Σάββατο, Απριλίου 16

Από τα 129,11 δισ. € των σαμαροβενιζέλων, στα 740,46 δισ. € του Αλέξη Τσίπρα – Πώς εκτινάχθηκε το χρέος (ΠΙΝΑΚΕΣ – ΒΙΝΤΕΟ)

Τα eurocommercial papers, ως κρυφό παράλληλο νόμισμα και η εγκληματική διαχείριση του βραχυχρόνιου δημόσιου χρέους





Με αφορμή μια καλή συζήτηση, για την, ιλιγγιωδώς, εξωπραγματική και επιπέδου διαστημικών αποστάσεων, αύξηση του βραχυχρόνιου ελληνικού δημόσιου χρέους, μέσω των διαβόητων Eurocommercial Papers (ECPs), που ήλθε, ως αποτέλεσμα της εγκληματικής διαχείρισης του χρέους αυτού, αρχικά, από την κυβέρνηση των
σαμαροβενιζέλων (με υπουργούς Οικονομικών τους Γιάννη Στουρνάρα και Γκίκα Χαρδούβελη), η οποία, το 2014, το φούσκωσε, στα 129,11 δισ. € και στην συνέχεια, από την κυβέρνηση Αλέξη Τσίπρα (με υπουργούς Οικονομικών τους Γιάννη Βαρουφάκη και Ευκλείδη Τσακαλώτο), η οποία, το 2015, το εκτόξευσε, στα αστρονομικά επίπεδα των 740,46 δισ. €, είναι χρήσιμο να δούμε και πάλι τα δραματικά δεδομένα του ελληνικού δημόσιου χρέους και την ανεύθυνη διαχείρισή του, από το εντόπιο πολιτικό προσωπικό.



Αυτή η ανεύθυνη διαχείριση του ελληνικού δημόσιου δανεισμού ξεπερνά, κατά πολύ, τα όρια του τετελεσμένου κακουργηματικού ανοσιουργήματος, αφού το έγκλημα αυτό είναι διαρκές και προσδιορίζει το σύνολο όλων όσων άσκησαν και ασκούν την άμεση και έμμεση διαχείρισή του, ως οργάνων των κυβερνήσεων, ως μελών μιας κοινοπραξίας εγκληματικών οργανώσεων, έτσι όπως αυτές ορίζονται, από την σχετική ποινική νομοθεσία.

Όσο και αν φαίνονται απίστευτα τα μεγέθη του, παραπάνω, πίνακα του ελληνικού κρατικού προϋπολογισμού του 2016, που παρουσιάζουν την καταθλιπτική εξέλιξη του ελληνικού δημόσιου βραχυχρόνιου – όπως, εμμέσως και του συνολικού – δημόσιου δανεισμού, η πραγματικότητα δεν αλλάζει. Και είναι χρήσιμο να την περιγράψουμε και πάλι, με την επανάληψη των αριθμών του.

Ο ελληνικός βραχυχρόνιος δημόσιος δανεισμός, το 2015, έχει ανέλθει, στα 740,46 δισ. €, εκ των οποίων τα 40,46 δισ. €, αφορούν έντοκα γραμμάτια του ιδιωτικού τομέα και τα 700 δισ. €, αφορούν βραχυπρόθεσμους τίτλους εξωτερικού, σε eurocommercial papers και σε βραχυχρόνια δάνεια repos.

Βέβαια, αυτή η ασύλληπτη διαχειριστική ανευθυνότητα δεν ξεκίνησε το 2015. Ξεκίνησε το 2014, με τα 129,107 δισ. €, του βραχυπρόθεσμου δανεισμού (εκ των οποίων τα 40,558 δισ. €, σε έντοκα γραμμάτια και τα 88,549 δισ. €, σε ECPs – repos) αφού, όπως αναφέρεται, στον κρατικό προϋπολογισμό του 2016 :

“Οι δαπάνες για εξόφληση βραχυπρόθεσμων τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, οι οποίες από το 2011 έως το 2013 περιλαμβάνουν μόνο έντοκα γραμμάτια ιδιωτικού τομμέα, ενώ από το 2014 περιλαμβάνουν και repos, εκτιμάται ότι το 2015 θα ανέλθουν συνολικά σε 740,460 εκατ. ευρώ, έναντι 129,107 εκατ. ευρώ το 2014″.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, είναι, απολύτως, χρήσιμη μια διερεύνηση της τραγικής κατάστασης, που έχει δημιουργηθεί, γύρω από τον βραχυχρόνιο και μακροχρόνιο δημόσιο δανεισμό της χώρας μας, ο οποίος, εάν αθροιστεί, ξεπερνάει, κατά πολύ, τα επίπεδα των 326 δισ. €, στα οποία εμφανίζεται να βρίσκεται, σήμερα το επίσημο χρέος του ελληνικού δημοσίου. Και τούτο διότι σε αυτό το ποσόν προσμετράται, μόνον, ο μεσομακροπρόθεσμος δανεισμός του κράτους και όχι ο βραχυπρόθεσμος, ο οποίος συνιστά – ιδίως, με την χρήση των eurocommercial papers, που προφανώς, κατά κόρον, αγοράζει η Ε.Κ.Τ. – μια χαίνουσα πληγή και αποτελεί έναν κρυφό δανεισμό, ο οποίος, μάλιστα, έχει καταστεί ανεξέλεγκτος και απολύτως μη τιθασεύσιμος.

Εννοείται, βέβαια, ότι αυτό το ελληνικό δημόσιο χρέος, αφού η ελληνική οικονομία δεν έχει τα απαραίτητα έσοδα και φυσικά, δεν μπορεί να εξυπηρετήσει τα τοκοχρεωλύσια, που προκύπτουν, από το μέγεθός του και με δεδομένο ότι τα χρεωλύσια είναι εκείνα, που έχουν καθοριστική βαρύτητα, ως προς την μείωση του χρέους, αφού οι τόκοι αποτελούν την αμοιβή του κεφαλαίου, αντιλαμβανόμαστε ότι το, εξωπραγματικά, υπερμεγέθες ελληνικό δημόσιο χρέος, έτσι όπως είναι δομημένο, σε σχέση, με τα αντιστοιχούντα, σε αυτό, πενιχρά δημόσια έσοδα, δεν μπορεί, ούτε, κατά διάνοια, να εξυπηρετηθεί, έστω και στοιχειωδώς. Θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί, μόνον εάν το εγγυηθεί η ευρωζώνη και η Ε.Κ.Τ. Πλην, όμως, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει και στο ορατό μέλλον, δεν προβλέπεται να συμβεί.

Για τους λόγους αυτούς, οι κυβερνήσεις του Αντώνη Σαμαρά και του Αλέξη Τσίπρα, προφανώς, με την πλήρη βοήθεια της Ε.Κ.Τ. προσέφυγαν, στην χρήση των “περίφημων” eurocommercial papers, προκειμένου, μέσα από ένα ιδιότυπο, στρεβλό και δαπανηρότατο πρόγραμμα “νομισματικής χαλάρωσης” να συνεχίσουν την κάλυψη των δανειακών αναγκών του ελληνικού δημοσίου, σε μία τέτοια έκταση, η οποία είναι πρωτοφανής.

Όπως έχουμε πει τα eurocommercial papers είναι ανασφάλιστοι τίτλοι, οι οποίοι, εξ αυτού του λόγου, είναι και επικίνδυνοι, αφού δεν υπάρχει αποζημίωση, για τους αγοραστές, εάν αυτά δεν εξοφληθούν.

Αυτός είναι και ο λόγος, που φωνάζει η Bundesbank, και ο Wolfgang Schäuble, που θεωρούν ριγμένη την Γερμανία, από την Ε.ΚΤ., εξ αιτίας του προγράμματος νομισματικής χαλάρωσης του Mario Draghi, στο οποίο, ουσιαστικά, ήδη, από το 2014, όπως είπαμε, παραπάνω, η Ελλάδα έχει μπει, αθόρυβα, σε ένα, εξαιρετικά, ιδιότυπο και πρωτοφανές πρόγραμμα πιστωτικής χαλάρωσης, την στιγμή, που είναι δεδομένο ότι αυτό το δανεικό χρήμα ουδέποτε πρόκειται να εξοφληθεί, από το ελληνικό κράτος.

Τα eurocommercials, λοιπόν, έχουν την μορφή υποσχετικής και χρησιμοποιούνται, συνήθως, για δανεισμό ολίγων εβδομάδων. Εκδίδονται, απο μεγάλες εταιρείες και μεγάλους οργανισμούς, που τα πωλούν, για να εξασφαλίσουν άμεση ρευστότητα. Ως λύση ανάγκης, τα eurocommercial papers, αποτελούν, στον ιδιωτικό τομέα, μια συνηθισμένη πρακτική γρήγορου και βραχύτατου δανεισμού, από τράπεζες και από μεγάλες επιχειρήσεις και αυτός, που τα εκδίδει, πρεπει, εκ των πραγμάτων, να έχει αξιοπιστία, στην αγορά.

Για τα κράτη, αυτή η πρακτική δεν θεωρείται, ως σωστή και αποτελεί σαφή ένδειξη ουσιαστικής χρεωκοπίας, η οποία οδηγείται, στο να καταστεί και επίσημη, αφού, έτσι, ένα τεράστιο τμήμα του δημόσιου χρέους κρύβεται.

Όταν, μάλιστα, είναι το ελληνικό κράτος, που χρησιμοποιεί αυτή την πρακτική του βραχέος δανεισμού, με την χρήση των eurocommercial papers (ECPs), με την βοήθεια της Ε.Κ.Τ. γίνεται, απολύτως, κατανοητό, περί τίνος πρόκειται και γιατί γίνεται αυτό, που γίνεται.

Βέβαια, το ελληνικό κράτος δεν χρησιμοποίησε, για πρώτη φορά, τα Eurocommercial Papers (ECPs). Τα έχει χρησιμοποιήσει και στο παρελθόν, όταν, το 2009, εκεί, κοντά, στις μοιραίες βουλευτικές εκλογές της 4/10/2009, δανείστηκε, για λόγους τόνωσης της ρευστότητά του, κάπου 4 δισ. €, με την έκδοση ECPs. Το ποσόν δανεισμού, εκείνης της εποχής, προφανώς, είναι, απολύτως, ασήμαντο, σε σχέση, με τα μυθικά και αστρονομικά ποσά, που το ελληνικό κράτος δανείστηκε, σε ECPs, την περίοδο 2014 – 2015, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, μέσα σε έξι μήνες, χρεωκόπησε. Και φυσικά, η παρούσα τραγική κατάσταση του ελληνικού δημόσιου δανεισμού δεν προδιαθέτει, για κάτι καλύτερο. Αντιθέτως, προδιαθέτει και υποδεικνύει ένα, πολύ χειρότερο – το χείριστο δυνατόν – μέλλον.

Με αυτά τα δεδομένα, το πραγματικό ελληνικό δημόσιο χρέος έχει φθάσει, όπως προκύπτει, από τα στοιχεία του ανωτέρω πίνακα (ο οποίος αποτελεί επεξεργασία του καθηγητή Γεώργιου Βάμβουκα και στηρίζεται, στον κρατικό προϋπολογισμό), σε αστρονομικά επίπεδα τα οποία πρέπει να κυμαίνονται, γύρω στο 1,06 τρισ. €. Και φυσικά, δεν πρόκειται να σταματήσει, σε αυτό το εξωπραγματικό μέγεθος.

Όπως προκύπτει και από τον αρχικό πίνακα, με τον οποίο ξεκινάει το παρόν δημοσίευμα, αλλά και από τον, αμέσως, παραπάνω, στο περασμένο έτος προκύπτει ένα βραχυχρόνιο δημόσιο χρέος, ύψους, περίπου, 740 δισ. €, το οποίο είναι, εκ των πραγμάτων, ένα “κρυφό” χρέος, αφού, όπως έχουμε πει δεν υπολογίζεται, στο επίσημο δημόσιο χρέος της χώρας. Αυτό το εμφανιζόμενο, ως επίσημο, δημόσιο χρέος, όμως, εκ των πραγμάτων, δεν είναι το πραγματικό.

Εάν λάβουμε, υπόψη μας, ολόκληρο το εμφανιζόμενο, ως επίσημο δημόσιο χρέος της χώρας, το οποίο ταυτίζεται, με το μακροχρόνιο (μεσομακροπρόθεσμο) δημόσιο χρέος και ανέρχεται, στα 326 δισ. € και προσθέσουμε, σε αυτό και το, παραπάνω, προκύπτον βραχυχρόνιο δημόσιο χρέος, τότε το πραγματικό δημόσιο χρέος της χώρας φθάνει, στα 1,066 τρισ. €.

Εάν, μάλιστα, σε αυτό το ασύλληπτης έκτασης ποσόν, προσθέσουμε και το ελληνικό εξωτερικό ιδιωτικό χρέος, το οποίο αφορά χρέη, προς το εξωτερικό, της ελληνικής μπατιροτραπεζοκρατίας, ύψους 220 δισ. €, περίπου, που χορηγήθηκαν, στις ελληνικές τράπεζες, με την εγγύηση του ελληνικού κράτους, τότε το πραγματικό ελληνικό δημόσιο χρέος αγγίζει τα 1,286 τρισ. € και ανέρχεται, στα επίπεδα του 730,59% του ελληνικού ΑΕΠ, όπως αυτό εμφανίζεται να έχει διαμορφωθεί το 2015 (ήτοι, στα 176,023 δισ. €).


Ουσιαστικά, λοιπόν, με τις διάφορες προσθαφαιρέσεις, που είναι απαραίτητες, λόγω της ιδιαίτερης υφής του ελληνικού βραχυπρόθεσμου δημόσιου δανεισμού, έχω την γνώμη ότι το πραγμαντικό δημόσιο χρέος της χώρας μας, πρέπει να κυμαίνεται, κάπου στο 1 τρισ. €. και κάτι παραπάνω και αντιστοιχεί, στο 568,11% του ελληνικού ΑΕΠ, όπως αυτό εμφανίζεται να έχει διαμορφωθεί το 2015 (ήτοι, στα 176,023 δισ, €).

(Και εδώ, δεν υπολογίζουμε και το χρέος των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, το οποίο, στο τέλος του 2015, είχε φθάσει, γύρω, στα 103 δισ. €).

Είναι δεδομένο, λοιπόν, ότι βρισκόμαστε, κατά την τελεταία διετία, σε μια τρομακτική εκτόξευση, σε διαστημικά ύψη, του βραχυπρόθεσμου ελληνικού δημόσιου δανεισμού, σε τέτοια έκταση, η οποία ουδέποτε είχε υπάρξει, στο παρελθόν και μάλιστα, με ένα επιτόκιο, το οποίο κυμαίνεται, γύρω, στο 3% και μάλιστα, χωρίς να είναι γνωστή η κατεύθυνση των εκταμιεύσεων αυτού του θεόρατου δανεισμού, από το ελληνικό κράτος.

Επίσης, δεν γνωρίζουμε, ούτε ποιοί είναι αυτοί, που αγοράζουν αυτή την κουρελαρία των ελληνικών ECPs, τα οποία, όπως έχουμε τονίσει, είναι ανασφάλιστα και ως εκ τούτου, ακάλυπτα, σε περίπτωση, κατά την οποία μείνουν ανεξόφλητα, όταν έλθει η ώρα να πληρωθούν. Όπως είπα, είναι προφανές ότι η Ε.Κ.Τ. έχει βάλει το χέρι της, στην όλη υπόθεση και θα πρέπει να είναι εκείνη, που αγοράζει (ή/και παροτρύνει και άλλους – ποιούς; – να αγοράζουν) τα ελληνικά ECPs. Αλλά αυτό αποτελεί μια υπόθεση, η οποία μπορεί να είναι (και είναι) βάσιμη, αλλά δεν είναι, επίσημα, βεβαιωμένη.



Σε κάθε περίπτωση, η χρήση των Eurocommercial Papers θα είχε νόημα, εάν επρόκειτο για μια καθημερινή ταμειακή διαχείριση και για κάλυψη έκτακτων ταμειακών ελλειμμάτων του ελληνικού δημοσίου. Όμως, το, διαστημικών διαστάσεων, ύψος του ανοικτού ελληνικού δημόσιου δανεισμού, σε ECPs, η άγνωστη διάρκειά τους, το γεγονός ότι τα ταμειακά διαθέσιμα του ελληνικού δημοσίου δεν προέρχονται, από πρωτογενή πλεονάσματα (και μάλιστα τέτοιων ποσοτήτων ρευστού), αλλά και η προφανής αντικατάστασή τους, με έκδοση νέων ECPs, οδηγούν, στο ασφαλέστατο συμπέρασμα ότι η χρήση τους δεν είναι, πλέον, αυτή των απλών εργαλείων διαχείρισης των ταμειακών διαθεσίμων του κράτους, αλλά έχουν καταστεί πλήρη και κανονικά εργαλεία δανεισμού.

Και όλα αυτά συμβαίνουν, μέσα σε ένα πλαίσιο αδιαφάνειας, αφού ουδείς είχε πληροφορηθεί αυτή την πολύ σημαντική εξέλιξη, στην διαδικασία του ελληνικού δημόσιου δανεισμού και ουδέποτε, στα δύο τελευταία χρόνια, οι ένοικοι του κτιρίου της οδού Καραγεώργη Σερβίας, ανακοίνωσαν τις πράξεις, το περιεχόμενο και την διάρκεια των εκδόσεων και των αγοραπωλησιών των eurocommercial papers του ελληνικού δημοσίου.

Ως εκ τούτου και εκ των πραγμάτων, τα Eurocommercial Papers λειτουργούν ως και είναι μια ιδιότυπη μορφή χρήματος, για την εξυπηρέτηση του βραχυχρόνιου δημόσιου χρέους και έτσι, ουσιαστικά, η ελληνική οικονομία λειτουργεί, αφανώς, αλλά και έμπρακτα, με διπλό νόμισμα.
Δηλαδή, με το ευρώ και με τα eurocommercial papers ως ένα κρυφό παράλληλο νόμισμα, ήδη, από το 2014, το τελευταίο έτος της κυβέρνησης του Αντώνη Σαμάρα και του μπουχέσα αντιπροέδρου του.

Αυτά είναι τα 88,549 δισ. €, για τα οποία γίνεται λόγος, στον κρατικό προϋπολογισμό του 2014, που παρουσιάζονται, στον πρώτο πίνακα του παρόντος δημοσιεύματος.

Όπως φαίνεται αυτό το φαινόμενο θα επεκταθεί και πιθανόν είναι – όχι πολύ μακριά από σήμερα – τα eurocommercial papers, υπό άλλη μορφή, να περάσουν, λόγω έλλειψης ρευστού και στην πραγματική χρηματική οικονομία, δηλαδή, στις κάθε είδους καθημερινές πληρωμές μισθών και συντάξεων.

Μια πρόγευση της σαφέστατης γνώσης της κακής πορείας, που είχε και που επρόκειτο να ακολουθήσει το ελληνικό δημόσιο χρέος, μας έδωσε, πρόσφατα, ο πρώην Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος, ο οποίος, πολύ παραστατικά, είπε ότι το 2008, απέτρεψαν τον, τότε, εκπρόσωπο του Δ.Ν.Τ., στην Ελλάδα, Bob Traa, από το να δημοσιοποιήσει την Έκθεσή του, για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, από την οποία προέκυπτε ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος, χωρίς να υπολογισθεί το αναλογιστικό χρέος των οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως, οδηγείτο, μετά από 10, ή 15 χρόνια, να υπερβεί τα επίπεδα του 400% του ελληνικού ΑΕΠ. Εάν, μάλιστα, στο ελληνικό δημόσιο χρέος υπολογιζόταν και αυτό το αναλογιστικό χρέος, τότε, το ύψος του θα έφθανε, σε έναν μακροπρόθεσμο ορίζοντα, στα 800% του ελληνικού ΑΕΠ.
Αυτά, τότε, η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, προτίμησε να αποφύγει να έλθουν, στην δημοσιότητα. Και έπραξε, καλά, διότι, εάν γίνονταν γνωστά, στο ευρύτερο αποταμιευτικό κοινό, η ελληνική οικονομία θα κατέρρεε, πολύ πριν, από την ελληνική κρατική χρεωκοπία του Απριλίου του 2010, η οποία προέκυψε, ως αποτέλεσμα των βλακωδών και ανερμάτιστων πολιτικών του ευηθέστατου ΓΑΠ, ο οποίος, τον Οκτώβριο του 2009 (αν και γνώριζε το τί συμβαίνει , παρά το γεγονός ότι, τώρα, καμώνεται τον ανήξερο), με την ανακοίνωση του μη οριστικού – και μαγειρεμένου, στην Καραγεώργη Σερβίας – μεγέθους του ελληνικού δημόσιου ελλείμματος του 2009, άνοιξε την πόρτα, σε μια διελκυστίνδα, η οποία οδήγησε, στην έναρξη της επίσημης κρίσης της ευρωζώνης και της ελληνικής κρατικής χρεωκοπίας.

Αυτή η πρόβλεψη αυτή του Bob Traa, τελικά, βρέθηκε, σχετικά, κοντά, στην πραγματικότητα. Μπορεί το ελληνικό δημόσιο χρέος να φουσκώθηκε, από άλλες αιτίες, αλλά, ως πρόβλεψη, τα μεγέθη, που έδωσε ο Ολλανδός γραφειοκράτης, όσον αφορά την ζοφερή μέλλουσα εξέλιξη του δημόσιου χρέους της Ελλάδας, άντεξαν, στην δοκιμασία της πραγματικότητας.

Ο καθηγητής Γεώργιος Βάμβουκας περιγράφει το διαστημικό μέγεθος και τα αδιέξοδα του ελληνικού βραχυχρόνιου δημόσιου δανεισμού και τα ευρύτερα αδιέξοδα, στα οποία έχει εμπλακεί η χώρα, εξ αιτίας του γεγονότος ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος, από χρέος, προς ιδιώτες, που ήταν, έως το 2010, έχει μετατραπεί, σε έναν δημόσιο δανεισμό, από θεσμούς και κράτη της ευρωζώνης, εξ αιτίας των Μνημονίων, στα οποία υπέταξαν την χώρα και τον πληθυσμό της, οι ΓΑΠ, Αντώνης Σαμαράς, Ευάγγελος Βενιζέλος και Αλέξης Τσίπρας, αφού, εκ των πραγμάτων αυτό το, ούτως, μετεξελιχθέν, χρέος, είναι, εξαιρετικά, δυσχερές να διαγραφεί, έστω και εν μέρει. (Πάντως, η αλήθεια είναι ότι μπορεί να διαγραφεί. Και εδώ, είναι, που διαφωνώ, με τον κ. καθηγητή. Αν και εκείνος δεν κλείνει, οριστικά, την πόρτα της διαγραφής του ελληνικού δημόσιου χρέους, προς τους θεσμούς και τα κράτη της ευρωζώνης)…

Και για να είμαστε ειλικρινείς, πολύ περισσότερο, από τις προβλέψεις του Bob Traa, άντεξαν οι προβλέψεις, οι επισημάνσεις και οι προειδοποιήσεις του καθηγητή Γεώργιου Βάμβουκα, ο οποίος, χρόνια, τώρα, μιλάει, για την γεωμετρική αύξηση του ελληνικού δημόσιου χρέους. Με τον άνθρωπο αυτόν, μπορεί κάποιος – όπως εγώ – να διαφωνεί, σε πολλά, αλλά η αλήθεια είναι ότι έχει μια πλήρη επιστημονική επάρκεια και τιμά την επιστήμη του. Και φυσικά, η συνεισφορά του, στην διερεύνηση των δεδομένων του ελληνικού δημόσιου χρέους είναι ανεκτίμητη.

Επίσης, εδώ και χρόνια, μιλάει, για την καταστροφική εξέλιξη του δημόσιου χρέους της χώρας μας και ο Δημήτρης Καζάκης, (με τον οποίο, επίσης, διαφωνώ, σε πολλά, αλλά δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω τον επίμονο και επίπονο αγώνα του, για την λεπτομερή διαφώτιση της κοινής γνώμης της χώρας μας, γύρω από τα αδιέξοδα του ελληνικού δημόσιου χρέους και της ένταξης της Ελλάδας, στην ευρωζώνη, ως αιτίας της παρούσας καταστροφής, την οποία υφίσταται και θα εξακολουθεί να υφίσταται η ελληνική οικονομία), επισημαίνοντας τον φαύλο κύκλο, μέσα, στον οποίο έχει εισέλθει η ελληνική οικονομία και από τον οποίο δεν πρόκειται να βγει, χωρίς μια δραστική διαγραφή του χρέους αυτού.

Όπως και ο συντάκτης του παρόντος κειμένου, εδώ και χρόνια, επισημαίνει ότι το πρόβλημα του ελληνικού δημόσιου χρέους, σε σχέση με το ύψος του και την εξυπηρέτησή του, οφείλεται, στο γεγονός της μετατροπής του, από ένα μαλακό και εξυπηρετίσιμο χρέος, που ήταν εκφρασμένο, κατά 80%, έως 85%, στο τοπικό μας νόμισμα – την δραχμή -, σε ένα σκληρό, ανελαστικό και ως εκ τούτου, αδύνατο να εξυπηρετηθεί δημόσιο χρέος, το οποίο είναι, πλέον, εκφρασμένο, κατά 100%, στο σκληρό κοινό νόμισμα της ευρωζώνης – το ευρώ -, επί του οποίου, όμως, το ελληνικό κράτος ουδεμία επιρροή μπορεί να ασκήσει, ως προς την έκδοση, την κυκλοφορία του και ως εκ τούτου, ως προς την χρησιμοποίησή του, ως εργαλείου αποπληρωμής των ελληνικών κρατικών χρεών.

Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, προκύπτει ότι, η βασανιστική πορεία, προς το τρίτο Μνημόνιο και η υπογραφή του, χειροτέρεψε, κατά πολύ, την κατάσταση, με το ελληνικό δημόσιο χρέος. Και φυσικά, αυτό θα συνέβαινε και θα συμβεί, ούτως, ή άλλως, ακόμη και εάν η εφαρμογή του Μνημονίου αυτού θα οδηγούσε, στην πλήρη πραγματοποίηση των διακηρυγμένων στόχων του, οδηγώντας, ξανά, το ελληνικό κράτος, στον δανεισμό του (κάπου μέσα στο επόμενο έτος), από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές και μάλιστα με χαμηλό, έως και μηδενικό επιτόκιο.

Η αιτία αυτού του κακού βρίσκεται, στο απλούστατο γεγονός ότι η ελληνική οικονομία λειτουργεί, ήδη, από το 2013, σε συνθήκες αποπληθωρισμού, αφού ο ελληνικός πληθωρισμός είναι αρνητικός και κυμαίνεται, στο -1,5%, αφού το ελληνικό δημόσιο χρέος θα αυξάνει, ακόμη και εάν, στο μέλλον, προκύψουν “αναπτυξιακοί” ρυθμοί, στο ελληνικό ΑΕΠ, της τάξεως του 1% (και κάτι παραπάνω).

Αυτό θα συμβεί, επειδή, έστω και υπό αυτές τις συνθήκες, το ονομαστικό ΑΕΠ της χώρας, θα συνεχίσει να είναι πτωτικό και ως εκ τούτου, το ελληνικό δημόσιο χρέος, ως ποσοστό του ΑΕΠ θα συνεχίσει την ανοδική του πορεία, αφού ο λόγος του δημοσίου χρέους, προς το ΑΕΠ θα συνεχίσει να αυξάνεται, έξω από οποιαδήποτε προσπάθεια τιθάσευσής του, παραμένοντας, στην πράξη, ανεξέλεγκτο.

Σε συνθήκες αποπληθωρισμού, λοιπόν, αυτός που ευνοείται, δεν είναι ο δανειζόμενος, αλλά ο δανειστής, αφου εκείνο, που, πραγματικά, αυξάνει, είναι η αξία του χρέους και των καταβαλλόμενων τοκοχρεωλυσίων, την ίδια στιγμή, που τα δημόσια έσοδα καταβαραθρώνονται, ως αποτέλεσμα του ίδιου του αποπληθωρισμού, όπως καθίσταται σαφέστατο από τον δεύτερο πίνακα.

Ως εκ τούτου, το ελληνικό δημόσιο χρέος, έτσι, όπως έχει σήμερα και έτσι, όπως θα είναι , στο μέλλον, δεν μπορεί να εξυπρετηθεί. Και χωρίς δραστικό κούρεμα, στα καταβαλλόμενα χρεωλύσια, από το ελληνικό δημόσιο, δηλαδή χωρίς δραστική διαγραφή του μέγιστου (κάπου του 90% και ακόμη περισσότερο) του ελληνικού δημόσιου χρέους, η ελληνική οικονομία δεν θα μπορέσει να εισέλθει σε ουσιώδεις αναπτυξιακούς ρυθμούς, ακόμη και εάν το επιτόκιο του ελληνικού δημόσιου χρέους μηδενιστεί.


Εδώ, στα καταβαλλόμενα χρεωλύσια, είναι που εντοπίζονται, αφ’ ενός, το τεράστιο δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας μας και αφ’ ετέρου, η, με αστρονομικούς ρυθμούς, μεγέθυνση του ελληνικού δημόσιου χρέους.

Σε αυτό το κρίσιμο σημείο, άλλωστε, είναι που εντοπίζονται και οι εγκληματικών διαστάσεων, ευθύνες των μελών του συνόλου του εντόπιου πολιτικού κόσμου, τα οποία, άμεσα και έμμεσα, άσκησαν αυτές τις συγκεκριμένες πολιτικές διαχείρισης των δημοσίων πραγμάτων της χώρας, οι οποίες σχετίζονται, με την διαχείριση του ελληνικού δημόσιου χρέους. Και οι ευθύνες αυτές εμπίπτουν, στις κακουργηματικές (και όχι μόνο, αλλά, κυρίως, αυτές) του κοινού ποινικού δικαίου.

Ως εκ τούτου, όπως πολλές φορές έχουμε πει, απαιτούνται πλήρεις και εξαντλητικές εξηγήσεις, από όλους αυτούς, που εμπλέκονται, στην διαχείριση του δημοσίου χρέους και έχουν λάβει όλες αυτές τις αποφάσεις, που σχετίζονται, άμεσα κα έμμεσα, με αυτήν την διαχείριση.

Αλλά οι εξηγήσεις, όσο λεπτομερείς και εξαντλητικές και αν είναι, δεν αρκούν. Πέραν των εξηγήσεων, απαραίτητες είναι και οι παραπομπές, σε δίκες, όλων των μελών του συνόλου του πολιτικού προσωπικού της χώρας, τα οποία διαχειρίστηκαν, άμεσα ή έμμεσα, τις δημόσιες υποθέσεις, με αποτέλεσμα, εξ αιτίας αυτής τους της διαχείρισης, να φθάσει η χώρα, σε αυτά τα μαύρα χάλια.




Και οι δίκες αυτές, πρέπει να είναι πολλές. Πάρα πολλές και το αντικείμενο της διερεύνησης των πράξεων όσων τεθούν, υπό κατηγορία, θα πρέπει να πηγαίνει πολύ μακριά. Τουλάχιστον, από την εποχή της πρωθυπουργίας του Κώστα Σημίτη και της “εκσυγχρονιστικής” συμμορίας του, ήτοι, σε βάθος εικοσαετίας.

Και φυσικά, δίκαιο, απαραίτητο, χρήσιμο και διδακτικό θα είναι, οι δίκες αυτές να συνοδευτούν, από πολλές καταδίκες, με ποινές ισοβίων δεσμών, συνοδευόμενες και με πολυετείς καθείρξεις…

tassosanastassopoulos.blogspot.gr