της ακτινοβολίας του Τσερνομπίλ. Ο Σερκγιούκ δήλωσε ότι ένα δυσανάλογο ποσοστό θυμάτων ανήκε σε παιδιά, εγκύους και εργάτες διάσωσης ή αλλιώς «εκκαθαριστές».
Οι εκκαθαριστές ήταν στρατιώτες που τους διέταξαν να συμμετάσχουν στην επιχείρηση απομάκρυνσης και ταφής των ραδιενεργών επιφανειακών ρύπων, των βαρέων εξοπλισμών, δέντρων και συντριμμιών ή οθονών ακτινοβολίας.
Στις 10 Ιανουαρίου 2010, ο «Guardian» ανέφερε ότι «αξιόπιστοι επιστήμονες που ερευνούν τις περιοχές που έχουν μολυνθεί από ακτινοβολίες στη Ρωσία, Λευκορωσία και Ουκρανία» εκτιμούν όπως ο IAEA, ότι πέθαναν μόνο 56 πυροσβέστες» και ότι περίπου 4.000 θα πεθάνουν συνολικά λόγω του Τσερνομπίλ».
Ωστόσο, ο Διεθνής Οργανισμός Έρευνας για τον Καρκίνο, μια άλλη υπηρεσία του ΟΗΕ, προβλέπει 16.000 θανάτους από το Τσερνομπίλ ενώ έρευνα από τη Ρωσική Ακαδημία Επιστημών αναφέρει ότι μέχρι στιγμής «έχουν 60.000 θανάτους στη Ρωσία και περίπου 140.000 στην Ουκρανία και τη Λευκορωσία εξαιτίας του πυρηνικού ατυχήματος».
Ο «Guardian» παρατήρησε επίσης ότι «η Εθνική Ακαδημία Επιστημών της Λευκορωσίας υπολογίζει σε 93.000 τους θανάτους μέχρι σήμερα και σε 270.000 καρκίνους και η εθνική επιτροπή ακτινοπροστασίας της Ουκρανίας υπολογίζει μέχρι στιγμής σε 500.000 θανάτους, αυτούς που οφείλονται στο δυστύχημα του 1986».
Οι «New York Times» έγραψαν στις 23 Απριλίου 2003 ότι «ο καρκίνος του θυρεοειδούς, η λευχαιμία και άλλοι καρκίνοι έχουν πολλαπλασιαστεί στην περιοχή γύρω από τον αντιδραστήρα» ενώ σημείωναν κάτω από τον τίτλο: Γενετική: έκρηξη του Τσερνομπίλ στις μεταλλάξεις ότι «οι μελέτες έδειξαν ότι οι άνθρωποι … που ζουν κοντά στο Τσερνομπίλ γεννάνε παιδιά με μεγαλύτερο αριθμό γενετικών μεταλλάξεων».
Στην αποστολή της για το πρακτορείο «Associated Press» στις 27 Απριλίου 1996, η δημοσιογράφος Angela Charlton σημείωνε «εκατό φορές αύξηση των κρουσμάτων παιδικών καρκίνων του θυρεοειδούς στην πληγείσα περιοχή».
Οι επιπτώσεις στην υγεία από το Τσερνομπίλ έγιναν αισθητές πολύ πιο μακριά από την περιοχή γύρω από τον αντιδραστήρα 4.
Οι «Los Angeles Times» ανέφεραν στις 25 Ιουλίου 1996 ότι η ακτινοβολία από το Τσερνομπίλ «συνδέεται με περιπτώσεις λευχαιμίας στην Ελλάδα». Οι επιδημιολογικές μελέτες που δημοσιεύτηκαν στα περιοδικά της Οξφόρδης στις 30 Μαρτίου 2005 ανέφεραν: «Οι εκλύσεις ραδιενεργών υλικών ήταν τέτοιες που η μόλυνση του εδάφους βρέθηκε σε κάποιο βαθμό σε όλες τις χώρες του Βόρειου Ημισφαιρίου».
Στην έκθεση του 1988 προς τη Γενική Συνέλευση, η επιστημονική επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τις επιπτώσεις της ατομικής ακτινοβολίας διαπίστωσε ότι «το ατύχημα στο Τσερνομπίλ … είχε ως αποτέλεσμα το ραδιενεργό υλικό να γίνει ευρέως διασκορπισμένο και κατατεθειμένο … σε όλο το βόρειο ημισφαίριο».
Το 2001, ο Alex Kuzma, εκτελεστικός διευθυντής του Ταμείου Στήριξης των Παιδιών του Τσερνομπίλ, υποστήριξε ότι αυξήθηκε κατά 80 φορές η εμφάνιση των καρκίνων στη Λευκορωσία και την Ουκρανία και ανέφερε ότι πλήττονται από τις επιπτώσεις του πυρηνικού ατυχήματος 50 εκατομμύρια άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων 1,26 εκατομμυρίων παιδιών.
Οι διαφορές τεράστιες και η αλήθεια άγνωστη μέχρι σήμερα ως προς την πραγματική έκταση των επιπτώσεων του Τσερνομπίλ, γεγονός που την καθιστά κυριολεκτικά ανυπολόγιστη.
 http://insideoutborders.com
Share Button