Σάββατο, Ιανουαρίου 24

Στο καλό κ. Σαμαρά! ...και τι πρέπει να κάνουμε από τις 26 για να μη μας ξανάρθετε...

Στο καλό κ. Σαμαρά!  ...και τι πρέπει να κάνουμε από τις 26 για να μη μας ξανάρθετε...



Ας ξεκινήσουμε με μία βασική διαπίστωση που δεν αμφισβητείται σχεδόν (πλέον) από κανέναν.
Σε τρεις μέρες η ΝΔ και η δικομματική συγκυβέρνηση πέφτει με πάταγο. Δεν είναι μόνο οι δημοσκοπήσεις. Είναι ότι η Ντόρα απασφάλισε και κατηγορεί ευθέως το Σαμαρά. Ο Αντώναρος καταγγέλει το Βορίδη. Ο Μεϊμαράκης «γκρινιάζει» για την επικοινωνιακή στρατηγική της ΝΔ που επένδυσε στο φόβο. Η εφ. «Δημοκρατία» βγάζει πρωτοσέλιδο για την ορθοδοξία που κινδυνεύει. Η Γιαννάκου καλεί σε συννενόηση με το ΣΥΡΙΖΑ.

Άλλος ένας κανόνας των προγραμμάτων του ΔΝΤ επαληθεύεται. Η διάλυση του παλιού κομματικού συστήματος, η αποσύνθεση των παλιών αστικών κομμάτων, η δημιουργία ενός νέου πολιτικού συστήματος είναι το φαινόμενο που ακολούθησε την είσοδο του ΔΝΤ σε κάθε χώρα που υπάχθηκε σε πρόγραμμα προσαρμογής. Αυτό το φαινόμενο βιώνουμε αυτές τις μέρες στην Ελλάδα, τα σημεία των καιρών αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.
Η πτώση αυτή είναι αποτέλεσμα κυρίως της ακραίας ταξικής πόλωσης, της ακραίας φτώχειας, του χτυπήματος παραδοσιακών τμημάτων του μεσαίου χώρου-ψηφοφόρων της δεξιάς και του λεγόμενου κέντρου-μέσω της υπερφορολόγησης (ΕΝΦΙΑ) και της ύφεσης, με τα μαζικά λουκέτα σε μαγαζιά και μικρές επιχειρήσεις.
Είναι αποτέλεσμα της άκαμπτης στάσης του τριγώνου Βρυξελλών-Φρανκφούρτης-Βερολίνου απέναντι στα αιτήματα Σαμαρά, της εμμονής των «εταιρών» για νέα μέτρα, της επιμονής στη σκληρή γραμμή της λιτότητας και της δημοσιονομικής σταθερότητας.
Την πτώση αυτή μπορεί να υποδεχτεί, με την έννοια της κυβερνητικής εναλλαγής, ένα κόμμα της αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, που μετά από μία διετία έντονων αγώνων (2010-2012) είχε το αντανακλαστικό να απαντήσει στο πρόβλημα της κατάρρευσης του ΠΑΣΟΚ και στο αίτημα «να φύγουν» μέσα από το σύνθημα για κυβέρνηση της αριστεράς που θα καταργήσει το μνημόνιο. Ο δικός μας ο χώρος, ο χώρος της αντισυστημικής αριστεράς δε μπόρεσε να μπει σε αυτή τη συζήτηση, δεν είχε την απαραίτητη προετοιμασία (πρόγραμμα, φορέα-μέτωπο, τακτική), αλλά ούτε και την απαιτούμενη τόλμη. Και έτσι βρισκόμαστε στο παράδοξο στην πιο οξεία μεταπολεμική κρίση και κοινωνική πόλωση, η αντισυστημική αριστερά να μη δυναμώνει, αλλά να δυναμώνουν άλλες φωνές. Να μην αποσπάει δυνάμεις, να μην ενώνει εργαζομένους και νεολαίους μια άποψη που αναφέρεται στις ρήξεις και στις τομές που απαιτούνται για μια θετική υπέρβαση της κρίσης, αλλά αντιθέτως να κυριαρχούν απόψεις με «θολό» περιεχόμενο και «ρηχή» αντιμνημονιακή ρητορεία. Αλλά αυτή η συζήτηση μπορεί να γίνει και την επόμενη μέρα. Ο προβληματισμός οφείλει να αναπτυχθεί και να δώσει χώρο στην αναγκαία συζήτηση, αλλά και στις αναγκαίες πολιτικές πρωτοβουλίες που θα πρέπει να αναλάβουμε.
Τώρα, την πτώση αυτή πρέπει να την γιορτάσουμε, να τη χαρούμε, να την βιώσουμε. Και να είμαστε σε θέσεις μάχης από σήμερα, για να μην πω από χθες.
Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι τι θα γίνει στις 25/01. Το αποτέλεσμα εκεί έχει ήδη κριθεί.
Αλλά τι θα γίνει στις 26/01;
Ποιοι θα είναι οι δύο κόσμοι;
Από τη μία πλευρά θα έχουμε την Ε.Ε. και την ΕΚΤ που θα συνεχίζουν να επιτίθενται στο λαό μας, θα συνεχίσουν να εκβιάζουν, θα απαιτούν νέα μέτρα, θα απειλεί η ΕΚΤ με κλείσιμο των τραπεζών, θα απαιτούν η νέα κυβέρνηση να μην κάνει πίσω στις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, όπως οι ιδιωτικοποιήσεις, οι διευκολύνσεις στο μεγάλο κεφάλαιο, το θεσμικό πλαίσιο εργατικών δικαιωμάτων, η περαιτέρω εμπορευματοποιήση της υγείας και της παιδείας, οι αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα.
Θα έχουμε τις απαιτήσεις του eurogroup να εγκρίνουν τους προϋπολογισμούς λιτότητας. Να τηρείται μέχρις κεραίας το δημοσιονομικό σύμφωνο και θα επιβάλλουν πρόστιμα, όπως ορίζει το ανανεωμένο σκληρό θεσμικό πλαίσιο της ευρωζώνης.
Από την ίδια πλευρά θα έχουμε τη μεγαλοαστική τάξη της χώρας μας, τους μιντιάρχες, τους διαπλεκόμενους που θα πιέζουν να μην διαταραχθεί το σημερινό στάτους κβο. Να μην θιγούν τα συμφέροντα τους, να συνεχίζουν να πληρώνουν οι πολλοί για να μεγαλώνουν τα κέρδη τους οι λίγοι.
Από την πλευρά αυτή, θα έχουμε τη δεξιά και την ακροδεξιά, είτε με τη μορφή της ΧΑ, είτε με τη «σοβαρή» μορφή του Βορίδη και των ΟΝΝΕΔιτών που θα οργανώνουν την επιστροφή τους με ρεβανσισμό και επιθετικότητα απέναντι σε οτιδήποτε μοιάζει αριστερό. Και μαζί με αυτούς, τις αυτοαποκαλούμενες δυνάμεις του ακραίου κέντρου, τύπου Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ, ως θεματοφύλακες «της συνέχειας του κράτους και του συστήματος».
Αυτός θα είναι ο ένας κόσμος. Η μία πλευρά του γηπέδου. Αυτό που λέμε σύστημα.
Από την άλλη; Ποιος θα είναι και πως θα οργανωθεί ο κόσμος των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων;
Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να είναι το ΚΚΕ, αν και δε βοηθάει η αντι-μετωπική λογική της ηγεσίας του.
Από την άλλη πλευρά χρειαζόμαστε αγώνες, συνδικάτα, οργάνωση στις γειτονιές, λαϊκές κινηματικές πρωτοβουλίες, διεκδικήσεις για ανατροπή των μνημονιακών νόμων, για αυξήσεις στους μισθούς, για δημόσια παιδεία και για δημόσια υγεία.
Αυτό είναι το πρώτο στοίχημα για τις δυνάμεις της Ανταρσυα & ΜΑΡΣ.
Όμως δεν μας αρκεί μόνο αυτό. Δε φτάνει να είμαστε η κινηματική αντιπολίτευση, μια δύναμη πίεσης απόσπασης φιλολαϊκών μέτρων από μια πιο ευαίσθητη κυβέρνηση - σε σχέση με τη μνημονιακή συγκυβέρνηση - ΣΥΡΙΖΑ. Δε μπορεί να αναπαράγουμε το αδιέξοδο της αριστεράς της δεκαετίας του 80. Όπου την ίδια στιγμή που αναπτύσονταν αγώνες και διεκδικήσεις απέναντι στην τότε «φιλολαϊκή» κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, την ίδια στιγμή η αριστερά οργανωτικά ξεδοντιάζονταν, προγραμματικά διαλυόταν, πολιτικά έστρωνε το έδαφος για τη συγκυβέρνηση με τη δεξιά του 89.
Το δεύτερο και βασικό στοίχημα για τις δυνάμεις της Ανταρσυα και ΜΑΡΣ είναι να οργανώσουν σαν πολιτική πρόταση το δεύτερο κόσμο, την πλευρά που θα πρέπει να συγκρουστεί με την ΕΚΤ, την ευρωζώνη, τη χρεομηχανή, το σύστημα στη χώρα μας.
Απέναντι στα μεγαθήρια της Ε.Ε., της Μέρκελ και του μεγάλου κεφαλαίου που καταδικάζουν, με τους μονόδρομους τους, τη χώρα στην παρακμή και τους εργαζόμενους στην ανεργία και σε μισθούς πείνας, πρέπει να συγκροτηθεί απάντηση στο ουσιαστικό ερώτημα που είναι ποιο πρόγραμμα είναι αποτελεσματικό, φιλολαϊκό και υλοποιήσιμο, για να υπάρξει όχι δήθεν το τέλος του μνημονίου που είναι το εργαλείο, αλλά η κατεδάφιση της κοινωνίας που οικοδομήθηκε πέντε χρόνια τώρα.
Το βασανιστικό ερώτημα είναι ποιες είναι οι άμεσες διεκδικήσεις, τα βήματα, το σχέδιο και οι δυνάμεις που θα κάνουν την αρχή μιας άλλης Ελλάδας, μιας άλλης οικονομίας και κοινωνίας που δεν θα μας επιστρέφει σε κανένα χρεωκοπημένο παρελθόν.Αυτό είναι η βασική δουλειά της συνεργασίας μας (ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ) και χωρίς αυτήν την κατεύθυνση είναι βέβαιο ότι η δική μας πλευρά θα παραμένει ανοργάνωτη, χωρίς ηθικό, χωρίς πολιτικές αντοχές.
Και ο ΣΥΡΙΖΑ; Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ πιο συγκεκριμένα; Από ποια πλευρά θα είναι;
Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα της πολιτικής και της μελλοντικής διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Αφήνουμε στην άκρη τις διαβεβαιώσεις ότι τα ΜΑΤ και οι δολοφονικές ομάδες των ΔΙΑΣ δε θα θιχτούν, ο Μελισανίδης και ο Μπόμπολας θα συνεχίσουν να νέμονται το δημόσιο χρήμα και το δημόσιο πλούτο με τις αμαρτωλές συμφωνίες του παλιού πολιτικού συστήματος (πχ γήπεδο, διόδια), το άπλωμα της γέφυρας στη μετριοπαθή Καραμανλική δεξιά. Όλα αυτά δεν προετοιμάζουν τη δική μας πλευρά, αντίθετα την αποκοιμίζουν.
Ας περιοριστούμε, όμως, στο τρέχον κεντρικό πρόβλημα της χώρας που έχει και τη μεγαλύτερη σημασία.
Απέναντι στον πρώτο κόσμο της ΕΚΤ, της ευρωζώνης, της Ε.Ε., της Μέρκελ, των μεγαλοαστών της χώρας μας, ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλλει ένα πρόγραμμα αλλά και μια πολιτική γραμμή, που και ανεδαφικά είναι και ανεφάρμοστα, αλλά και βαθμιαία και με μαθηματική ακρίβεια οδηγούν στην παράδοση και ενσωμάτωση στον πρώτο κόσμο.
Η ΕΚΤ και ο λάκκος των λεόντων, όπως έλεγε την τότε ΕΟΚ η ΕΔΑ, θα πιέσει το ΣΥΡΙΖΑ για μέτρα, για τήρηση των βασικών συμφωνιών, για συνέχεια της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης της κρίσης με τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, για αποπληρωμή του χρέους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι θα διαπραγματευτεί. Πως; Με τον κ. Παππά που πριν βγει κυβέρνηση δηλώνει ότι θα εφαρμόσει τις δανειακές συμβάσεις απλά με διαφορετικό τρόπο; Με τον κ. Βαρουφάκη που ομολογεί πως το χρέος για να διαγραφεί χωρίς μονομερείς ενέργειες χρειάζεται απόφαση των ευρωπαϊκών κοινοβουλίων και άρα ότι θα πρέπει να φτιάξουμε μια έυπεπτη πρόταση που να μπορεί να την περάσει η Μέρκελ από το κοινοβούλιο της;
Υπάρχει όμως και ένα δεύτερο ερώτημα. Ποια είναι η κόκκινη γραμμή (θυμάστε του Κουβέλη; Ήταν η προσήλωση στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας) στη διαπραγμάτευση; Είναι απλά να καθυστερήσει – όχι να ανατραπεί - η λιτότητα όπως ζητάνε ο Ρέντσι και ο Ολάντ; Είναι να τυπωθεί κι άλλο ευρώ όπως κάνει ήδη ο Ντράγκι γιατί η ευρωζώνη πνίγεται στον αποπληθωρισμό; Είναι η ανιστόρητη διεκδίκηση για συμφωνία όπως για τη Γερμανία του 1953; Είναι να διαγραφεί πχ ένα μικρό μέρος του χρέους – πράγμα που το αποδέχεται και το ΔΝΤ – σε αντάλλαγμα με μια σκληρή συμφωνία ιδιωτικοποιήσεων και επενδύσεων τύπου ΣΔΙΤ; Για να μην πάμε παραπέρα και στο αν μπορεί να υπάρξει διαπραγμάτευση για το δημοσιονομικό σύμφωνο του ευρώ, που από το 2013 έχει γίνει ένα υπερμνημόνιο διαρκείας, ή ακόμα περισσότερο για τις απαιτήσεις κατεδάφισης του κοινωνικού κράτους, διάλυσης των εργασιακών σχέσων, εμπορευματοποίησης της παιδείας και της υγείας που υπάρχουν στο DNA της Ε.Ε. και της ευρωζώνης.
Η πολιτική είναι συσχετισμός δύναμης. Και ποιος μπορεί να επιβάλει τι, ανάμεσα σε συγκρουόμενα συμφέροντα. Έχει συνείδηση ο ΣΥΡΙΖΑ ποιος είναι το δυνατό μέρος σε μια τέτοια διαπραγμάτευση; Και πως προετοιμάζεται; Όταν καταγγέλλει ως παρανοϊκούς όσους μιλάνε για σχέδιο Β αν οι δανειστές είναι άτεγκτοι ή δώσουν ψίχουλα;
Τα φληναφήματα για την άνοδο του Podemos και της αριστεράς στην Ιρλανδία κάνουν ότι δε βλέπουν την άνοδο της ακροδεξιάς συνολικά στην Ευρώπη και τις βασικές δυνάμεις στο ευρωπαϊκό κέντρο. Τα κινήματα αυτά πρέπει να συνεργαστούν, αλλά όχι για να «διαπραγματευτούν» το ρυθμό λιτότητας. Αλλά για να γκρεμίσουν την Ε.Ε. με μονομερείς ρήξεις και τομές.
Ο κ. Δραγασάκης και το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ μας λέει ότι θα συνεχίσουν την αποπληρωμή των χρεών μέχρι τον Ιούνιο, οπότε και βάζουν ένα deadline για τη λήξη των διαπραγματεύσεων και ότι μέχρι τότε πρέπει να υπάρξει συμφωνία γιατί τότε δε θα μπορεί να κράτος να αποπληρώσει τα ποσά που απαιτεί το χρέος μέσα στο καλοκαίρι. Τι πιστεύουμε ότι μπορεί να περιέχει μια τέτοια συμφωνία;
Θέλουμε να είμαστε καθαροί. Όχι γιατί είμαστε προφήτες, αλλά γιατί έχουμε πολιτική εκτίμηση τι σημαίνει Ε.Ε., τι σημαίνει Γερμανικός ιμπεριαλισμός, τι δομική κρίση έχουμε και πως την απαντάει το κεφάλαιο.
Μια τέτοια συμφωνία μπορεί να περιέχει μια επιβράδυνση-μαλάκωμα αλλά όχι ανατροπή – της λιτότητας. Και μια διευκόλυνση στην αποπληρωμή ενός έτσι κι αλλιώς μη βιώσιμου χρέους. Είτε με μερική διαγραφή είτε με άλλες τεχνικές. Μια τέτοια συμφωνία που σκέφτεται ο κ. Δραγασάκης δεν πρέπει να υπογραφεί.
Το πρόβλημα δεν είναι η αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ για να εφαρμόσει το πρόγραμμά του, αλλά ότι δεν πρέπει να εφαρμοστεί το πρόγραμμά του. Και εδώ δεν αναφερόμαστε στα λίγα και λειψά φιλολαϊκά μέτρα του προγράμματος Θεσσαλονίκης αλλά συνολικά. Αν εφαρμοστεί ο προγραμματικός λόγος και η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ –κάτι το οποίο ενέχει τον κίνδυνο μαζικής λαϊκής απογοήτευσης και μοιρολατρικής παράλυσης– αυτό σημαίνει συμφωνία με την τρόικα και σεβασμό της επιτροπείας, αλλά και συνέχιση της λιτότητας –ίσως με «ανθρώπινο πρόσωπο».
Σε μια τέτοια συμφωνία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ περνάει με το άλλο στρατόπεδο, με την άλλη πλευρά. Και είναι η μοναδική συμφωνία – αν θα υπάρξει - που μπορεί να υπάρξει από την πλευρά των δανειστών.
Το δυνάμωμα από σήμερα της συνεργασίας ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ και εκλογικά, αλλά κυρίως πολιτικά, μαζί με το διαρκές μετωπικό προσκλητήριο σε όσες δυνάμεις αποδεσμεύονται, είναι όρος για να αποτραπεί αυτή η συμφωνία που επιθυμεί ο κ. Δραγασάκης. Εμείς δε θέλουμε να πάει ο ΣΥΡΙΖΑ με το άλλο στρατόπεδο, όμως οφείλουμε να πούμε ότι εκεί οδηγεί η πολιτική του και να προετοιμαστούμε από σήμερα.
Στις 25 γιορτάζουμε και λέμε στο καλό κ. Σαμαρά. Και από τις 26/01 θα κάνουμε ότι μπορούμε για να μη ξαναγυρίσει αυτός και το πολιτικό σύστημα που εκφράζει. Όσο πιο δυνατοί είμαστε, όσο πιο ενισχυμένοι και από τις κάλπες, σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες, τόσο το καλύτερο για τις μάχες που έχουμε μπροστά μας!
Γιώργος Πασσαλίδης,
Υποψήφιος βουλευτής Β’ Αθήνας με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ