Συγκεκριμένα, η «Καθημερινή» δημοσίευσε συνέντευξη του διάσημου συγγραφέα βιβλίων εκλαϊκευμένης επιστήμης Ντέιβιντ Κουάμεν (το βιβλίο του «Spillover. Από τα ζώα στον άνθρωπο η επόμενη πανδημία;» που κυκλοφόρησε πρόσφατα και στα ελληνικά είναι «αριστουργηματικό»,

σύμφωνα με την εφημερίδα). Ο Ν.Κουάμεν υποστηρίζει ότι τα τρία μεγάλα προβλήματα της εποχής ας είναι: η κλιματική αλλαγή, οι πανδημίες και η απώλεια της βιοποικιλότητας.

Και στην ερώτηση τι πρέπει να κάνουμε για να τα αποτρέψουμε απαντά: «Να σταματήσουμε να κάνουμε παιδιά, να σταματήσουμε τα αεροπορικά ταξίδια και να σταματήσουμε να τρώμε κρέας».

«Σε 30 χρόνια από τώρα θα εμβολιαζόμαστε ακόμα για τον κορωνοϊό», υποστηρίζει επίσης ο Ντέιβιντ Κουάμεν, από το Μπόουζμαν της Μοντάνα των ΗΠΑ, όπου διαμένει, ενώ ισχυρίζονται ότι έρχονται χειρότερες πανδημίες από τον κορωνοϊό.

Η συνέντευξη του συγγραφέα Ν.Κουάμεν

– Είμαι βέβαιος ότι διαβάζοντας το βιβλίο σας, πολλοί άνθρωποι θα εύχονταν να το είχαν κάνει μία δεκαετία νωρίτερα, όταν εκδόθηκε για πρώτη φορά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Επιβεβαιώσατε τον μύθο της Κασσάνδρας. Πώς νιώθετε σήμερα; Μου φέρνετε στο μυαλό αυτό το πρόσφατο φιλμ, το «Don’t look up».

– Καλύτερα να είχα κάνει λάθος, αυτό νιώθω. Δεν έχω καμία όρεξη να πω «σας τα έλεγα». Το μόνο που έκανα ήταν να μεταφέρω τα λόγια και τις γνώσεις των επιστημόνων. Δεν έκανα προγνώσεις. Απλώς άκουγα προσεκτικά τους επιστήμονες δέκα, δώδεκα ή και δεκατέσσερα χρόνια πριν, οι οποίοι μου έλεγαν όλοι ότι μια πανδημία είναι προ των πυλών. Θα την προκαλέσει ένας ιός RNA, ο οποίος θα μπορεί να εξελίσσεται γρήγορα. Θα είναι πιθανώς μια γρίπη ή ένας κορωνοϊός. Οταν ξέσπασε όλο αυτό, πριν από δύο χρόνια ακριβώς, με ρωτούσε ο κόσμος αν με ξάφνιασε κάτι και απαντούσα αρνητικά. Το μόνο που με εξέπληξε ήταν το πόσο τραγικά άσχημα αντιμετωπίστηκε η κατάσταση στην αρχή. Οχι από τους επιστήμονες, ούτε από τους υγειονομικούς, αλλά από τους ηγέτες, από τους πολιτικούς και τους ιθύνοντες μεγάλων οργανισμών, ειδικά στη χώρα μου. Με ξάφνιασε επίσης και ο βαθμός της ευφυΐας του ιού.

– Γίνεται πολλή φασαρία σχετικά με την καταγωγή του ιού. Ακόμα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεν έχει καταλήξει σε κάποιο οριστικό συμπέρασμα. Εσείς τι γνώμη έχετε;

– Το πραγματεύομαι αυτό πολύ προσεκτικά, και εκτενώς, στο καινούργιο βιβλίο μου, που θα τιτλοφορείται «Χωρίς ανάσα. Η επιστημονική μάχη για να νικηθεί ένας θανατηφόρος ιός». Η εξειδικευμένη επιστημονική γνώμη, όπως μου τη μετέφεραν μερικοί από τους κορυφαίους εξελικτικούς ιολόγους του κόσμου τον τελευταίο χρόνο, λέει ότι είναι εντελώς απίθανο ο ιός να βγήκε από κάποιο εργαστήριο ή να ήταν κατασκευασμένος. Βέβαια κανείς δεν αντιλέγει ότι πρέπει να γίνει περισσότερη έρευνα. Το ερώτημα δεν έχει απαντηθεί ακόμα οριστικά, αλλά αυτό δεν είναι κάτι ασυνήθιστο. Μας πήρε δεκατέσσερα χρόνια για να βρούμε το ζώο-ξενιστή του SARS. Εχουν περάσει 46 χρόνια κι ακόμα δεν ξέρουμε ποιος ήταν ο ξενιστής του Eμπολα. Παίρνει χρόνο, αλλά οι επιστήμονες το ψάχνουν. Ολοι οι ειδικοί της ιολογίας συμφωνούν ότι ο SARS-Cov-2 είναι ένας φυσικός ιός που ήρθε από μια νυχτερίδα, με κάποιο τρόπο πέρασε στους ανθρώπους, πιθανώς μέσω κάποιου άλλου ζώου που είχε μεταφερθεί στην αγορά ζωντανό και πουλήθηκε για να φαγωθεί.

– Υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στην κλιματική αλλαγή και τις πανδημίες;

– Σίγουρα υπάρχει μια σύνδεση, αλλά δεν θα βιαστώ να πω ότι οι πανδημίες προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή. Σήμερα όλα αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή. Φυσικά είναι ένα τεράστιο πρόβλημα και συμφωνώ με αυτό που λέει η ταινία «Don’t look up», ότι ο κόσμος είναι απρόθυμος να ενδιαφερθεί. Πιστεύω ότι σήμερα έχουμε τρία τεράστια προβλήματα, τα οποία διαπλέκονται και για τα οποία έχουμε εμείς την ευθύνη: είναι η κλιματική αλλαγή, οι πανδημίες και η απώλεια της βιοποικιλότητας. Τα σκέφτομαι σαν τρία μεγάλα ποτάμια προβλημάτων τα οποία κυλούν παράλληλα, αλλά όλα τους ξεκινούν από το ίδιο μεγάλο βουνό. Ξεκινούν από το λιώσιμο του πάγου σε αυτό το βουνό. Αυτό που προκαλεί την καταστροφή είναι το μέγεθος του ανθρώπινου πληθυσμού και η κατανάλωσή μας.

– Τι θα έπρεπε να κάνουμε;

– Να σταματήσουμε να κάνουμε παιδιά, να σταματήσουμε τα αεροπορικά ταξίδια και να σταματήσουμε να τρώμε κρέας. Εύκολο να το λες, δύσκολο να το κάνεις. Αλλά αυτά τα τρία πράγματα συμβάλλουν περισσότερο στο λιώσιμο αυτού του πάγου. Ξέρω ότι ο κόσμος δεν θέλει να ακούει αυτή την απάντηση. Γίνομαι σαν αυτή τη νεαρή επιστήμονα στο «Don’t look up» που της έλεγαν «είσαι φρικιό, πάρε δρόμο». Κανείς μας δεν στερείται ευθύνης. Πρέπει να κοιταχτούμε στον καθρέφτη. Να προσθέσω και κάτι ακόμα που μπορούμε να κάνουμε; Να ψηφίζουμε υπεύθυνους ηγέτες.

– Κάποιοι ισχυρίζονται ότι η πανδημία θα τελείωνε γρηγορότερα αν γινόταν άρση των πατεντών των εμβολίων.

– Δεν συμφωνώ. Είναι πολύ απλοϊκή αυτή η δήλωση. Χωρίς αυτές τις εταιρείες δεν θα είχαμε εμβόλια, και χωρίς το κίνητρο του κέρδους δεν θα υπήρχαν αυτές οι μεγάλες εταιρείες. Πιστεύω ότι είναι σαν το προπατορικό αμάρτημα. Εγινε, και πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Επίσης, ακόμα κι αν μπορούσαμε να προσφέρουμε στους πάντες ένα εμβόλιο, και πάλι η πανδημία δεν θα τελείωνε, καθώς το ποσοστό όσων το αρνούνται είναι ικανό να τη συντηρεί. Δείτε τώρα τι συμβαίνει με τα εμβόλια. Ερχονται κάποιοι και σου λένε ότι ξέρουν έναν τύπο στο Διαδίκτυο που έχει ένα podcast και λέει ότι ο Μπιλ Γκέιτς θα σου τοποθετήσει τσιπάκι μέσω του εμβολίου. Εχουμε όλη αυτή την τρομερή παραπληροφόρηση γιατί όλοι νομίζουν ότι με το να πάνε στο Διαδίκτυο και να ακούσουν κάποιον ανόητο κάνουν έρευνα. Ο κόσμος αρρωσταίνει από βακτήρια, πηγαίνει στους γιατρούς και ζητάει αντιβιοτικά. Ξέρουν πώς έχουν φτιαχτεί αυτά τα αντιβιοτικά; Δεν ξέρουν. Αυτό λέγεται λογική ανακολουθία. Να πω και κάτι ακόμα. Θα ήλπιζα οι άνθρωποι να σκέφτονταν την ευημερία της κοινότητας και των γειτόνων τους, όσο σκέφτονται την ευημερία της οικογένειας και των εαυτών τους. Γιατί είμαστε όλοι συνδεδεμένοι και κανείς μας δεν θα είναι ασφαλής αν δεν γίνουμε όλοι ασφαλείς.

– Βλέπετε το τέλος της πανδημίας;

– Ο SARS-Cov-2 θα είναι πάντα μαζί μας. Λένε ορισμένοι ότι οι ιοί είναι μαζί μας εδώ και πολύ καιρό, ότι εξελίχθηκαν κι έγιναν ενδημικοί, έγιναν ακίνδυνοι, κάτι σαν το κοινό κρυολόγημα. Κάνουν λάθος. Οι εξελικτικοί ιολόγοι λένε ότι θα μπορούσε κάτι τέτοιο να συμβεί, αλλά δεν είναι απαραίτητο. Οσο ο ιός θα μπορεί να βρίσκει νέα θύματα, νέους ευάλωτους ανθρώπους, θα προσαρμόζεται και θα γίνεται όλο και καλύτερος. Δεν τον ενδιαφέρει αν θα σκοτώνει έναν στους δέκα ή έναν στους 100 ή έναν στους 1.000. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να μεταφέρεται. Η φυσική επιλογή δεν λειτουργεί στη βάση της θνητότητας. Πιστεύω λοιπόν ότι σε 30 χρόνια από τώρα οι άνθρωποι θα συνεχίζουν να εμβολιάζονται γι’ αυτόν τον ιό, αν και το εμβόλιο πιθανότατα θα είναι πολυδύναμο και θα καλύπτει όλους τους κορωνοϊούς ή και άλλους ιούς επίσης. Πιθανολογώ ότι σε 30 χρόνια θα είναι ακόμα μαζί μας, θα συνεχίζει να σκοτώνει ανθρώπους και θα έχει εξάρσεις σε τοπικό επίπεδο. Εχουμε εμβόλιο ιλαράς εδώ και 60 χρόνια. Ο κόσμος νομίζει ότι πρόκειται για μια ασήμαντη ασθένεια. Αλλά σε περιοχές όπου δεν εμβολιάζονται, τα παιδιά πεθαίνουν. Το 2019, στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό μέσα σε δύο χρόνια πέθαναν πάνω από 6.000 άνθρωποι από ιλαρά. Αυτό νομίζω ότι θα είναι το μέλλον και τούτου του ιού.

– Είστε αισιόδοξος; Θα βγούμε πιο σοφοί απ’ όλο αυτό;

– Και στις 94 συνεντεύξεις που έκανα με ειδικούς επιστήμονες απ’ όλο τον κόσμο για το νέο μου βιβλίο, έκανα ακριβώς την ίδια ερώτηση. Η απάντηση όλων ήταν αρνητική. Λυπάμαι, μου έλεγαν, αλλά όχι. Ελάχιστοι ήταν οι αισιόδοξοι. Οι άνθρωποι είμαστε απρόθυμοι να αλλάξουμε, απρόθυμοι να μάθουμε, απρόθυμοι να κάνουμε προσαρμογές που είναι ακριβές ή άβολες. Αυτή όμως η πανδημία είναι πάρα πολύ ακριβή και πολύ άβολη. Είναι τόσο δαπανηρή σε ανθρώπινες ζωές και σε χρήμα, που θα μπορούσε πράγματι να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο θα σκεφτόμαστε στο μέλλον το ρίσκο της πανδημίας και την ετοιμότητά μας απέναντι στις πανδημίες. Πιστεύω επίσης ότι έχουμε μεγάλη ευθύνη εμείς οι δημοσιογράφοι και οι συγγραφείς να εμπεδώσουμε και να επικοινωνήσουμε αυτά τα μαθήματα, να κρούσουμε δυνατότερα τον συναγερμό λέγοντας ότι αυτό δεν ήταν κάτι που απλώς μας συνέβη. Είναι το αποτέλεσμα των πράξεών μας, και δεν θα είναι το τελευταίο. Θα υπάρξουν κι άλλα τέτοια, κι αυτό που βιώνουμε δεν θα είναι το χειρότερο. Πρέπει όλοι εμείς που επικοινωνούμε τέτοια ζητήματα, αλλά και οι καθηγητές των επιστημονικών πεδίων, να χρησιμοποιήσουμε αυτό που ζήσαμε σαν ένα καλό δίδαγμα.